Νίκος Αναγνωστάκης
Σε κάποια χρόνια παλαιότερα ανέμελα και λιγότερο συννεφιασμένα από τα σημερινά που ζούμε, η περίοδος των Χριστουγέννων έκανε έναρξη από τις 6 του Δεκέμβρη, γιορτή του Αϊ Νικόλα. Τα σπίτια ανοίγανε, στόλιζαν Χριστουγεννιάτικο δέντρο, ψήνονταν γλυκά, μελομακάρονα, κουραμπιέδες και από τη μυρωδιά απ’ τη καμένη ζάχαρη, το βούτυρο, το αμύγδαλο και το καρύδι μοσχοβολούσε η πολυκατοικία.
Τραβώντας την ανηφόρα προς τα Χριστούγεννα και τον καινούργιο χρόνο, η πόλη φοράει τα καλά της, γεμίζει με φώτα και στολίδια. Αρχίζουν να ξεσφίγγονται λίγο τα χείλη, έστω με διστακτικά χαμόγελα, και να φεγγοβολούν τα μάτια μας.
Αυτές τις μέρες ας μείνουμε λίγο μακριά από συγκρούσεις, μολότοφ, χημικά και σπασμένα μαγαζιά.
Η αγορά αρχίζει να δυναμώνει με τα Χριστουγεννιάτικα δώρα και δίνει μια ανάσα στα ταμεία των μαγαζιών.
Ας παγώσουμε προσωρινά τις σκέψεις για τα διεθνή προβλήματα, τους πολέμους, τη τρομοκρατία, τα οικονομικά, τη κλιματική αλλαγή και τόσα άλλα.
Όσο για τα εσωτερικά προβλήματα, ο Ροΐδης είχε γράψει πριν από ένα αιώνα και κάτι, ότι «Η Ελλάδα δεν αλλάζει. Ούτε χαλιέται, ούτε φτιάχνεται».
Όσο και να βελτιώνεται λίγο η κατάσταση από τη κρίση που περνάμε, οι πληγές είναι ακόμα ανοιχτές και οι πολιτικοί μας εξακολουθούν να παίζουν «Γκόλφω»…
Αυτό που περιμένω με λαχτάρα κάθε παραμονή Χριστουγέννων, είναι το πρωϊνό κουδούνισμα των παιδιών που λένε τα κάλαντα, που μόλις με ρωτάνε «να τα πούμε;» και απαντώ καταφατικά, νιώθω μια γλυκιά αίσθηση στην καρδιά και στη ψυχή, που γεμίζει χαρά, γαλήνη αλλά και νοσταλγία.
Αυτές οι γλυκές, λίγο φάλτσες αθώες φωνούλες για ένα περίπου λεπτό, γίνονται το απόλυτο «soundtrack», το συναίσθημα και το νόημα των Χριστουγέννων. Στις μέρες μας τα παιδιά που λένε τα κάλαντα πηγαίνουν δυο η τρία μαζί και λειτουργούν κάπως σαν εταιρία και μοιράζονται το μεσημέρι την είσπραξη.
Τα παλιά τα χρόνια πηγαίναμε για κάλαντα ο καθένας μόνος του. Επιλέγαμε από την προπαραμονή, βάση σχεδίου και στόχευσης τους «πελάτες» μας, τους χουβαρντάδες και τους ανοιχτοχέρηδες και αποφεύγαμε τους μίζερους και τους τσιγκούνηδες. Οι οποίοι όχι μόνο δεν χαλάλιζαν λίγες δραχμούλες, έτσι για το καλό του χρόνου, αλλά δεν μας κέρναγαν ούτε ένα μελομακάρονο και πολλοί απ’ αυτούς δεν μας άνοιγαν ούτε τη πόρτα.
Το μεσημέρι κάναμε ταμείο και μετά πηγαίναμε στο MINION να αγοράσουμε το παιχνίδι που ονειρευόμασταν εβδομάδες πριν και το βράδυ το μενού είχε οπωσδήποτε κινηματογράφο.
Εύγε σ ’αυτά τα παιδάκια αλλά και τους γονείς τους που κρατούν ολοζώντανο το μακροχρόνιο αυτό έθιμο, που ντύνει αυτή την Άγια Ημέρα και την Άγια Νύχτα που ακολουθεί.
Θυμάμαι ακόμη και σήμερα τις παλιές Χριστουγεννιάτικες ταινίες του Χόλυγουντ όπου μέσα από την απλοϊκότητα και την γλυκερότητά τους, δημιουργούν μια συγκίνηση ακόμα και σήμερα. Στις ταινίες αυτές, διέκρινες πάντα μια εντιμότητα των συναισθημάτων και ηθική. Επειδή η αγάπη πάντα θα διδάσκει και θα συγκινεί.
Τα Χριστούγεννα είναι η μεγαλύτερη γιορτή του Χριστιανισμού, που δημιουργεί την ευκαιρία να αφεθούμε για λίγες μέρες στην απλότητα, στην καλοσύνη και στην αλληλεγγύη.
Μελαγχολώ με τη σκέψη ότι θα έρθει κάποια μέρα, όπου το κουδούνι δεν θα χτυπήσει τη παραμονή των Χριστουγέννων και δεν θα εμφανισθούν τα παιδάκια, για να γλυκάνουν λίγο τη καρδιά μας με το «Χριστός γεννάται σήμερα», που θα το ακούμε σε λίγο, μάλλον, μόνο ψηφιακά.
Πηγή:https://www.ogdoo.gr