Οι άνθρωποι που γενικά προσπαθούν να καταστείλουν τις σκέψεις τους, όχι μόνο ονειρεύονται περισσότερο τις συναισθηματικές εμπειρίες τους από όταν είναι ξύπνιοι – ιδιαίτερα τις δυσάρεστες καταστάσεις – αλλά έχουν και χειρότερη ποιότητα ύπνου και υψηλότερα επίπεδα στρες, άγχους και κατάθλιψης σε σχέση με άλλους.
Είναι η πιο γνωστή, και ίσως διαβόητη, θεωρία των ονείρων στο δυτικό κόσμο. Στο τέλος του περασμένου αιώνα, ο Sigmund Freud δημοσίευσε το βιβλίο του, η «Ερμηνεία των Ονείρων», υποστηρίζοντας ότι τα όνειρά μας δεν είναι τίποτα περισσότερο από τις επιθυμίες που ψάχνουμε να εκπληρώσουμε στην «ξύπνια» ζωή μας.
Μερικές από αυτές τις επιθυμίες είναι σχετικά αθώες και σε αυτές τις περιπτώσεις τα όνειρά μας τις παρουσιάζουν όπως ακριβώς είναι. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες επιθυμίες που είναι τόσο απαράδεκτες για μας (όπως σεξουαλικές ή επιθετικές παρορμήσεις που δεν μπορούμε να παραδεχτούμε ή να κάνουμε) που τα όνειρά μας πρέπει να τις λογοκρίνουν.
Τέτοιες απαράδεκτες επιθυμίες συνήθως καταστέλλονται από το συνειδητό ξύπνιο μυαλό, αλλά εμφανίζονται στο όνειρο με ένα μη αναγνωρίσιμο και συχνά περίεργο τρόπο. Αλλά με τη βοήθεια ενός ψυχαναλυτή και μεθόδων, όπως ο ελεύθερος συνειρμός, ο Freud υποστήριξε, ότι θα μπορούσε να αποκαλυφθεί η επιθυμία πίσω από το όνειρο.
Παρά τη φήμη και την επίδραση της θεωρίας του Freud σε άλλες ψυχολογικές θεωρίες, τα τελευταία χρόνια η θεωρία του έχει πέσει σε ανυποληψία και έχει κατηγορηματικά απορριφθεί από τους σύγχρονους επιστήμονες των ονείρων. Πλέον, υπάρχουν δεκάδες θεωρίες σχετικά με το γιατί ονειρευόμαστε – από την επεξεργασία των συναισθημάτων μας και την ενίσχυση των νέων αναμνήσεων μέχρι την προετοιμασία κοινωνικών ή απειλητικών καταστάσεων. Όμως, καμία θεωρία δεν έχει επικρατήσει τώρα, όπως επικρατούσε κάποτε του Freud.
Τα αποκαλυπτικά πειράματα
Ωστόσο, κατά την τελευταία δεκαετία, μια νέα σειρά πειραμάτων έχει αρχίσει να φανερώνει ότι τουλάχιστον ένα μέρος της θεωρίας του Freud θα μπορούσε να είναι τελικά σωστό: ότι ονειρευόμαστε πράγματα που προσπαθούμε, όσο γίνεται περισσότερο, να αγνοήσουμε.
Το πρώτο από αυτά τα πειράματα έγινε από τον Daniel Wegner, ο οποίος παρατήρησε ότι όταν προσπαθούμε πολύ να αγνοήσουμε ή να καταστείλουμε μια σκέψη, η σκέψη αυτή συχνά επανέρχεται. Ο Wegner υπέδειξε ότι αυτό συμβαίνει επειδή έχουμε δύο ψυχολογικές διεργασίες που δουλεύουν την ίδια στιγμή που προσπαθούμε να καταστείλουμε μια σκέψη: μια διαδικασία λειτουργίας με ενεργητική καταστολή και μια διαδικασία παρακολούθησης που επιβλέπει την κατεσταλμένη σκέψη. Η καταστολή της σκέψης είναι περίπλοκη και μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν οι δύο διαδικασίες συνεργάζονται αρμονικά.
Ο Wegner υποστηρίζει ότι οι διαδικασίες αυτές μπορεί να αποτύχουν κατά τη διάρκεια του ύπνου (REM). Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM, τμήματα του εγκεφάλου που είναι απαραίτητα για την καταστολή της σκέψης – όπως αυτά που εμπλέκονται στην προσοχή, τον έλεγχο και τη μνήμη εργασίας – απενεργοποιούνται. Γνωρίζουμε ότι ένας μεγάλος αριθμός από τα όνειρά μας προέρχονται από τον ύπνο REM, οπότε ο Wegner υπέθεσε ότι εκεί θα βλέπαμε πολλές κατεσταλμένες σκέψεις να επανεμφανίζονται στα όνειρα.
