ΑΡΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ
Το κράτος αντιμετωπίζει τα παιδιά με μία λογική διπλού σαμποτάζ. Αρνούμενο να αναλάβει μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες για την Παιδεία, υπό τον φόβο ότι θα κοστίσουν στην εκάστοτε πολιτική εξουσία, τα καταδικάζει σε ένα στείρο εκπαιδευτικό σύστημα που τους τρώει τον χρόνο και ναρκώνει τις ικανότητές τους, μαζί με την προθυμία τους να τις καλλιεργήσουν. Υποσκάπτει μεθοδικά το μέλλον τους, παρέχοντάς τους ανεπαρκή εφόδια μέσα από μία αντιπαραγωγική μαθησιακή διαδικασία που δεν οδηγεί πουθενά. Παράλληλα, σαν από τύψεις ή πονηριά, κολακεύει τα παιδιά εμμέσως για να τα εξευμενίσει. Μυθοποιεί τα νιάτα, καλλιεργεί την κουλτούρα της ατέρμονης ελαστικότητας και μετατρέπει τη σχολική εμπειρία σε χαβαλετζίδικο πανηγύρι από το οποίο οι μαθητές δεν αποφοιτούν, αλλά δραπετεύουν. Τελικά, παράγει πολίτες μειωμένης αντίληψης κι ευθύνης.
'Ενα φυσικό αποτέλεσμα
Οι καταλήψεις είναι μία πιστή αντανάκλαση της κρατικής αμέλειας, της αδυναμίας του εκπαιδευτικού συστήματος να θέσει υψηλές προδιαγραφές, ώστε να απαιτήσει καλά ακαδημαϊκά αποτελέσματα και σωστές συμπεριφορές. Παρακολουθούμε ανήλικους να καταλαμβάνουν δημόσια κτίρια, δηλαδή να παρανομούν με αξιοθαύμαστη ευκολία και με τρομακτική σιγουριά για τον εαυτό τους, και το θέαμα δεν μας εκπλήσσει καθόλου. Ο λόγος είναι ότι, λίγο-πολύ, όλοι γνωρίζουμε την κατάσταση των δημόσιων σχολείων και υποσυνείδητα θεωρούμε ότι η κατάληψη εναρμονίζεται με την ταυτότητά τους. Η αυθαιρεσία, η προχειρότητα, το χάος και η επικράτηση του παραλόγου είναι έτσι κι αλλιώς η πραγματικότητα στα σχολεία, επομένως οι ψευδοεπαναστατικές διαθέσεις των παιδιών προκύπτουν ως εύλογο και οργανικό συμπλήρωμα. Το επίπεδο των μαθημάτων στην πλειονότητα των δημόσιων σχολείων δεν είναι λιγότερο εξωφρενικό από το γεγονός της κατάληψης, δηλαδή.
Το αίτημα ως πρόσχημα
Τα πομπώδη αιτήματα των καταληψιών, πότε προκατασκευασμένα από τους κομματικούς υποβολείς-υποκινητές, πότε κωμικά και παιδαριώδη για να συγκινούν όσους βλέπουν το σχολείο με τη νοσταλγία της βιντεοκασέτας, δεν είναι η βασική παράμετρος που θα έπρεπε να μας απασχολεί. Δεν υπάρχουν καλά και κακά αιτήματα, όταν αυτοί που τα διατυπώνουν δεν τα κατανοούν. Τα ευχολόγια, άλλωστε, δεν είναι αιτήματα, είναι φαντασιώσεις, και το γεγονός ότι προέρχονται από ανήλικους δεν τα κάνει λιγότερο ανεδαφικά και λαϊκίστικα. Το ότι χρειαζόμαστε λιγότερους μαθητές ανά τάξη, για παράδειγμα, δεν είναι μυστικό, ούτε κάποια συγκλονιστική διαπίστωση για να επαινέσουμε αυτόν που την κάνει. Είναι μία αλήθεια, που τη γνωρίζαμε πριν καν γεννηθούν οι καταληψίες και προκύψει η πανδημία. Η καταγγελία της δυσάρεστης αλήθειας με υψωμένη γροθιά και εφηβικό πάθος μπορεί να είναι μία δημοφιλέστατη επικοινωνιακή τελετουργία, αλλά δεν επιλύει το πρόβλημα των υπεράριθμων μαθητών, γιατί δεν προτείνει κάποια νέα ιδέα. Δεν έχει πρακτική εφαρμογή. Κι έτσι, φτάνουμε κοντά στην ουσία του ζητήματος: Οι μαθητές δεν μπορούν να λύσουν δομικά προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν έχουν τις γνώσεις να το κάνουν και δεν είναι ο ρόλος τους αυτός. Η θέση τους είναι στην τάξη, αλλά κανείς δεν τολμάει να τους το πει γιατί η τάξη είναι ένα εξαιρετικά απωθητικό μέρος που δικαιώνει αυτόματα όποιον την εχθρεύεται.
