Στις αρχές της δεκαετίας του '80, ο Μπαντ Ντουάιερ ήταν ένας αξιοσέβαστος πολιτικός στην πολιτεία της Πενσυλβάνιας. Σε ηλικία 40 ετών είχε ήδη διατελέσει πολιτειακός βουλευτής και γερουσιαστής με τη σημαία του ρεπουμπλικανικού κόμματος και ετοιμαζόταν να ξεκινήσει μια νέα καριέρα στο Υπουργείο Οικονομικών της πολιτείας αυτής των ΗΠΑ, που έχει τα γεωγραφικά και δημογραφικά μεγέθη της χώρας μας.
Όμως, το 1986 η ζωή του άλλαξε δραματικά, όταν βρέθηκε αναμεμιγμένος σε ένα μεγάλο οικονομικό σκάνδαλο, που συντάραξε την πολιτεία. Κατηγορήθηκε ότι έλαβε 300.000 δολάρια, προκειμένου να διευκολύνει ένα τοπικό επιχειρηματία να αναλάβει μια εργολαβία της πολιτείας. Η περιπέτειά του ξεκίνησε από μια ανώνυμη επιστολή που έφθασε στον ρεπουμπλικάνο κυβερνήτη της Πενσυλβάνιας Ντικ Θόρνμπεργκ, μετέπειτα Υπουργό Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Ο Ντουάιερ από την πρώτη στιγμή διατυμπάνιζε την αθωότητά του και θεωρούσε πολιτική τη δίωξή του από ανταγωνιστές του στο κόμμα.
Ο τοπικός εισαγγελέας, στο πλαίσιο των δικονομικών παζαριών (plea bargains) που προβλέπονται στο αμερικανικό νομικό σύστημα, του πρότεινε ποινή φυλάκισης πέντε ετών, αν παραδεχόταν ότι δωροδοκήθηκε και συνέβαλε με τη συνεργασία του στην αποκάλυψη όλων των πτυχών του σκανδάλου. Ο Ντουάιερ αρνήθηκε επειδή πίστευε στην αθωότητά του. Δικάστηκε, κρίθηκε ένοχος παθητικής δωροδοκίας και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 55 ετών και χρηματική ποινή 300.000 δολαρίων, το ποσό δηλαδή που φέρεται να ενθυλάκωσε.
Στις 22 Ιανουαρίου 1987 ο Μπαντ Ντουάιερ προγραμμάτισε συνέντευξη τύπου στην πρωτεύουσα της Πενσυλβάνιας, Χάρισμπεργκ. Οι δημοσιογράφοι υπέθεσαν ότι θα τους ανακοίνωνε την παραίτησή του από την υπηρεσία, καθώς την επομένη έπρεπε να παρουσιαστεί στη φυλακή για να εκτίσει την ποινή του. Η συνέντευξη θα επιφύλασσε απρόσμενες και τραγικές εκπλήξεις. Γύρω στις 11 το πρωί ο Ντουάιερ παρουσιάστηκε στην αίθουσα της συνέντευξης φανερά νευρικός και ταραγμένος.
Στην εισαγωγική του ομιλία υποστήριξε για μια ακόμη φορά την αθωότητά του και ανέφερε ότι δεν σκόπευε να παραιτηθεί. Στη συνέχεια διάβασε ένα προετοιμασμένο κείμενο. Χαρακτήρισε τον εαυτό του «σύγχρονο Ιώβ», κατηγόρησε τον δικαστή που εξόντωσε έναν αθώο και θεώρησε τον εαυτό του θύμα πολιτικής πλεκτάνης. Ολοκληρώνοντας, τόνισε ότι θα αναλάβει σταυροφορία για την καλυτέρευση της απονομής της δικαιοσύνης στις ΗΠΑ.
Μόλις τελείωσε την ομιλία του και χωρίς να δεχθεί ερωτήσεις από τους παριστάμενους δημοσιογράφους έβγαλε τρεις φακέλους από την τσάντα του και τους παρέδωσε σ' έναν υφιστάμενό του. Από τον τέταρτο και μεγαλύτερο φάκελλο, που κρατούσε, τράβηξε ένα Μάγκνουμ 357. Όλοι μέσα στην αίθουσα πάγωσαν. Αυτός, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του, τους είπε: «Όσοι δεν αντέχετε τη θέα του όπλου να βγείτε από την αίθουσα». Κάποιοι που κατάλαβαν το τι επρόκειτο να συμβεί κινήθηκαν για να τον μεταπείσουν. Μάταια όμως. Ο Ντουάιερ με μια γρήγορη κίνηση έβαλε την κάννη του Μάγκνουμ στο στόμα του και πυροβόλησε μπροστά σε πέντε τηλεοπτικές κάμερες που κάλυπταν «ζωντανά τη συνέντευξή του». Ήταν θέμα δευτερολέπτων να πιστοποιηθεί ο θάνατός. Η εικόνα που παρουσίαζε το πρόσωπό του δεν άφηνε καμία αμφιβολία περί του αντιθέτου.
Οι θεατές των πρωινών εκπομπών είδαν σε απευθείας μετάδοση την αυτοκτονία. Ανάμεσα τους και πολλά παιδιά, καθώς εκείνη την ημέρα τα σχολεία της πολιτείας ήταν κλειστά, λόγω χιονοθύελλας. Η αυτοκτονία Ντουάιερ δημιούργησε μείζον δημοσιογραφικό πρόβλημα και καταστάσεις διλημματικού χαρακτήρα. Τα τηλεοπτικά κανάλια θα έπρεπε να δείξουν ή να μην δείξουν την αποτρόπαια σκηνή και αν ναι με ποιο τρόπο. Η λύση που δόθηκε από τους αρχισυντάκτες στα απογευματινά και βραδινά δελτία ειδήσεων περιλάμβανε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Πάντως, έγκυροι καθηγητές δημοσιογραφίας που κλήθηκαν να σχολιάσουν το γεγονός, υποστήριξαν ότι οι υπεύθυνοι των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων θα πρέπει να είναι πάντα προετοιμασμένοι να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις μέσα σε δευτερόλεπτα και καλό θα είναι να δίνουν προτεραιότητα στον ψυχολογικό αντίκτυπο που θα έχει η παρουσίαση της είδησης στο κοινό και να μην έχουν γνώμονα το κυνήγι της πρωτιάς και της τηλεθέασης.
Όσον αφορά στα επακόλουθα της αυτοκτονίας Ντουάιερ, οι τρεις φάκελλοι που άφησε ο αυτόχειρας πολιτικός προορίζονταν ο ένας για την οικογένειά του, όπου ανέφερε και τους λόγους της αυτοκτονίας του, ο δεύτερος περιείχε μία κάρτα δωρητή σώματος και ο τρίτος ένα γράμμα για τον νεοεκλεγέντα κυβερνήτη της πολιτείας. Αργότερα, ένας φίλος του Ντουάιερ αποκάλυψε ότι ο λόγος της αυτοκτονίας του ήταν η δυνατότητα που θα έδινε στην οικογένειά του να ευεργετηθεί από το συνταξιοδοτικό του πρόγραμμα και να αντεπεξέλθει στα υπέρογκα δικηγορικά έξοδα της δικαστικής του περιπέτειας.
Ηχητικά αποσπάσματα της αυτοκτονίας Ντουάιερ ακούγονται στα τραγούδια «Don't Argue» των Cabaret Voltaire(1987), «The World is yours» (1989) των Faith No More και «Get Your Gunn» του Marilyn Manson (1994).
Οπτικό υλικό από την αυτοκτονία περιέχεται στο βραβευμένο ντοκιμαντέρ του Μάικλ Μουρ «Ακήρυχτος Πόλεμος» («Bowling for Columbine»), παραγωγής 2002.
Πηγή: https://www.sansimera.gr