Περιέργως, κατάφερε να δοκιμάσει αυτή την ιδέα πριν μερικά χρόνια. Στο πείραμά του, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να σκεφθούν ένα άτομο που γνώριζαν και στη συνέχεια να γράψουν μέσα σε πέντε λεπτά ό,τι τους ερχόταν στο μυαλό, πριν πάνε για ύπνο εκείνο το βράδυ. Στην πρώτη ομάδα των συμμετεχόντων είπαν συγκεκριμένα να μην σκέφτονται το πρόσωπο αυτό στα πέντε λεπτά που έγραφαν, ενώ στη δεύτερη ομάδα είπαν να σκεφτούν μόνο τα πρόσωπα αυτά. Μια τρίτη ομάδα θα μπορούσε να σκεφτεί ό,τι ήθελε.
Όταν ξύπνησαν το πρωί, κατέγραψαν όλοι τα όνειρα που μπορούσαν να θυμηθούν ότι είχαν δει εκείνο το βράδυ. Τα αποτελέσματα ήταν σαφή: η ομάδα, η οποία είχε εντολή να καταστείλει τις σκέψεις του προσώπου, ονειρεύτηκε αυτό το πρόσωπο πολύ περισσότερο από την ομάδα η οποία είχε εντολή να εστιάσει τις σκέψεις της στο πρόσωπο και από την ομάδα που μπορούσε να σκεφτεί ό,τι ήθελε. Ο Wegner το ονόμασε αυτό το «φαινόμενο της επαναφοράς του ονείρου».
Από αυτό το πείραμα και μετά, έχουμε μάθει πολλά περισσότερα για την επίδραση της επαναφοράς του ονείρου. Για παράδειγμα, έχει βρεθεί ότι οι άνθρωποι που είναι γενικά πιο επιρρεπείς στην καταστολή της σκέψης, βιώνουν περισσότερα όνειρα επαναφοράς και ότι η καταστολή μιας σκέψης όχι μόνο οδηγεί σε περισσότερα όνειρα γι’ αυτή, αλλά και σε πιο δυσάρεστα όνειρα.
Σε μερικές από τις πρόσφατες έρευνές μου, βρήκα ότι οι άνθρωποι που γενικά προσπαθούν να καταστείλουν τις σκέψεις τους, όχι μόνο ονειρεύονται περισσότερο τις συναισθηματικές εμπειρίες τους από όταν είναι ξύπνιοι – ιδιαίτερα τις δυσάρεστες καταστάσεις – αλλά έχουν και χειρότερη ποιότητα ύπνου και υψηλότερα επίπεδα στρες, άγχους και κατάθλιψης σε σχέση με άλλους. Στην πραγματικότητα, γνωρίζουμε πλέον ότι η καταστολή των σκέψεων, συνδέεται με μια ολόκληρη σειρά από προβλήματα ψυχικής υγείας.
Γνωρίζοντας αυτό, θα πρέπει πραγματικά να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει με τις σκέψεις μας, όταν προσπαθούμε να τις καταστείλουμε. Αν δίναμε προσοχή στα όνειρα μας, θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τα πράγματα που δεν δίνουμε αρκετή προσοχή στη ζωή μας και μας προκαλούν προβλήματα. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι υπάρχει ουσιαστική αξία στην ανάλυση των ονείρων στη θεραπεία. Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η ανάλυση ονείρων είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για την απόκτηση προσωπικών πληροφοριών, τόσο εντός όσο και εκτός της θεραπευτικής διεργασίας.
Η ετυμηγορία για τον Freud
Υπάρχουν ακόμα πολλές πτυχές της θεωρίας των ονείρων του Freud που δεν έχουν (και δεν μπορούν) δοκιμαστεί εμπειρικά. Είναι πιθανό να υποστηριχθεί ότι η ολοκλήρωση της επιθυμίας παρουσιάζεται σχεδόν σε κάθε όνειρο, αλλά είναι αδύνατο να αποδειχθεί ή να διαψευστεί αυτό.
Σε μεταγενέστερα κείμενα, ο Freud παραδέχτηκε ότι η θεωρία του δεν μπορεί να αναλύσει όλους τους τύπους ονείρων, όπως είναι οι εφιάλτες που σχετίζονται με τη διαταραχή μετα-τραυματικού στρες. Η θεωρία του παίρνει επίσης την ουσία της ερμηνείας των ονείρων μακριά από τον ονειροπόλο και τη παραδίδει στα χέρια του αναλυτή, η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις ηθικές κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση των ονείρων που ακολουθούνται συνήθως μέχρι τώρα.
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες πτυχές της θεωρίας έχουν ελεγχθεί πειραματικά, για παράδειγμα, τα όνειρα στον ύπνο REM είναι γεμάτα από επιθετικές αλληλεπιδράσεις, τις οποίες ο Freud θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως αποδεικτικό στοιχείο κατεσταλμένων επιθετικών παρορμήσεων που εμφανίζονται στα όνειρά μας.
Έτσι, ενώ παραμένει ασαφής το ακριβές μέγεθος στο οποίο είναι σωστή η θεωρία του Freud για τα όνειρα, τουλάχιστον σε ένα σημείο, φαίνεται σαν να έχει δίκιο τελικά: τα όνειρα πραγματικά είναι ο βασιλικός δρόμος για την γνώση του ασυνειδήτου, εκεί όπου ζουν οι εξόριστες σκέψεις.
Πηγή: medicalxpress.com
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή: https://www.lecturesbureau.gr/