Σύμφωνα με τους με τους Νευροεπιστήμονες και τους Αναπτυξιακούς Ψυχολόγους οι πρώτες μνήμες μας καταγράφονται συνήθως μετά την ηλικία των τριών ετών όπου πλέον ο εγκέφαλος έχει τη δυνατότητα αποθήκευσης πληροφορίων. Πριν την ηλικία αυτή η μνήμη είναι συνήθως βραχυχρόνια.
Παρ όλα αυτά, τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, δηλαδή πριν την ηλικία των τριών ετών, είναι πολύ σημαντικά στην ψυχοσυναισθηματική μας ανάπτυξη, μια και τότε μαθαίνουμε τον τρόπο με τον οποίο σχετιζόμαστε και αλληλοεπιδρούμε με τους άλλους ανθρώπους. Το σημείο αναφοράς και ταυτόχρονα το πρόσωπο κλειδί σ αυτή τη φάση ανάπτυξης και εξέλιξης μας, είναι το πρόσωπο που μας φροντίζει. Συνήθως, το πρόσωπο αυτό είναι η μητέρα, όμως λόγω ειδικών συνθηκών μπορεί να είναι και κάποιο άλλο πρόσωπο.
Αυτή, είναι και η πρώτη σχέση που αναπτύσσει ο άνθρωπος με κάποιο άλλο άτομο και η οποία ονομάζεται Πρώιμος Δεσμός. Αυτή η πρώτη σύνδεση του ατόμου, επηρεάζει τον τρόπο, καθώς και τα ιδιαίτερα στοιχεία, με τα οποία το άτομο θα αλληλεπιδρά και θα σχετίζεται με άλλους ανθρώπους, μέχρι την ενήλικη ζωή του. Για αυτό το λόγο, αυτή η σχέση βλέπουμε πολλές φορές πως ονομάζεται δια βίου σχέση.
Αυτή η σχέση χρωματίζει, τη συμπεριφορά μας και το χαρακτήρα μας και επηρεάζει τον τρόπο που βλέπουμε και αντιμετωπίζουμε αργότερα τον κόσμο. Είναι μια πρώτη αρχική καταγραφή που έχουμε μέσα μας η οποία στη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας εμπλουτίζεται και από άλλα βιώματα μέσα από το οικογενειακό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον το οποίο μεγαλώνουμε. Μάλιστα το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον αποτελούν μέρος της διαμόρφωσης της κοινωνικής μας ταυτότητας (όρος παρμένος από την επιστήμη της Κοινωνικής Ψυχολογίας) και απαντούν στο ερώτημα: “Ποιος είμαι”.
Όλα τα παραπάνω εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα, συμβάλλουν στην δημιουργία της “εικόνας εαυτού”, η οποία αρχίζει και διαμορφώνεται από τη παιδική ηλικία και εξελίσσεται μέχρι και την εφηβεία. Είναι σημαντικό για τους ανθρώπους να μπορούμε να αυτοπροσδιοριζόμαστε για το ποιοι τελικά είμαστε, γιατί μέσα από αυτό, σχετιζόμαστε και αλληλεπιδρούμε με το περιβάλλον μας.
Επομένως η ζωή η οποία ζήσαμε σαν παιδιά και σαν έφηβοι, η οποία περιλαμβάνει προσλαμβάνουσες, εικόνες βιώματα και συμπεριφορές, από το οικογενειακό και κοινωνικό, περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε, συμπεριλαμβανομένου και τα γονίδια με τα οποία γεννηθήκαμε, επηρεάζουν τις επιλογές μας τη δράση, τις προσδοκίες, τη στάση μας και τη πορεία μας μέχρι σήμερα.
Η γνώμη που είχαν οι γονείς μας για μας, καθώς και όλοι αυτοί, που η ψυχαναλυτική σχολή τους αποκαλεί “σημαντικούς άλλους”, πολλές φορές είναι γνώμη που κι εμείς υιοθετήσαμε σαν παιδιά και κατόπιν σαν ενήλικες για τον εαυτό μας.
