Δριμύτατη κριτική εναντίον του προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και της απόφασής του για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, εξαπολύει η Βρετανίδα ακαδημαϊκός, Τζούντιθ Χέριν.
Σε άρθρο της που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση της αμερικανικής Washington Post, η Χέριν χαρακτηρίζει την απόφαση Ερντογάν προϊόν μιας «κοντόφθαλμης και κυνικής καμπάνιας», η οποία πλήττει την «καρδιά» του παγκόσμιου πολιτισμού.
«Περιορίζοντας την πρόσβαση στην μεγαλύτερη ιστορική παρακαταθήκη της Κωνσταντινούπολης, ο Ερντογάν επιτίθεται στις κοσμοπολίτικες παραδόσεις, που καθιστούν την πόλη αυτή αλλά και αυτή καθαυτή την Τουρκία ένα σταυροδρόμι του κόσμου. Πρόκειται για πράξη πολιτιστικής κάθαρσης», σημειώνει.
Αναλυτικά το άρθρο της Τζούντιθ Χέριν:
«Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας συνιστά πράξη πολιτιστικής κάθαρσης»
Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φημίζεται για τη γνωστή φράση του «εάν χάσουμε την Κωνσταντινούπολη, τότε χάνουμε την Τουρκία».
Πέρυσι, ο Ερντογάν έχασε τις δημοτικές εκλογές που έγιναν στην Πόλη. Σήμερα, επιχειρεί να αντιστρέψει τη διολίσθηση της δημοτικότητάς του, υποστηρίζοντας το θρησκευτικό φονταμενταλισμό, ο οποίος απειλεί τις μειονότητες της Τουρκίας, τον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, αλλά και τον ιστορικό ρόλο της Κωνσταντινούπολης ως ανεκτικής μητρόπολης όπου το μουσουλμανικό, το χριστιανικό και το εβραϊκό δόγμα συνυπήρχαν για αιώνες.
Την Παρασκευή, η κοντόφθαλμη και κυνική καμπάνια του Ερντογάν έπληξε την «καρδιά» του παγκόσμιου πολιτισμού καθώς και τον ουσιώδη χαρακτήρα της Κωνσταντινούπολης. Υπό τη δική του υποκίνηση, το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Τουρκίας εξέδωσε μια σκανδαλωδώς επικίνδυνη και μισαλλόδοξη απόφαση: η Αγία Σοφία, το μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO και παγκόσμιο σύμβολο της πανανθρώπινης ιστορίας και της πολυπολιτισμικής αναπαράστασης, θα μετατραπεί από μουσείο σε τζαμί.
Λειτουργώντας ως μουσείο, η Αγία Σοφία, ένα τεράστιο και ηλικίας 1.500 ετών οικοδόμημα, το οποίο είχε λειτουργήσει προηγουμένως τόσο ως εκκλησία όσο και ως τέμενος, αναπαριστούσε την ουσία της Κωνσταντινούπολης, ένα μέρος όπου οι αυτοκρατορίες και οι θρησκείες που αλλάζουν τον κόσμο συγκρούστηκαν και τέμνονταν, αλλά των οποίων τα μνημεία και τα αντικείμενα μπορούν να απολαύσουν όλοι. Οι αποφάσεις της Παρασκευής σηματοδοτούν ένα συμβολικό τέλος σε αυτή την κληρονομιά της ανοχής.
Η ιστορία της Αγίας Σοφίας εμπερικλείει την ιστορία της Κωνσταντινούπολης. Πρόκειται για μια βυζαντινή εκκλησία, το λίκνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όταν οι Οθωμανοί άλωσαν την Πόλη το 1453, η εκκλησία μετατράπηκε σε τζαμί. Το 1935, ο Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτής του μοντέρνου κοσμικού κράτους της Τουρκίας τη μετέτρεψε σε μουσείο και η Αγία Σοφία άνοιξε τις πύλες της σε όλους ως πολιτιστικός και επιστημονικός χώρος. Η απόφαση αυτή οδήγησε την Αγία Σοφία στη μετατροπή της σε μια εκπληκτική τουριστική ατραξιόν. Οι επισκέπτες θαυμάζουν όχι μόνο το οικοδόμημα, αλλά και τις ιστορικές διαστρωματώσεις που ενσαρκώνει διαχρονικά.
Η Κωνσταντινούπολη ιδρύθηκε το 330 μ.Χ. από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α’. Ο ίδιος επέλεξε μια καταπληκτική τοποθεσία με θέα τον Βόσπορο και με στρατηγικό έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας. Στη «Νέα Ρώμη» ο Κωνσταντίνος οικοδόμησε μια αυτοκρατορική πρωτεύουσα που ξεπέρασε την «Παλαιά Ρώμη».
Ο γιος του κατασκεύασε την πρώτη εκκλησία, που ήταν αφιερωμένη στην «του Θεού Σοφία». Λειτούργησε ως καθεδρικός ναός, όπου ο πατριάρχης διεξήγε λειτουργίες, στις οποίες συμμετείχαν ο αυτοκράτορας και η αυτοκράτειρα καθώς και οι πολίτες.