Μικρομέγαλος συντηρητισμός
Στην πραγματικότητα, το φαινόμενο των σχολικών καταλήψεων είναι μία εκδήλωση βαθέος συντηρητισμού, για τον οποίο φέρουν ευθύνη όλοι οι κρίκοι της αλυσίδας διαπαιδαγώγησης, από τους γονείς που ανατρέφουν παιδιά χωρίς συναίσθηση υποχρέωσης, μέχρι τη νομοθετική κι εκτελεστική εξουσία που ορίζουν τη μορφή του σχολείου και το περιεχόμενο των μαθημάτων. Η εικόνα των παιδιών που παριστάνουν ότι «αντιδρούν», ότι «πνίγονται από το δίκιο τους» ενώ «το σύστημα καίει τα όνειρά τους» αντιπροσωπεύει μία νοοτροπία βγαλμένη από τις πιο κλισέ φαντασιώσεις των ενηλίκων περί ανατρεπτικότητας. Δεν είναι μία μοντέρνα εικόνα, δεν είναι κάτι γνήσιο και πηγαίο, αλλά προβολή μιας σιτεμένης εμμονής σε νεανικό καμβά. Σαν παράσταση γέρων σε σώματα παιδιών. Η βίαιη παύση των μαθημάτων, η καταστροφή της δημόσιας περιουσίας και η πολιτικολογία άνευ γνώσης είναι μεταμφιεσμένη παραίτηση και υποκρισία, ένας τρόπος να υποδυθείς τον επαναστάτη χωρίς να χρειαστεί να επαναστατήσεις σε τίποτα επί της ουσίας. Τυφλή καταστροφικότητα με προβιά δίκαιου αγώνα, όπως ο δίκαιος αγώνας έχει εμπεδωθεί μέσω της ζοφερής συνδικαλιστικής πρακτικής. Πίσω από τα παιδιά με τα ανορθόγραφα πανό και τις έξαλλες δηλώσεις στις κάμερες κρύβονται γονείς που βαριούνται ή αδυνατούν να αναλάβουν την ευθύνη τους και σκιές υπουργών χωρίς όραμα και σχέδιο, που περιμένουν να ατονήσουν οι παθογένειες μόνες τους αντί να εφαρμόσουν μία εξορθολογιστική πολιτική.
Οι νέοι Ελληνάρες
Πιο ανησυχαστική από τους αδιάφορους γονείς, τους εκπαιδευτικούς που δεν αξιολογούνται, και τα κακά σχολεία, είναι η βιομηχανία παραγωγής νεαρών αγανακτισμένων. Οι μαθητές που εκπαιδεύονται στον αυταρχισμό αντί να καλλιεργούνται πνευματικά, που διεκδικούν γενικώς και αορίστως με τη μύτη ψηλά, πριν μάθουν τι ακριβώς είναι το δικαίωμα και ποια βάρη συνεπάγεται, είναι η απόλυτη διαβεβαίωση πως εκείνο εναντίον του οποίου τάχα μάχονται, θα διαιωνιστεί. Ο παραλυτικός εκβιασμός των καταλήψεων, πέρα από την αντιδημοκρατική του πλευρά, είναι μία ειρωνική υπενθύμιση πως στην Ελλάδα το κακό ανακυκλώνεται. Αδράνεια, επιδερμικότητα, συνθηματολογία, επιθετικός εντυπωσιασμός και πόζα. Οι μαθητές μιμούνται τους πολιτικούς γιατί μόνο αυτό έχουν μάθει να κάνουν.
Πηγή: https://www.kathimerini.gr/