Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πρωτάρχισαν το 776 π.Χ. στην Ολυμπία της Ήλιδας, με τη συμμετοχή αθλητών απ’ όλο τον ελληνικό κόσμο της αρχαιότητας. Κατά τη διάρκεια των Αγώνων κηρυσσόταν εκεχειρία και οι πολεμικές επιχειρήσεις διακόπτονταν. Κατείχαν τόσο σημαντική θέση στη ζωή των Ελλήνων, ώστε το μεταξύ τους διάστημα, η Ολυμπιάδα, χρησιμοποιήθηκε ως βάση του χρονολογικού συστήματός τους. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πέρασαν από διάφορες φάσεις ακμής και παρακμής, έως ότου καταργήθηκαν από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδόσιο τον Μέγα το 393 μ.Χ. ως ειδωλολατρικοί. 1503 χρόνια αργότερα αναβίωσαν, χάρις στις ενέργειες δύο ανθρώπων, του Γάλλου βαρώνου Πιερ Ντε Κουμπερτέν (1836-1937) και του Έλληνα λόγιου και επιχειρηματία Δημητρίου Βικέλα (1835-1908).
Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον των Γάλλων αρχικά και των Γερμανών μετέπειτα για τους θησαυρούς της Αρχαίας Ολυμπίας, σε συνδυασμό με την ανάγκη των λαών για παγκόσμια άμιλλα και ειρήνη, αναθέρμαναν τον 19ο αιώνα την ιδέα της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων. Το 1834 και το 1836, Σουηδοί φίλαθλοι, εμπνεόμενοι από την αρχαία Ελλάδα, οργάνωσαν Ολυμπιακούς Αγώνες στην πόλη Χέλσινμποργκ.
Τον Οκτώβριο του 1850 ο Βρετανός χειρουργός Γουίλιαμ Μπρουκς διοργάνωσε τους ετήσιους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Γουένλοκ της κομητείας του Σροπσάιρ, με αγωνίσματα δρόμων, αρχαίο πένταθλο, ιππασία, κρίκετ κ.ά. Μεταξύ του Μπρουκς και της Ελλάδας υπήρξε στενός δεσμός, καθώς ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Α’ έστειλε στον Μπρουκς ένα ασημένιο έπαθλο κι αυτός με τη σειρά του προσέφερε ειδικό έπαθλο σε έλληνα αθλητή που διακρίθηκε στο δρόμο, κατά την Α’ Ζάππεια Ολυμπιάδα του 1859.
Το 1833 ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος αναφέρεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες και δύο χρόνια αργότερα παροτρύνει τις ελληνικές κυβερνήσεις να αναβιώσουν τα αρχαία Ολύμπια. Το 1838 γίνεται η πρώτη προσπάθεια τέλεσης Ολυμπιακών Αγώνων από τον γειτονικό στην Ολυμπία Δήμο Λετρίνων (σημερινός Πύργος Ηλείας) από μία ομάδα φωτισμένων αρχαιολατρών.
Το 1859, ο Ηπειρώτης εθνικός ευεργέτης Ευαγγέλης Ζάππας αναλαμβάνει με δικές του δαπάνες την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Στις 18 Οκτωβρίου, με την παρουσία της βασιλικής οικογένειας, γίνεται η έναρξη των Α' Ολυμπίων. Ο διεθνής Τύπος χαιρέτισε την πρωτοβουλία, αλλά οι ελληνικές εφημερίδες τη σχολίασαν αρνητικά, λόγω της απειρίας των διοργανωτών, αλλά και της απόφασής τους να μην διεξαχθούν οι Αγώνες στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή πλατεία Εθνικής Αντίστασης, γνωστότερη ως Πλατεία Κοτζιά) δεν μπόρεσε να καλύψει τις ανάγκες μιας τέτοιας διοργάνωσης. Παρά την αποτυχία των Αγώνων, η προσπάθεια δεν πήγε χαμένη. Διεξήχθησαν ακόμη τρεις Ζάππειες Ολυμπιάδες ή «Ολύμπια» (1870, 1875, 1889), που ενίσχυσαν σημαντικά το αίτημα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Η ιδέα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος στην Ευρώπη. Την 25η Νοεμβρίου 1892 ο 29χρονος τότε βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, μιλώντας στη Σορβόννη κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της Ένωσης Αθλητικών Σωματείων της Γαλλίας, πρότεινε την ανασύσταση του θεσμού, σε διεθνές επίπεδο, αλλά συνάντησε γενική αδιαφορία.
Ο Κουμπερτέν δεν απογοητεύτηκε. Δύο χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1894, έθεσε εκ νέου την πρότασή του στο Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο, που διοργάνωσε ο ίδιος στη Σορβόννη. Την Ελλάδα εκπροσώπησε ο λόγιος Δημήτρης Βικέλας, ο οποίος αποδέχτηκε τη σχετική πρόταση του ιδρυτή του Πανελλήνιου Γυμναστικού Συλλόγου, Ιωάννη Φωκιανού. Ο Βικέλας, σε συνεργασία με τον Κουμπερτέν, παρουσίασε στο συνέδριο υπόμνημα, με μοναδικό θέμα την αναβίωση των Αγώνων.
Στις 23 Ιουνίου 1894 οι σύνεδροι ψήφισαν ομόφωνα την ανασύσταση του αρχαίου θεσμού, εκφράζοντας την ευχή για τον εορτασμό στην Αθήνα των πρώτων Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Ο Βικέλας ορίστηκε πρόεδρος της νεοσυσταθείσας Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και ο Κουμπερτέν γραμματέας της.
Πηγή: https://www.sansimera.gr