Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2021

Η ΙΛΙΑΔΑ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΟΤΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΝΙΚΗΤΕΣ ΚΑΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ (CAROLINE ALEXANDER)


by Lectures Bureau

Την καταδίκη του πολέμου, ο Όμηρος την καθιστά ξεκάθαρη επανειλημμένως και μάλιστα μεγαλοπρεπώς όσο πουθενά αλλού, στην πασίγνωστη σκηνή προς το τέλος της Ιλιάδας, όπου ο βασιλιάς Πρίαμος πηγαίνει μέσα στη νύχτα στο ελληνικό στρατόπεδο, και παρουσιάζεται ως ικέτης ενώπιον του Αχιλλέα. Σε διαφορετικούς χρόνους μέσα στο έπος, οι δύο άνδρες έχουν ικετέψει τους Ολύμπιους θεούς, χωρίς όμως οι παρακλήσεις τους να εισακουστούν. Τώρα, αποστολή του Πριάμου είναι να ικετέψει για το σώμα του αγαπημένου του γιου, του Έκτορα, τον οποίο ο Αχιλλέας σκότωσε για να εκδικηθεί τον θάνατο του δικού του συντρόφου, του Πάτροκλου. Στα γόνατα του Αχιλλέα, ο Πρίαμος ικετεύει:

«Έλα, σεβάσου τους αθάνατους, συμπόνεσε και μένα,
τον κύρη σου Αχιλλέα, θυμάμενος· πιο αξίζω εγώ συμπόνια·
τι εβάστηξα, ό,τι δεν εβάστηξε κανείς θνητός στον κόσμο,
του αντρός που τον γιο μου εσκότωσε το χέρι να φιλήσω!
Είπε, και τον καημό του εφούντωσε για τον δικό του κύρη,
κι έσπρωξε ανάλαφρα τον γέροντα, το χέρι πιάνοντάς του.
Μαζί τους έπνιξαν οι θύμησες, τον έναν του αντρειωμένου
του Εχτόρου, κι έκλαιγεν ως σούρνονταν μπρος στου Αχιλλέα τα πόδια·
θρηνούσε κι ο Αχιλλέας, τον κύρη του θυμάμενος, και πότε
τον Πάτροκλο, κι ως πέρα οι θρήνοι τους γιομίζαν το καλύβι.
(Ραψ. Ω, 503-512)**.

Η δύναμη αυτής της σκηνής δεν απορρέει μόνο από αφηγηματική ευφυΐα, αλλά και από την προσήλωση της Ιλιάδας στην ίδια της την ιστορία.
Η παράδοση του έπους καταγόταν από την ηπειρωτική Ελλάδα, κατά πάσα πιθανότητα μάλιστα από την περιοχή της Θεσσαλίας, αλλά ύστερα από την κατάρρευση των πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού, μεταφέρθηκε, μαζί με τους ποιητές που μετανάστευσαν ανατολικά, στο νησί της Λέσβου και την βορειοδυτική ακτή της Ανατολίας (Τουρκίας σήμερα), η οποία συμπεριλαμβάνει την περιοχή γύρω από την Τροία: Αυτό γνωρίζουμε από γλωσσολογικές έρευνες, από την αρχαιολογία, κι από αρχαίες αναφορές.
Έτσι, μπορεί μεν στην πρώιμη μορφή της η Ιλιάδα να παρουσιαζόταν κατά πάσα πιθανότητα ενώπιον ως επί το πλείστον ελληνικών ακροατηρίων, στη συνέχεια όμως, την εποχή του Ομήρου, το ακροατήριο προερχόταν και από την Ανατολία, ενώ επιπλέον ενδέχεται να αντιμετώπιζε με συμπάθεια και τους Τρώες. Οι ποιητές προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες, με αποτέλεσμα ένα από τα πλέον εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της Ιλιάδας να είναι η σταθερή συμπάθεια που εκδηλώνει προς τους Τρώες, οι οποίοι απεικονίζονται ως αδελφά θύματα του πολέμου, κι όχι μονάχα ως εχθροί.
Τι θα είχε συμβεί αλήθεια, αν οι Έλληνες ποιητές που παρουσίαζαν την Ιλιάδα στην Ανατολία, είχαν παραλείψει να την προσαρμόσουν στις ευαισθησίες των διαρκώς μεταβαλλόμενων ακροατηρίων τους; Τι θα είχε γίνει, αν είχαν κωφεύσει στην πορεία της στρατιωτικής ιστορίας των χρόνων εκείνων, και τις συνεπαγόμενες μετατοπίσεις πληθυσμών που αντιμετώπισαν; Ποια θα ήταν η εξέλιξη αν ο Όμηρος έβαζε τον Αχιλλέα να στείλει πίσω τον Πρίαμο άπραγο; Ή να τον κακομεταχειριστεί, να τον ταπεινώσει ή να τον σκοτώσει; Θα ήταν σήμερα η ιστορία διαφορετική, ή όχι;
Πιθανώς όχι. Αλλά σίγουρα, ο κόσμος θα είχε χάσει κάτι. Κι αυτό το κάτι, δεν είναι μονάχα μια μνημειώδης σκηνή στους κόλπους ενός μεγαλειώδους και μακροσκελούς αφηγήματος, αλλά μια πρωτογενής διαπίστωση για την ανθρωπότητα – η οποία έγινε τελικώς αισθητή χάρη στον ακλόνητο ρεαλισμό της μακράς παράδοσης αυτού του έπους.
Ο Λογγίνος, λόγιος του 1ου μ.Χ. αιώνα, έγραψε ότι «καταγράφοντας τους τραυματισμούς των θεών, τους καυγάδες, την εκδίκησή τους, τα δάκρυα, τις φυλακίσεις και όλα τα πολύμορφα πάθη τους, ο Όμηρος, έκανε μέσα στην Ιλιάδα ό,τι μπορούσε καλύτερο για να κάνει τους ανθρώπους θεούς και τους θεούς ανθρώπους». Η σκηνή ανάμεσα στον Αχιλλέα και τον Πρίαμο, επιδεικνύει με ακρίβεια αυτή την αναστροφή, και αποκρυσταλλώνει όλα όσα οι ποιητές της Ιλιάδας είχαν μάθει κατά την διάρκεια του ταξιδιού του έπους τους. Ότι δηλαδή οι θεοί που λατρεύουμε μπορεί και να μην απαντούν στις παρακλήσεις μας, και ότι η ανθρωπότητα πρέπει μερικές φορές να αίρεται στο ύψος των περιστάσεων και να τους αντικαθιστά. Ότι η δόξα είναι αξεδιάλυτα δεμένη με την άφατη απώλεια. Ότι ο νικητής μοιράζεται την ανθρώπινη φύση ακόμη και με τους πιο ευάλωτους από τους κατακτημένους. Και τέλος, ότι καθαρή και ανόθευτη νίκη στον πόλεμο, δεν υπάρχει.

Η Ιλιάδα διδάσκει ότι στον Πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι.

*Σ.τ.Μ.: Η Caroline Alexander γεννήθηκε το 1956 στην Φλόριντα των ΗΠΑ, και είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κολούμπια (Νέα Υόρκη). Είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το 2015 έγινε η πρώτη γυναίκα που εξέδωσε ολοκληρωμένη μετάφραση της Ιλιάδας στα αγγλικά. Έχει συνεργαστεί με τον New Yorker το Granta και το National Geographic. Στα ελληνικά, έχουν εκδοθεί τα βιβλία της «Η καρτερία: Η θρυλική αποστολή του Σακλετον στην Ανταρκτική» από τις εκδόσεις Ωκεανίδα (1999), και «Ο πόλεμος του Αχιλλέα: Η πραγματική ιστορία της Ιλιάδας και του Τρωικού Πολέμου» από τις εκδόσεις Πατάκη (2014).

**Σ.τ.Μ.: Τα αποσπάσματα της Ιλιάδας που καταγράφει η Alexander στα αγγλικά, «επανήλθαν» στα ελληνικά από το βιβλίο «Ομήρου Ιλιάδα» σε μετάφραση των Ν. Καζαντζάκη και Ι. Κακριδή, έκδοση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), (2015).

ΠΗΓΗ: Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Τι μας λένε και σήμερα οι τρεις τραγικοί, Άνθολόγηση: Ίνα Αναγνωστοπούλου, Λία Μπουσούνη – Γκεσούρα

Εικόνα Α: 
At Achille’s feet, 1876 | https://gr.pinterest.com/pin/433964114094998555/

Εικόνα Β:
https://gr.pinterest.com/pin/649503577513444945/

Πηγή: https://www.lecturesbureau.gr/