Είναι οικείο και αγαπητό σε πολλούς το εξώφυλλο των Pink Floyd του θρυλικού άλμπουμ The Dark Side of the Moon, με το ηλιακό φως σε ένα σκοτεινό φόντο να διαθλάται μέσα από ένα πρίσμα, μεταλλασσόμενο σε μια ομάδα χρωμάτων του ουράνιου τόξου: μπλε, πράσινο, φούξια, κόκκινο, πορτοκαλί και λοιπά άλλα. Είναι αξιοθαύμαστο το πώς μια δεσμίδα μπορεί να διασπαστεί μέσα από ένα σαν αόρατο ή διαφανές αντικείμενο και να διαιρεθεί σε μια πλειάδα χρωμάτων και αποχρώσεων.
Ακούγοντας το τραγούδι «Money» του άλμπουμ να ντύνει ένα βίντεο στο Facebook, έτυχε ακριβώς από κάτω (η μετάβαση δεν ήταν καθόλου ομαλή) να παρακολουθήσω ένα άλλο το οποίο μάλιστα ενημερώθηκα πως έχει προκαλέσει αίσθηση (δημοφιλούς σελίδας, χιουμοριστικής εν πολλοίς), στο οποίο εμφανίζεται η προσφάτως νέα εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Πόπη Τσαπανίδου, σε μια συνέντευξη που καταχώρισε το 2019 να απαντά, αυτολεξεί, στο ερώτημα αν θα την ενδιέφερε η πολιτική: «Η δημοσιογραφία δεν θα πρέπει να εξαργυρώνεται με μία θέση στην πολιτική. Αν πάω με ένα κόμμα, θα είναι σαν να λέω στον κόσμο ότι τόσο καιρό σού περνούσα αυτό που εγώ πίστευα, νομίζοντας ότι στό ‘δινα αντικειμενικά, αλλά εγώ στην πραγματικότητα άνοιγα τον δρόμο για να μπορέσω να το εξαργυρώσω επαγγελματικά».
Αμέσως πολλοί έσπευσαν να καταδικάσουν ή να ειρωνευτούν αυτή την αλλαγή στάσης της δημοσιογράφου μέσα σε λίγα χρόνια, γεννώντας, όχι άλογα, το ερώτημα αν η χάραξη αυτού του πολιτικού δρόμου που αναφέρει ήταν τελικώς ο σκοπός της.
Το δικό μου ερώτημα όμως διαφέρει και επηρεασμένο απ’ το τραγούδι, μαζί με το αλησμόνητο εικαστικό του στολίδι, πλάστηκε ως εξής: το πρίσμα, εν προκειμένω το πολιτικό, είναι αυτό που στρέφεται, τη σωστή ώρα και στιγμή, ώστε να δεχτεί το φως και να παράξει το προσδοκώμενο χρώμα ή η στάσιμη και γνωστή θέση του πρίσματος αποτελεί πόλο έλξης πάσης φύσεως ακτίνων (επομένως απόψεις προσωπικοτήτων) που επιθυμούν να το διαπεράσουν, με τον κίνδυνο εκ των υστέρων του «χρωματικού» στίγματος που μένει ανεξίτηλο; Θα πείτε, ειδικά αν το πρίσμα αποδειχθεί διαμάντι θα είναι δύσκολη η αποτροπή της σύγκλισης αυτών των δύο.
Όχι, δεν είναι καταδικαστέα η ενασχόληση με τα πολιτικά, ακόμη κι αν κάποτε ήταν για ένα δημόσιο πρόσωπο απορριπτέα και εμφορούνταν από σιγουριά, ούτε πρέπει ad hoc να αποκλείσουμε ορισμένα επαγγέλματα απ’ τον στίβο της πολιτικής, ακόμη κι αν αυτά εφάπτονται σε ένα κοινό σημείο· το έχω ξαναπεί, δεν είναι θέμα προσώπων.
Συνεπώς, ας μην επικεντρωνόμαστε στο δέντρο που φλέγεται αλλά στο δάσος που δεινοπαθεί: Η ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής, η συγκομιδή δηλαδή ανθρώπων που έχουν διαγράψει μερικά χιλιόμετρα με τα μιντιακά φώτα προβολής σε κάθε τους βήμα ως αναγκαίο προαπαιτούμενο συμμετοχής για να επιφέρει ψήφους πίσω στο κόμμα είναι γεγονός, μια συνήθης και απόλυτα συνειδητή επιλογή απ’ τα επικοινωνιολογικά επιτελεία των κομμάτων. Αυτό θα πρέπει να ανησυχεί τους πολίτες που πια ως θεατές μιας εκλογικής αναμέτρησης (που είτε «απλά αναλογικά» ολοκληρωθεί στο 90 είτε «ενισχυμένα» στο 120) βροντοφωνάζουν, μα δεν δαγκώνουν, ένας συρφετός σε κερκίδες. Ο χουλιγκανισμός και εκεί δυστυχώς δεν εκλείπει κι ίσως να είναι περισσότερο άγριος, παρωπιδικός, αθελής και άγνωρος απ’ τον οπαδικό. Βρίζουμε εκείνους που θυσιάζουν την ηθική τους στο δυσλειτουργικό σύστημα που κονσερβοποιεί συνειδήσεις κι όχι το σύστημα το ίδιο για το οποίο κανείς δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια βελτίωσης.
Ας τελειώσω όμως βελούδινα ή και κυνικά ακόμη, με έναν στίχο του τραγουδιού που μόνο σαν προοικονομία του βίντεο θα μπορούσα τώρα να τον εκλάβω: «Βρίσκεις μια καλή δουλειά με καλά λεφτά και είσαι εντάξει».
*Απόφοιτος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών.