ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΝΤΟΥΝΑΣ
Στις 9 Μάρτη του 1822 ψηφίστηκε ο νόμος για το πρώτο εξωτερικό δάνειο και έκτοτε ξεκινά μια περιπέτεια δανεισμού για το νέο ελληνικό κράτος η οποία συνεχίζεται ασταμάτητα έως και τις ημέρες μας.
Νίκος Γιαννόπουλος
Πίσω από τις συνήθεις αφηγήσεις και συχνά ωραιοποιήσεις που αφορούν τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων από το 1821 μέχρι την κήρυξη της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους υπάρχουν πραγματικότητες που συχνά θέλουμε να αγνοούμε. Υπάρχει επίσης και η αμείλικτη πραγματικότητα των αριθμών. Και η πρώτη επαφή του αγώνα μ' αυτήν την αμείλικτη πραγματικότητα έγινε μέσω των δανείων για την ενίσχυση των οικονομικών της Επανάστασης.
Από την αρχή σχεδόν του αγώνα, ήδη από τον Φεβρουάριο του 1822, η δανειοδότηση των επαναστατημένων κρίθηκε απολύτως απαραίτητη. Οι όποιες ενέργειες της Φιλικής Εταιρίας αλλά και η προσωπική περιουσία μέρους των επαναστατημένων δεν αρκούσε για έναν αγώνα που είχε διάρκεια και έναν πολύ μεγάλο αντίπαλο: την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Επρεπε λοιπόν να αναζητηθούν κεφάλαια εκτός Ελλάδας, από την τότε αγορά του χρήματος που είχε αρχίσει να λαμβάνει καθαρά καπιταλιστικά χαρακτηριστικά, όπως αυτά που ξέρουμε σήμερα.
Στις 9 Μάρτη του 1822 ψηφίστηκε ο νόμος για το πρώτο εξωτερικό δάνειο και ακριβώς τότε άρχισε η περιπέτεια των δανείων για το νέο ελληνικό κράτος η οποία κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των μελετητών (αλλά και την αγωνία των πολιτών) ακόμα και 200 χρόνια μετά. Εκτοτε οι οικονομικές κρίσεις που αφορούν το εξωτερικό χρέος της χώρας θα είναι πολλές και συχνά οδυνηρές όπως δυστυχώς είμαστε σε θέση να βεβαιώσουμε και σήμερα. Δεν θα ήταν υπερβολικό δε να ισχυριστεί κανείς ότι η υπερχρέωση του ελληνικού κράτους αρχίζει ήδη από το 1822 χωρίς καν να υπάρχει επίσημη ελληνική κρατική οντότητα ακόμη (παρά μόνο ένα επαναστατημένο έθνος).
Το Σίτι μας δανείζει με ληστρικούς όρους
Λόγω του γεγονότος ότι οι αποστάσεις ήταν για την εποχή τεράστιες αλλά και επειδή υπήρχαν αντιρρήσεις και προσκόμματα από την πλευρά των δανειστών, το πρώτο δάνειο έφτασε στην Ελλάδα μόλις το 1824. Οχι όλο, όπως θα δούμε. Το ότι επιλέγη το Σίτι του Λονδίνου και όχι κάποια άλλη αγορά χρήματος της εποχής έχει τη δική του ξεχωριστή σημασία. "Το Σίτι" όπως αναφέρει στο News24/7 o Σίμος Μποζίκης, συγγραφέας του βιβλίου "Ελληνική Επανάσταση και Δημόσια Οικονομία" που κυκλοφορεί από τον Δεκέμβριο του 2020 μέσω των εκδόσεων "Ασίνη", "είχε γίνει ήδη ένα χρηματοπιστωτικό κέντρο της εποχής. Εκτός των άλλων οι υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις είχαν τα δικά τους προβλήματα. Η Γαλλία προερχόταν ήδη από μεγάλες στρατιωτικές ήττες, η Ρωσία δεν είχε την σχετική οικονομική δυνατότητα. Το Σίτι αντιθέτως είχε φτάσει στο σημείο να δανείζει ακόμα και ανύπαρκτες χώρες, στη Λατινική Αμερική. Το ελληνικό πρώτο δάνειο ήταν κάτι σαν τεστ για τη χώρα".
