Κατά δική του απαίτηση
και πλειοψηφία οριακή,
ως άλλος πραιτωριανός,
πρόεδρος επίτιμος ανεκηρύχθη
Παναγιώτα Λάμπρη, Η απονομή
Δύο από τα πολλά ερωτήματα που θα ήθελα να θέσω σε ορισμένους πολιτικούς [πρώην, νυν και ...αεί] είναι:
1. Γιατί ζητάνε [κατά τη διάρκεια της θητείας τους ή και μετέπειτα] να τους αποδοθούν τιμές κι αξιώματα από διάφορους κι ετερόκλητους φορείς [κοινωνικούς, επιστημονικούς, πολιτιστικούς κλπ];
Πλείστοι όσοι ‘πιέζουν’ γνωστούς και φίλους για να τους ανακηρύξει μία κωμόπολη [την οποία ουδέποτε είχαν επισκεφθεί] ‘επίτιμους δημότες, άλλοι προτρέπουν κάποιους συνεργασθέντες ακαδημα’ι’κούς να τους αναγορεύσουν σε ‘επίτιμους διδάκτορες’, μερικοί παίρνουν φόρα και γυρνάνε όλη την υφήλιο για να κάνουν διαλέξεις σε αμφίβολης αξίας ιδρύματα
Πραγματικά, και χωρίς να υποτιμώ την πολιτική σταδιοδρομία των εν λόγω, δεν κατανοώ την ανάγκη τους να προβληθούν [δικαιωθούν;] από άλλους χώρους πέραν του πολιτικού στερεώματος. Τι αλήθεια πιστεύουν; Ότι έτσι γίνονται αγαπητοί κι αποκτούν λαϊκό έρεισμα; Ότι ανα-γνωρίζονται ως ισότιμοι των πανεπιστημιακών καθηγητών;ότι όλο το διεθνές κατεστημένο περιμένει με αγωνία τις ομιλίες τους για να χαράξει στρατηγική;
Δεν υποτιμώ, ούτε αφορίζω αυτή την αμερικανικής προέλευσης πρακτική. Θα ήθελα όμως να προ-ειδοποιήσω τους περισσότερους από τους πολιτικούς που υιοθετούν τέτοια τακτική ότι κανένα σύστημα, εκτός ίσως από το κομματικό τους περιβάλλον, δεν πρόκειται να τους αποδεχτεί -πλην σπάνιων περιπτώσεων-ως άξιους των χορηγούμενων τίτλων.
Απλώς διαμορφώνονται οι όροι μιας νέας light διαπλοκής αλληλοεξυπηρετούμενων συμφερόντων πολιτικής, οικονομίας κι επιστήμης.
Γι’αυτό καλύτερο θα ήταν να μένει ο καθείς στο χώρο που επέλεξε να υπηρετήσει και να μη γυρεύει οπουδήποτε κι από οποιονδήποτε ‘μετα-πολιτική καταξίωση’.
2. Γιατί θυμώνται την αξία του πολυμερούς και πολυεπίπεδου διαλόγου μόνον όταν χάνουν τις εκλογές ή την εσωκομματική τους εξουσία;
Οφείλουν να έχουν εδώ και πολύ καιρό καταλάβει, ιδίως οι προβαλλόμενοι και ως διανοητές, πόσο ανούσιες, πληκτικές κι αναποτελεσματικές είναι αυτές οι μετά το [προσωπικό;παρεϊκό;κομματικό τους;] αδιέξοδο επίκληση αρχών και αξιών [sic], προκειμένου να προχωρήσει η αλλαγή [πάντοτε συνοδευόμενη από αυτούς που έχασαν τους μέχρι τότε ρόλους τους]
Μετά τις ευρωεκλογές έχουμε ακούσει τόσες κορώνες συνεργασίας και έχουμε δει να ρίχνονται τόσες κοτρώνες αναθέματος[μεταξύ εαυτών και αλλήλων], που στο τέλος θα πιστέψουμε ότι όλο το πολιτικό σύστημα ήταν άρρωστο και ότι υπάρχουν σε όλα τα κόμματα ‘γιατροί’ έτοιμοι να το θεραπεύσουν
Τα βασικά κόμματα [ΝΔ,ΠΑΣΟΚ,ΣΥΡΙΖΑ] μοιάζει να ‘σαλαμοποιούνται’, τα προσωποπαγή γίνονται όλο και πιο ‘ιδιοκτησιακά’ [μιάς μόνο μετοχής],άπαντες διαβάζουν τα μηνύματα των ψηφοφόρων κατά το δοκούν, οι περισσότεροι θα ήθελαν ‘ένα δικό τους κόμμα’, δηλαδή στα μέτρα των φιλοδοξιών τους, κι εντέλει όλοι συνωμοτούν εναντίον όλων.
Η έννοια και ουσία της συλλογικότητας έχει υποβιβαστεί στη δημιουργία ομάδων και συμμαχιών μιάς ψηφοφορίας και το σχέδιο της Αειφόρου Κεντροδεξιάς σκοντάφτει σε Τρικέφαλο σύστημα συντηρητικών τάσεων ,ενώ το όραμα της Μεγάλης Κεντροαριστεράς στη μεγαλομανία των στρατηγών και των Βρούτων.
Μ’αυτά και μ’αυτά, κι ανεξάρτητα από τις εξελίξεις και την κατάληξη παρόμοιων σκιαμαχιών, εξακολουθώ να αναρωτιέμαι αν η κοινωνία δεν μπορεί να κατανοήσει το βάθος της σκέψης των πολιτικών ή αν η σκέψη τους είναι τόσο ρηχή [και ιδιοτελής;], ώστε να καθίσταται αδύνατο να την εντοπίσει το ραντάρ της δημοκρατικής ευαισθησίας και συνείδησης, δεξιών και αριστερών πολιτών.
* Ο Γιάννης Πανούσης είναι Καθηγητής Εγκληματολογίας, πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη