14 Νοέμβρη 1973.
Οι φοιτητές της Αθήνας καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο. Σύνθημά τους: ΨΩΜΙ- ΠΑΙΔΕΙΑ- ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ- ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ.
Ώρα 7 μ.μ. από 1500 φοιτητές πάρθηκε η απόφαση « να μείνουμε απόψε στο Πολυτεχνείο». Συγκροτείται Συντονιστική Επιτροπή απ΄ όλες τις σχολές και επιβάλλει έλεγχο σε ανεύθυνα συνθήματα και μεταδίδει τα δικά της από μεγάφωνα και το μικρό πομπό, αλλά και συγκεντρώνει τρόφιμα, φάρμακα κλπ. Γύρω στο Πολυτεχνείο και χιλιάδες αδούλωτοι Έλληνες τούς συμπαραστέκονται.
15 Νοέμβρη 1973.
Γέμισαν τα κτίρια του Πολυτεχνείου και το προαύλιο από φοιτητές και απέξω δεκάδες χιλιάδες λαού και μαθητών, που έρχονται κατευθείαν από τα σχολεία τους, φέρνοντας στους ελεύθερους και μαχητικούς φοιτητές όλο και περισσότερα τρόφιμα, φάρμακα κλπ. Εκλέγεται Συντονιστική Επιτροπή που συμμετέχουν και δυο εργάτες, και σε ανακοίνωση της λέει: η εκδήλωση του Πολυτεχνείου είναι αντιφασιστική και αντιμπεριαλιστική. Λειτουργεί νέος πομπός, που τώρα ακούγεται σ’ όλη την Αττική. Υπερηφάνεια και συγκίνηση κατέχει όλους τους Έλληνες που τ’ ακούνε: «Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο! Σας μιλά ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων. Κάτω η χούντα, κάτω ο Παπαδόπουλος, έξω οι Αμερικάνοι, κάτω ο φασισμός, η χούντα θα πέσει από το λαό… Λαέ, κατέβα στο πεζοδρόμιο, έλα να μας συμπαρασταθείς, τη λευτεριά σου για να δεις…». Στη Θεσσαλονίκη και Πάτρα οι φοιτητές καταλαμβάνουν τα Πανεπιστημιακά κτίρια. Οι αγρότες από τα Μέγαρα ξεκινούν για την Αθήνα. Στο Αιγάλεω γίνονται επαναστατικές εκδηλώσεις και ακολουθούν τέτοιες στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά. Όλη η Ελλάδα συμπαρίσταται στους ελεύθερους αγωνιζόμενους φοιτητές.
16 Νοέμβρη 1973.
Πάνω από 150.000 άνθρωποι είναι γύρω από το Πολυτεχνείο και βροντοφωνάζουν με τους ελεύθερους φοιτητές «Κάτω η χούντα, η χούντα θα πέσει απ’ το λαό».
Ώρα 7 και μισή μ.μ.: Ο δικτάτορας δίνει διαταγή να χτυπηθεί πρώτα η λαοθάλασσα, που είναι γύρω στο Πολυτεχνείο. Δακρυγόνα πέφτουν συνεχώς και κάνουν αφόρητη την ατμόσφαιρα. Ο λαός ανάβει φωτιές και τα εξουδετερώνει. Τώρα σφυρίζουν σφαίρες και οι πρώτοι νεκροί πέφτουν μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Ο λαός στήνει οδοφράγματα, δεν υποχωρεί, παλεύει άοπλος, παραμένει στη θέση του.
Ώρα 12 τη νύχτα μπαίνει στην Αθήνα στρατός και τανκ και καταλαμβάνουν επίκαιρες θέσεις.
17 Νοέμβρη 1983, ώρα 2 πρωινή.
Τα τανκ πλησιάζουν το Πολυτεχνείο. «Φαντάροι, είμαστε άοπλοι, είμαστε αδέλφια, μη μας χτυπήσετε, ελάτε μαζί μας» φωνάζουν οι φοιτητές και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός καταγγέλλει στον Ελληνικό λαό την ανίερη πράξη του δικτάτορα.
Ώρα 3 πρωινή. Ένα τανκ γκρεμίζει τη σιδερένια πόρτα του Πολυτεχνείου κι ας είναι στα κιγκλιδώματα φοιτητές. Ρίχνονται ριπές. Στρατός και αστυνομικοί μπαίνουν στο προαύλιο. Οι φοιτητές προσπαθούν να φύγουν, αλλά δέχονται άγριες επιθέσεις. Πολλοί φαντάροι προστατεύουν και βοηθούν τους φοιτητές να φύγουν, αλλά τους κυνηγούν οι γενίτσαροι. Πολλοί συλλαμβάνονται και οδηγούνται στην Ε.Σ.Α όπου βασανίζονται φρικτά.
Οι οδομαχίες συνεχίζονται γύρω από το Πολυτεχνείο μέχρι το πρωί.
Ώρα 11 π.μ. επαναφέρεται στρατιωτικός νόμος.
Το Πολυτεχνείο στάθηκε η αρχή για το τέλος τους.
Ο νέος δικτάτορας ανοίγει το δρόμο για τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Ο ξεσηκωμός του λαού και το εθνικό έγκλημα γκρεμίζουν τη δικτατορία και ξαναγυρίζει η Λευτεριά και η Δημοκρατία.
Η οργή του λαού ενάντια στους φασίστες φάνηκε με τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου. Εκεί τα αδούλωτα νιάτα- φοιτητές και μαθητές- ενώθηκαν με το λαό και ύψωσαν το κορμί και την ψυχή τους απέναντι στα τανκ για τη Λευτεριά, τη Δημοκρατία και για την Εθνική Ανεξαρτησία.
Διδάσκοντας στα παιδιά μας για το Πολυτεχνείο, τιμάμε τη μνήμη των νεκρών και τους αγώνες όλως όσων έλαβαν μέρος στην εξέγερση.
Αλήθεια, όμως, εμείς θυμόμαστε; Πώς, άραγε, θυμίζεις σε έναν ενήλικα τι ήταν το Πολυτεχνείο… Ίσως αφήνοντας ένα παιδί να αφηγηθεί…
ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
(Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντής)
Ναι, έρχομαι από ΕΚΕΙ.
Τι μέρα είναι σήμερα;
Απ’ την Τετάρτη μπήκα μέσα.
Τι να σας πω;
Κόσμος πολύς στα κάγκελα, στο δρόμο, στην αυλή,
στα κάγκελα δεμένα χέρια,
χέρια, πλακάτ, κεφάλια, όπλα,
τι να σας πω;
Και βέβαια είχε αίμα.
Μήπως έχετε ένα τσιγάρο;
Τ” αφήσαμε ΕΚΕΙ τα τσιγάρα,
πολλά τσιγάρα
κι ένα ταψί με κριθαράκι που μας έφερε η γριά.
Μήπως έχετε ένα ηρεμιστικό;
Ή, καλύτερα, ένα τσιγάρο.
Μα, ναι… Ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Δυο χιλιάδες; Τρεις χιλιάδες;
κι άσε τους έξω…
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου.
Βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ
απ” την Τετάρτη… ή την Τρίτη;
Στα κάγκελα δεμένα χέρια, πρόσωπα, πλακάτ,
με το φορείο φέραν μια κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πόσων χρονών.
Όχι, δε φαινότανε το πρόσωπό της.
Όχι, σας λέω, το αίμα δεν είναι δικό μου…
Τι σας έλεγα; Για την κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πώς τη λένε.
Ναι, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Κανείς δεν ήθελε να φύγει.
Τα τανκς στεκόντουσαν στην πόρτα,
έξω απ” τα κάγκελα,
όχι, μέσα απ” τα κάγκελα,
όχι… έξω…
Μα, βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Όχι, δεν θέλω επίδεσμο, το αίμα δεν είναι από μένα..,
Δύο φαντάροι μ” έκρυψαν σ” ένα σκουπιδοτενεκέ
Χέρια δεμένα στις ερπύστριες,
μάτια, μαλλιά,
τα μάτια στα κάγκελα,
ανάμεσα στα κάγκελα…
Μόνο να ξημερώσει, λέγαμε…
Και βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Πώς να τα πω με τη σειρά;
Πέρασαν κι άλλοι από δω;
Κάτι κορίτσια, κάτι αγόρια…
Και βέβαια είχαμε νεκρούς.
Τι θα πει «πόσους;»
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου,
δε θέλω επίδεσμο…
Με συγχωρείτε, πρέπει να πηγαίνω,
η μάνα μου θ” ανησυχεί.
Τι να σας πω;
Δεν ξέρω…
Μα ναι…
ήμουνα ΕΚΕΙ…
Πηγή: https://www.talcmag.gr