Το δάνειο αφορούσε το ποσό των 800.000 λιρών. 'Οχι πολύ μεγάλο είναι αλήθεια. Το επιτόκιο όμως ήταν υπέρογκο, σχεδόν 5%, διπλάσιο ή και τριπλάσιο από το σχετικό επιτόκιο καταθέσεων της εποχής. Ιδού πως περιγράφει την κατάσταση ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς στο βιβλίο του Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας (Τόμος Α', εκδόσεις Πατάκης)
"Από τις 800.000 λίρες αφαιρέθηκαν όλα αυτά μαζί με τα τοκοχρεωλύσια δύο ετών και τελικά μετρήθηκαν στην Ελλάδα στο όνομα του Λάζαρου Κουντουριώτη, του Λόρδου Βύρωνα και του Αγγλου Στάνχοπ 302.585 λίρες! Για την εξασφάλιση του αρχικού κεφαλαίου των 800.000 λιρών μπήκαν υποθήκη τα εθνικά κτήματα, οι αλυκές και τα έσοδα των τελωνείων, δηλαδή οι μόνοι πραγματικοί πόροι της χώρας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια και μετά την επανάσταση". Κοντολογίς στην Ελλάδα το 1824 δεν έφτασε ούτε το 50% του ονομαστικού ποσού, μάλιστα σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία η Επανάσταση αντιμετώπιζε μεγάλο πρόβλημα στις πολεμικές επιχειρήσεις και είχε μεγάλη ανάγκη τα χρήματα. Ο Ιμπράιμ Πασάς και η στρατιών των Αιγυπτίων είχαν φέρει τις ελληνικές δυνάμεις σε πολύ δύσκολη θέση.
Πριν καν εισπραχθεί λοιπόν το πρώτο δάνειο από το Σίτι, αρχίζει η συζήτηση για το δεύτερο. 'Οπως μας πληροφορεί ο Σίμος Μποζίκης "είχε ήδη παρθεί η απόφαση για δημιουργία στόλου από ατμοκίνητα πλοία έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εκστρατείας προς το βορρά". Η συμφωνία για δάνειο, και πάλι από το Σίτι του Λονδίνου, αποτελεί γεγονός τον Φεβρουάριο του 1825. Ο Τάσος Βουρνά στο βιβλίο του αναφέρει ότι "από το ονομαστικό ποσό των 2.000.000 λιρών του δανείου σύμφωνα με τον πίνακα του Κ. Παπαρρηγόπουλου έφθασαν στην Ελλάδα 1.110.000 λίρες. Από το τελευταίο ποσό αφαιρέθηκαν 200.000 λίρες για πληρωμή δύο ετών τόκων στους Αγγλους τραπεζίτες προς 5%, 20.000 λίρες για τοκοχρεωλύσια ενός χρόνου προς 1%, 68.800 λίρες για μεσιτικά κλπ που μείωσαν ακόμη περισσότερο το ποσό".
Σε ότι αφορά την παραγγελία των τριών ατμοκίνητων πλοίων αυτή έγινε στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τη σύμβαση που είχε συναφθεί (επίσης Φεβρουάριος του 1825) τα πλοία έπρεπε να παραδοθούν τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Τελικά παραδόθηκε μόνο το ένα ("Καρτερία") ένα χρόνο μετά την ορισμένη από τη σύμβαση ημερομηνία παράδοσης. Οι Ελληνες επαναστατημένοι πλήρωσαν 123000 λίρες για τρία πλοία και τελικά παρέλαβαν μόνο το ένα και αυτό με ιδιαίτερη καθυστέρηση. Τα χρήματα, κοινώς, "φαγώθηκαν".
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Σίμο Μποζίκη, "είναι λάθος να ισχυριζόμαστε ότι τα χρήματα των δανείων δεν κατέληξαν στην επαναστατική προσπάθεια. Δεν είναι όμως ποτέ αρκετά, δεν φτάνουν γιατί εκτός των άλλων οι ανάγκες που προκύπτουν είναι τεράστιες. Από εκεί και πέρα η επαναστατημένη Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που αρχίζει μόλις δύο μήνες μετά τη συμφωνία σύναψης του δεύτερου δανείου από το Σίτι".
Η Ελλάδα αποκλείεται από τις χρηματαγορές προτού καν γίνει κράτος
Η κρίση που αρχίζει από τον Απρίλιο του 1825 στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα επαναληφθεί έκτοτε αρκετές φορές ως σχεδόν απαραίτητο συστατικό του παγκόσμιου καπιταλισμού. Το 1825 η Ελλάδα ως κρατική οντότητα δεν υφίσταται. Παρόλα αυτά υπήρχαν στις αγορές ελληνικά ομόλογα από τα οποία το επαναστατημένο έθνος άντλησε ένα αξιοσέβαστο ποσό. Ακόμα όμως και στο ζήτημα των ομολόγων υπήρχε μεγάλη εκμετάλλευση από τους επιτήδειους της αγοράς.
Είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει στο βιβλίο του "Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016 (Εκδόσεις Πόλις) ο καθηγητής Γιώργος Δερτιλής: "Τα ομόλογα εκδόθηκαν στο 55% και στο 59,5% της ονομαστικής αξίας. Επομένως από τα 70 εκατομμύρια χρυσά φράγκα του ονομαστικού κεφαλαίου, η διάθεση των ομολόγων απέδωσε μόλις 39 εκατομμύρια. Από αυτά λιγότερα από 13 έφτασαν στην Ελλάδα, ενώ τα υπόλοιπα ξοδεύτηκαν σε προμήθειες, προκαταβολές τόκων και χρεολυσίων και άλλες γενναίες προμήθειες που κατέληξαν στα θυλάκια βρετανών και ελλήνων μεσαζόντων". Οι μεσάζοντες από εκείνη την εποχή θησαύριζαν κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες.
Τι είχε γίνει πιο πριν; Μέσα στο χάος που προκάλεσαν στην Ελλάδα οι εμφύλιες διαμάχες της τριετίας 1824-1826 αλλά και λόγω της γενικότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης η τιμή των ελληνικών ομολόγων κατέρρευσε. Το ελληνικό χρέος κρίθηκε ως μη βιώσιμο από τις αγορές και εν τέλει επιβλήθηκε στην Ελλάδα αποκλεισμός από τις διεθνείς αγορές του χρήματος. Αν όλα αυτά, σας θυμίζουν, έστω και λίγο, τα δραματικά γεγονότα της τριετίας 2010-2012, καλώς σας τα θυμίζουν. Τηρουμένων των αναλογιών και της διαφοράς των ιστορικών συνθηκών, ουσιαστικά είχαμε μία επανάληψη του ίδιου έργου. Μη βιώσιμο χρέος, αποκλεισμός από τις αγορές, νέα δάνεια με εγγύηση ξένων χωρών από διεθνείς οργανισμούς. Για την ιστορία εκείνο το πρώτο εμπάργκο της Ελλάδας από τις διεθνείς χρηματαγορές είχε διάρκεια...50 ετών!
O Kαποδίστριας σε τρομερό αδιέξοδο
Αν και όπως είδαμε, η Ελλάδα δεν υπήρχε ακόμη ως κρατική οντότητα, οι πρώτες συμφωνίες για τα δύο πρώτα δάνεια αποτελούν, κατά την εκτίμηση του Σίμου Μποζίκη, την de jure εξωτερικής αναγνώριση της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας. Ακόμα και έτσι όμως χρήματα η Ελλάδα από τις χρηματαγορές δεν μπορούσε πλέον να αντλήσει, όχι τουλάχιστον χωρίς εγγυήσεις ξένων χωρών.
Ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας, ο Ιωάννης Καποδίστριας, που είχε αναλάβει ήδη καθήκοντα από το 1827 (έφτασε όμως στην Ελλάδα στις αρχές του 1828) τη δυσκολία αυτή την βρήκε μπροστά του. Το νεοπαγές κράτος χρήματα δεν είχε και χρειαζόταν οπωσδήποτε οικονομικές ενισχύσεις. Αλλωστε ο αγώνας όχι μόνο δεν είχε τελειώσει ακόμα αλλά οι εμφύλιες έριδες αποτελούσαν ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια. Μέσα σ' αυτό το κλίμα, ο Κερκυραίος κυβερνήτης αναζήτησε πιστώσεις.
Ιδού πως περιγράφει την προσπάθειά του Καποδίστρια ο Τάσος Βουρνάς: "Η Ρωσία κατά τη συνδιάσκεψη του Λονδίνου 9/21 Μάρτη του 1928 κατόρθωσε να ριμουλκήσει την Γαλλία στις απόψεις της και παρά τις αγγλικές αντιδράσεις προσφέρθηκε να εγγυηθεί το δάνειο των 2.000.000 λιρών που ζητούσε ο Καποδίστριας στο Λονδίνο. Η Αγγλία αρνήθηκε την εγγύηση και τότε Ρωσία και Γαλλία ανέλαβαν να ενισχύσουν το ελληνικό δημόσιο ταμείο με 500.000 γαλλικά χρυσά φράγκα το μήνα. Τον Ιούνη του 1828 ο τσάρος έστειλε ένα ποσό 1.500.000 χρυσών ρουβλιών (3.750.000 γαλλικά φράγκα) και ακολούθησαν και άλλες μηνιαίες ενισχύσεις από Ρωσία και Γαλλία. Φυσικά ο εξωτερικός δανεισμός και οι μηνιαίες ενισχύσεις δεν έλυσαν το μέγα πρόβλημα του χάους της ελληνικής οικονομίας και ο Καποδίστριας αναγκάστηκε να καταφύγει και πάλι στο μεσαιωνικό φόρο της δεκάτης-τροποποιώντας τον- και την αύξηση των δασμών, μέτρα που είχαν επιβλαβείς επιπτώσεις στο λαϊκό εισόδημα".
Η ενίσχυση απέκτησε τη μορφή των μηνιαίων "ενέσεων" από συγκεκριμένες χωρές (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα χρήματα προέρχονταν αποκλειστικά και μόνο από κρατικά ταμεία). Μ' αυτόν τον τρόπο όμως οι χρηματοδότες προωθούσαν και τα γενικότερα γεωπολιτικά τους συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου με ότι αυτό συνεπαγόταν για την ελληνική εξωτερική πολιτική που έπρεπε συνεχώς να ισορροπεί μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Ακόμη και η ελληνική πολιτική ζωή απέκτησε κατεύθυνση ανάλογη των διαθέσεων των τριών μεγάλων δυνάμεων της εποχής, της Αγγλίας, της Ρωσίας και της Γαλλίας (προέκυψαν, έτσι, το αγγλικό, το ρωσικό και το γαλλικό κόμμα).
Ο Καποδίστριας, που είχε υπολογίσει τις συνολικές ανάγκες του ελληνικού κράτους στα 60.000.000 χρυσά φράγκα, τελικά δεν κατάφερε να εξασφαλίσει αυτό το ποσό. Ο Κυβερνήτης δολοφονήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1831 από την οικογένεια Μαυρομιχάλη στο Ναύπλιο και έτσι, όταν πια άνοιξε ο δρόμος για το δάνειο των 60.000.000, αυτό δόθηκε στον βασιλιά 'Οθωνα ως μία ιδιότυπη προικοδότηση για να να αναλάβει ο Βαυαρός μονάρχης τη δουλειά στο βασίλειο της Ελλάδας. Εν τω μεταξύ η χώρα, με τη συνθήκη του Λονδίνου (1832), ήταν ήδη ανεξάρτητη. Το πόσο "ανεξάρτητη" ήταν, φάνηκε τις επόμενες δεκαετίες που εκτός δεκατίες εδαφικής ανάπτυξης ήταν και περίοδος συνεχών πτωχεύσεων και χρεωκοπιών. 'Ολα, όπως είδαμε, ξεκίνησαν από το πρώτο δάνειο του 1824. Η συζήτηση δε για την αναδιάρθρωση (και αυτός ο όρος μας θυμίζει πολλά από αυτά που έγιναν πρόσφατα) των δανείων των 1824 και του 1825 άρχισε μόλις τη δεκαετία του 1870. Ακόμα δεν είχαν ξεπληρωθεί...
Πηγή: https://www.news247.gr/