H Προεδρία της Δημοκρατίας δεν προσφέρεται για πολιτικά παιχνίδια
Σε κάποια πράγματα, όπως ο η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, καλό είναι να υπάρχει μια θεσμική αντιμετώπιση και λογική
Γράφει ο Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος
Ο θεσμός της Προεδρίας της Δημοκρατίας είχε μια αντιφατική ιστορία στη χώρα μας.
Αυτό σημαίνει ότι παρότι τυπικά αρχηγός του κράτους είναι η/ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εντούτοις ο πραγματικός κυβερνήτης είναι ο πρωθυπουργός, που άλλωστε εκπροσωπεί και τη λαϊκή βούληση καθώς πρέπει να έχει τη «δεδηλωμένη».
Εντούτοις, αρχικά τουλάχιστον έγινε μια προσπάθεια να έχει και ρόλο ρυθμιστή του πολιτεύματος σε οριακές στιγμές. Ήταν οι περίφημες «υπερεξουσίες» του Προέδρου της Δημοκρατίας στο Σύνταγμα του 1975, όπως ότι είχε την εξουσία να διαλύει τη Βουλή εάν αυτή βρισκόταν σε προφανή δυσαρμονία με το λαϊκό αίσθημα. Αντανακλούσαν αυτές και το πώς είχε επηρεαστεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και από το παράδειγμα της Γαλλίας (όπου βέβαια ήταν και παραμένει προεδρική δημοκρατία).
Αυτές οι «υπερεξουσίες» καταργήθηκαν με την αναθεώρηση του 1986 που έγινε με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ και στήριξη από την Αριστερά.
Ωστόσο, παρέμεινε ως παράμετρος αναβαθμισμένου κύρους του προσώπου του ΠτΔ η απαίτηση να υπάρχει η ενισχυμένη πλειοψηφία τριών πέμπτων της Βουλής (180 βουλευτές) στην τρίτη ψηφοφορία, διαφορετικά η Βουλή διαλυόταν και η χώρα πήγαινε σε εκλογές. Η πρόβλεψη αυτή τις περισσότερες φορές οδήγησε σε μια λογική συναινετική, συνήθως μέσα από τον κανόνα η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία να επιλέγει μια προσωπικότητα κύρους από τον αντίπαλο πολιτικό χώρο (το ΠΑΣΟΚ προτείνοντας στον Κωστή Στεφανόπουλο, η ΝΔ προτείνοντας τον Κάρολο Παπούλια, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνοντας τον Προκόπη Παυλόπουλο). Σε άλλες περιπτώσεις, η μη εκλογή προέδρου απλώς έδωσε τη δυνατότητα να επιταχυνθούν εξελίξεις που ωρίμαζαν καιρό, όπως έγινε το 1990 και το 2015.
Τελικά στην πιο πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος και αυτή η πρόβλεψη ξεπεράστηκε και πρακτικά η κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να εκλέξει ΠτΔ χωρίς την ασφαλιστική δικλείδα της απαίτησης ενισχυμένης πλειοψηφίας, ώστε να αποφεύγεται «άσκοπη» προσφυγή στις κάλπες.
Όμως, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι ο ρόλος της/του ΠτΔ είναι διακοσμητικός. Εξακολουθεί πέραν του να είναι τυπικά η «κεφαλή του κράτους», να έχει στο συμβολικό επίπεδο την ευθύνη να εκπροσωπεί τη θεσμική σταθερότητα, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αποτελεί και ένα από τα «πρόσωπα» της χώρας στο εξωτερικό.
Ακριβώς, γι’ αυτόν τον λόγο το πρόσωπο της/του ΠτΔ δεν προσφέρεται για κομματικά παιχνίδια από οποιαδήποτε πλευρά, ενώ ακριβώς για να έχει το συμβολικό ρόλο της θεσμικής σταθερότητας χρειάζεται να υπάρχει ευρύτερη συναίνεση στο πρόσωπό του.
Τα γράφω όλα αυτά γιατί βλέπω εδώ και καιρό να γίνεται κομματικό παιχνίδι ενόψει της επερχόμενης προεδρικής εκλογής και μάλιστα από διάφορες πλευρές.
Γι’ αυτή την κατάσταση ευθύνη έχει καταρχάς η ίδια η κυβερνητική πλευρά και ο πρωθυπουργός, γιατί όλοι γνωρίζουμε καλά ότι παρότι οι επίσημες δηλώσεις είναι ότι «δεν τίθεται θέμα και οι αποφάσεις θα ανακοινωθούν μετά τις γιορτές», στην πραγματικότητα το ζήτημα ξεκίνησε με «διαρροές» από την ευρύτερη κυβερνητική παράταξη και μια ηθελημένη ασάφεια πάνω στο εάν θα τηρηθεί μια παράδοση προηγούμενων ετών για δύο θητείες. Με αποτέλεσμα, ολόκληρη σειρά δημοσιευμάτων που «μεθερμήνευαν» αυτή την ασάφεια και έφτιαχναν το ανάλογο «κλίμα» που κατέληγε στο «αφήγημα» ότι η ηγεσία της ΝΔ δεν θέλει επανεκλογή της σημερινής ΠτΔ για να ικανοποιήσει την «σκληρή δεξιά» πτέρυγα και να αποφύγει τις διαρροές προς την Ακροδεξιά. Μικρή σημασία είχε εάν αυτά αντιστοιχούσαν σε πραγματικές συζητήσεις ή ήταν εικασίες ή «ευσεβείς πόθοι», γιατί ούτως ή άλλως «έφτιαχναν κλίμα». Και με το πέρασμα των ημερών τα σενάρια πλήθαιναν και η -αν μη τι άλλο- άκομψη αυτή συζήτηση, που υποβαθμίζει το θεσμό, συνεχιζόταν. Συνέβαλε και το γεγονός ότι κυβερνητική πλευρά δεν επέλεξε να «κόψει μαχαίρι» αυτή τη συζήτηση εγκαίρως.
Όμως, ευθύνη έχει και η αντιπολίτευση. Γιατί μέχρι τώρα έχει αποφύγει να φέρει την κυβέρνηση προ των θεσμικών ευθυνών της ως προς τον χειρισμό της εκλογής ΠτΔ. Ως αποτέλεσμα, αντί π.χ. να πιέσει την κυβέρνηση έγκαιρα να τοποθετηθεί για το εάν θα πάει στην επανεκλογή, μπήκε και αυτή στη συζήτηση να μιλά για πρόσωπα, παρότι γνωρίζει ότι διαχρονικά, λόγω της φύσης του συγκεκριμένου αξιώματος, που όντως προστατεύεται με το ότι δεν υπάρχει «προεκλογική περίοδος», το να γίνονται δημόσιες προτάσεις στην πραγματικότητα ακυρώνει οποιοδήποτε ενδεχόμενο να εκλεγούν. Ακόμη χειρότερα, διατυπώνουν προτάσεις με μόνο κριτήριο «εμείς προτείναμε τον καλύτερο και εσείς δεν τον εκλέξατε», κάτι που εκτός των άλλων δεν «καίει» μόνο υποψηφιότητες είναι στην πραγματικότητα και υποτιμητικό για τις συγκεκριμένες προσωπικότητες.
Όλα αυτά παραπέμπουν σε μια λογική «πολιτικού παιχνιδιού» που δεν ταιριάζει σε μια διαδικασία βαθιά θεσμική. Δεδομένου ότι δεν τίθεται πλέον ζήτημα ενισχυμένης πλειοψηφίας για την αποφυγή της διάλυσης της Βουλής, αυτό που πρέπει να μετρήσει είναι ότι χρειάζεται η διαδικασία της εκλογής ΠτΔ να εξασφαλίσει ότι θα έχει το κύρος που αναλογεί στον θεσμικό ρόλο που καλείται να παίξει, ακόμη και στις σημερινές συμβολικές διαστάσεις. Πράγμα που σημαίνει ότι προφανώς δεν θα ήταν ό,τι καλύτερο η εκλογή να γίνει με 158 ψήφους.
Ευθύνη και της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης είναι να κάνουν αυτές τις επιλογές και αυτούς τους χειρισμούς που θα προσδώσουν και δεν θα αφαιρέσουν κύρος από το θεσμό.
Και από εκεί και πέρα ας γίνει η αναγκαία πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τα ζητήματα που πρέπει, δηλαδή αυτά που αφορούν τις ασκούμενες πολιτικές στην οικονομία, το κράτος δικαίου, την παιδεία, την υγεία, το περιβάλλον και όχι γύρω από παιχνίδια με τους θεσμούς.
Πηγή: https://www.in.gr/2024/12/19/editorial/h-proedria-tis-dimokratias-den-prosferetai-gia-politika-paixnidia/