Όσο η Πόλη επεκτεινόταν, το ίδιο συνέβαινε και με την Εκκλησία. Το 537 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, η κυριαρχία του οποίου εκτεινόταν από την Ιταλία έως το Σινά, αφιέρωσε το παρόν οικοδόμημα ως μια έκφραση ισχύος και ευλάβειας. Περιλαμβάνει έναν τεράστιο τρούλο, διαμέτρου 102 ποδών και ύψους 184 ποδών. Για περίπου χίλια χρόνια, ήταν ο υψηλότερος και μεγαλύτερος στον κόσμο.
Διακοσμημένη με μάρμαρα που χαρακτηρίζονται από έντονες χρωματικές αντιθέσεις, τα οποία προήλθαν από όλα τα μέρη της Μεσογείου, ολόκληρη η εσωτερική επιφάνεια της Αγίας Σοφίας έλαμπε με χρυσά και ασημένια ψηφιδωτά που αντανακλούσαν το φως που πλημμύριζε μέσα από τα παράθυρά της.
Η αρχική εκκλησία επί Ιουστινιανού είχε έναν εσωτερικό διάκοσμο: έναν μνημειώδη λαμπερό σταυρό στον τρούλο της, ο οποίος πλέον έχει αφαιρεθεί. Στα τέλη του 9ου μ.Χ. αιώνα, προστέθηκαν μωσαϊκά με εικόνες: η Παναγία Παρθένος με τον Χριστό στην κεντρική αψίδα, και τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ από την άλλη πλευρά. Μεταγενέστεροι αυτοκράτορες, μεταξύ των οποίων και η αυτοκράτειρα Ζωή, τίμησαν τους εαυτούς τους με όμορφα πορτραίτα πάνω σε χρυσά ψηφιδωτά αλλά και με χριστιανικές εικόνες.
Η μεγάλη εκκλησία καθιέρωσε ένα πρότυπο. Όταν οι Άραβες ξεχύθηκαν μέσα από τις ερήμους για να διακηρύξουν την πίστη του Ισλάμ, σχεδίασαν τα πρώτα τους τεμένη βασιζόμενοι στους χριστιανικούς τρούλους, στους οποίους είχαν πρωτοπορήσει αρχιτεκτονικά οι Βυζαντινοί.
Όταν, λοιπόν, ο Τούρκος Σουλτάνος Μωάμεθ ο Β’ παραβίασε τα τριπλά τείχη και εφόρμησε στην Κωνσταντινούπολη το Μάιο του 1453, αντί να καταστρέψει το σύμβολο της πόλης, την Αγία Σοφία, διέταξε τη μετατροπή της σε τζαμί.
Ωστόσο, υπό τον ισλαμικό νόμο, τα πορτραίτα με τα χρυσά ψηφιδωτά, είτε αφαιρέθηκαν είτε ασβεστώθηκαν, μια εξέλιξη που συνιστά τεράστια απώλεια αλλά και μια προειδοποίηση για το τι μπορεί να συμβεί ξανά. Πράγματι, ενώ οι τουρκικές αρχές υποσχέθηκαν την Παρασκευή ότι τα ψηφιδωτά δεν θα αφαιρούνταν, τρεις ημέρες αργότερα – τη Δευτέρα – ανακοίνωσαν ότι θα καλυφθούν με κουρτίνες ή λέιζερ κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της μουσουλμανικής προσευχής.
Η επαναφορά ενός τέτοιου οικοδομήματος σε τόπο λατρείας απειλεί την ανοικτή πρόσβαση σε ένα εκπληκτικό κτήριο αλλά και στον ανεκτίμητο ψηφιδωτό διάκοσμο που υπάρχει εκεί. Περιορίζοντας την πρόσβαση στην μεγαλύτερη ιστορική παρακαταθήκη της Κωνσταντινούπολης, ο Ερντογάν επιτίθεται στις κοσμοπολίτικες παραδόσεις, που καθιστούν την πόλη αυτή αλλά και αυτή καθαυτή την Τουρκία ένα σταυροδρόμι του κόσμου. Πρόκειται για πράξη πολιτιστικής κάθαρσης.
Πρόκειται για την απόφαση ενός τυραννικού δυνάστη που νιώθει ότι πολιορκείται και έχει ως κίνητρο την επιθυμία του να τιμωρήσει του κατοίκους της Κωνσταντινούπολης που τον καταψήφισαν. Ο Ερντογάν επιθυμεί να διατρανώσει τη θέση του, προκαλώντας σεχταριστική εχθρότητα μεταξύ των ευσεβών οπαδών του και εκείνων που συνδέονται με κοσμικές παραδόσεις.
H Αγία Σοφία ανήκει στον κόσμο. Η μοίρα της δεν συνιστά απλά ένα γεγονός που άπτεται της τουρκικής κυριαρχίας, όπως επιμένει αμυνόμενος ο Ερντογάν.
*Η Τζούντιθ Χέριν είναι ομότιμη καθηγήτρια στο King’s College του Λονδίνου και συγγραφέας του βιβλίου «Ravenna, Capital of Empire, Crucible of Europe».
Πηγή: https://www.madata.gr/