Της Κικής Γιοβανοπούλου
Λευκά χαρτιά γεννιόμαστε. Λευκά χαρτιά που όσο περνάει ο καιρός, πάνω τους γράφονται ονόματα που για χρόνια μας ήταν άγνωστα. Ονόματα ανθρώπων που εμφανίζονται απ’ το πουθενά. Περνώντας ο καιρός, κάποια ονόματα ξεθωριάζουν κι εξαφανίζονται, είναι όμως και κάποια που γράφονται πάνω μας με ανεξίτηλο μελάνι… Ονόματα που ακόμη κι αν κάποια στιγμή σταματήσουμε να προφέρουμε, δεν παύουν να μας στιγματίζουν για πάντα. Δεν ξεθωριάζει το μελάνι με το οποίο γράφτηκαν μέσα μας…
Υπάρχουν άνθρωποι που ήρθαν στη ζωή μας για να παίξουν σε ρόλο πρωταγωνιστή. Έναν ρόλο που τους χαρίσαμε απλόχερα και βαθιά μέσα μας ελπίζαμε να τον κρατήσουν για πάντα… Ήρθε όμως η στιγμή που η ζωή αποφάσισε διαφορετικά… ήρθε η στιγμή που τους πήρε από δίπλα μας και τους πήγε κάπου αλλού… ποιος ξέρει που; Ελπίζουμε να τους τοποθέτησε κάπου ψηλά, τόσο ψηλά όσο τους άξιζε, τόσο ψηλά ώστε να μπορούν να μας κοιτάζουν…Οι άνθρωποι πεθαίνουν λένε μόνο όταν πάψουμε να τους θυμόμαστε. Μα πως να ξεχάσεις κάποιον που αγάπησες; Αυτοί που αγαπήθηκαν πραγματικά δεν φεύγουν από μέσα μας. Δεν χάνεται η αγάπη, δεν παλιώνει. Ακόμα και εάν δεν αγγίζεται, υπάρχει. Γιατί η αγάπη δεν πεθαίνει. Η αληθινή αγάπη δεν πεθαίνει ποτέ. Κι αν αυτός που αγάπησες έφυγε, κλειδώνει μια θέση στην καρδιά σου. Ισοβίως ρεζερβέ. Για πάρτη του και μόνο.Να αγαπάς λένε. Ν’ αγαπάς δυνατά κι αληθινά, πριν αυτοί που αγάπησες γίνουν φωτογραφίες. Μα όταν αγαπάς δεν θες να υπάρξει τέλος! Ποτέ δεν είναι αρκετό αυτό που έζησες! Ήθελες κι άλλο! Κι άλλο ν’ αγαπήσεις, πιο πολύ! Μπορούσες! Κι αν έγιναν φωτογραφίες τι; Ήρθε το τέλος; Ποιος το ορίζει; Πονάει να σου μένει μόνο μια φωτογραφία. Πονάει, αλλά δεν είναι ο πόνος αρκετός να σβήσει την αγάπη.
Δεν χάνονται αυτοί που φεύγουν. Δεν χάνεται η αγάπη. Δεν θάβεται. Δεν μετριάζεται. Θεριεύει σε πείσμα των θεών που σου έκλεψαν το σώμα της ψυχής που λάτρεψες. Θεριεύει κι ανθίζει σε πείσμα του χειμώνα που σε τύλιξε. Θεριεύει γιατί όταν αγαπάς αληθινά, δεν αγαπάς δυο μάτια και δυο χέρια, αγαπάς μια ψυχή, αγαπάς στιγμές κι αυτά μάτια μου δεν πεθαίνουν.
Όσοι γράφτηκαν με ανεξίτηλο μελάνι μέσα μας, δεν βγαίνουν. Δεν αρκούν τα χρόνια να τους ξεθωριάσουν. Πάντα κάτι θα έρχεται και θα τους ξαναζωντανεύει. Ένα τραγούδι, μια μυρωδιά, ένα αντικείμενο… Δεν χάνονται οι άνθρωποι όταν φεύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν σβήνουν όλα τόσο απλά. Όσο η ψυχή μας θυμάται το όνομά τους, μας συντροφεύουν. Είναι δίπλα μας και μας κρατούν το χέρι…
Πηγή: https://www.fumara.gr/