Όλα αυτά που ζήσαμε, είναι σημαντικά και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να μην μας έχουν αγγίξει βαθιά και να μην έχουν επηρεάσει τη ζωή μας, τις επιλογές μας, τον χαρακτήρα μας, τη στάση μας, τις δράσεις και τις αντιδράσεις μας, ακόμη και τον τρόπο που βλέπουμε και στεκόμαστε απέναντι στον κόσμο.
Το παρήγορο όμως είναι πως μπορεί τα παιδικά μας βιώματα να επηρέασαν και να επηρεάζουν, τη ζωή μας και μάλιστα κάποιους ανθρώπους σε μεγάλο βαθμό, όμως δεν είναι απαραίτητο να τη διαμορφώνουν ούτε να την καθορίζουν.
Όταν κάποιος περιγράφει ένα πρόβλημά του σήμερα, κάνει συνήθως αναφορές στο παρελθόν και προσπαθεί να συσχετίσει αυτό που του συμβαίνει σήμερα, με γεγονότα της παιδικής του ηλικίας. Αυτό μέχρι ένα σημείο μπορεί να είναι χρήσιμο για κάποιους ανθρώπους μια και δίνουν μια ικανοποιητική λογική εξήγηση για την πηγή του προβλήματος τους.
Η χρησιμότητα όμως σταματάει εκεί όπου αρχίζει η ατομική ευθύνη, η ελεύθερη βούληση και η αυτοδιάθεση του ατόμου. Είναι το σημείο εκείνο που κάποιος συνειδητοποιεί πως αυτό δεν μπορεί να αποτελεί μοίρα του και όλα αυτά που συνέβησαν μπορεί να αποτελούν μέρος της ιστορίας του όμως δεν είναι αυτή κάθε αυτή η ιστορία του.
Ακόμη και ο Φρόυντ (ο οποίος ασχολήθηκε, όσο κανείς άλλος με τα παιδικά βιώματα) και φυσικά αργότερα οι εκπρόσωποι της υπαρξιακής σχολής, μίλησαν για την τελική ευθύνη του ατόμου, στην ανάληψη δράσης, ανεξάρτητα μ’ αυτά που του έχουν συμβεί. Η οποία, τελικά αναδεικνύεται απελευθερωτική και θεραπευτική.
Όταν αναγνωρίσουμε και διακρίνουμε τα συναισθήματα μας, τις επιθυμίες μας, αποφασίσουμε προς τα που θέλουμε να πάμε, τότε οι αποφάσεις και οι συμπεριφορές, αποτελούν δική μας ευθύνη και επιλογή. Όταν απαλλαγούμε από την απόδοση ευθυνών σε παράγοντες, έξω από εμάς, τότε δημιουργούμε ένα πεδίο προσωπικής ελευθερίας.
Εδώ αξίζει να θυμηθούμε μια φράση πάλι του Σίγκμουντ Φρόυντ, οποίος ανέφερε ότι: Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης, και οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης.
Μπορεί στη ζωή μας, να συνέβησαν πολλά άσχημα γεγονότα, μπορεί να μην είχαμε τους ιδανικούς γονείς τα κατάλληλα παιδικά χρόνια, τα ομορφότερα μαθητικά χρόνια στο σχολείο, τις καλύτερες ερωτικές σχέσεις και τις ευκαιρίες που είχαν κάποιοι άλλοι άνθρωποι. Το να μένουμε όμως μόνιμα προσκολλημένοι στο παρελθόν και να θυματοποιούμε τον εαυτό μας, είναι σαν να εκχωρούμε τη δύναμη μας σε παράγοντες έξω από εμάς, οι οποίοι μας καθορίζουν τη ζωή οριστικά και μας κρατούν δέσμιους ενάντια στην αλλαγή.
Η ανάληψη ευθύνης και δράσης στο σήμερα όποια και να ήταν ή είναι η ζωή μας, μας παρέχει ρόλο ενεργητικό, αυξάνει την αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση μας, μας καθιστά περισσότερο αυτόνομους, ελεύθερους και δυνατούς.
Πηγή: https://www.psychologynow.gr