Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023

ΗΜΟΥΝΑ ΣΤΗ ΓΗ ΒΕΛΟΝΙ!

 Του Χρήστου Χωμενίδη

Ο άνθρωπός μας είναι καλός άνθρωπος. Το ναυάγιο στην Πύλο ειλικρινά τον συγκλόνισε. Όπως τον είχαν συγκλονίσει και τα Τέμπη. Όπως τον συγκλονίζει κάθε τρομερό γεγονός που επιβεβαιώνει την αβεβαιότητα, την αδικία της ανθρώπινης μοίρας. Το ότι κρεμόμαστε από μια κλωστή. Το ότι ακροβατούμε εκ γενετής, ημίτυφλοι, στο χείλος του γκρεμού. Νεότερος εάν αντίκριζε τους σάκους με τα πτώματα, την απόγνωση στα πρόσωπα των επιζώντων, δεν αποκλείεται να ξεσπούσε σε λυγμούς. Τώρα σφίγγει τα χείλη, φτύνει τον κόρφο του, σταυρώνει -κι ας μην είναι θρήσκος- τους δυό μικρούς του γιούς ενώ κοιμούνται στη θαλπωρή της κάμαράς τους. 
Ο άνθρωπος μας δεν έχει ιδιοσυγκρασία επιθετική. Ούτε είναι πολιτικά στρατευμένος. Δεν θα κατέβαινε σε διαδήλωση διαμαρτυρίας -πού καιρός εξάλλου; με τη δουλειά του, με τη δεύτερη δουλειά του και με το σούρτα-φέρτα των παιδιών στις απογευματινές δραστηριότητες, δεν του μένει ώρα ούτε για να ανασάνει. Ούτε και θα μπλεκόταν σε σκυλοκαβγάδες στα social media, όπου οι πάντες γίνονται στο άψε-σβήσε ειδήμονες για τα πάντα –σεισμός συμβαίνει; να’σου ένα εκατομμύριο σεισμολόγοι!– πανδημία ξεσπάει; όλοι μεταμορφώνονται αυθωρεί σε επιδημιολόγους. Το βρίσκει ασέβεια ο άνθρωπός μας με αφορμή αλλότριες συμφορές να εκτονώνεται πληκτρολογώντας. Να φλεξάρει (καινούργια λέξη το "φλεξάρω", του την έμαθε ο μεγάλος του γιός, δεν ξέρει καν εάν τη χρησιμοποιεί σωστά), να φλεξάρει την οργή του, την ευαισθησία του, την επαναστατικότητά του. 
Αισθάνεται ο άνθρωπός μας το χρέος να βοηθήσει. Με συγκεκριμένες πράξεις. Εκ του υστερήματός του. Όταν εισέβαλλαν οι Ρώσοι στην Ουκρανία, νοίκιασε πλασματικά ένα κατάλυμα στο Κίεβο, έστειλε μέσω airbnb εκατό ευρώ στον ιδιοκτήτη του. Το ίδιο θα είχε κάνει κι αν είχαν μπουκάρει οι Ουκρανοί στη Ρωσία. Η αίσθηση του τού δικαίου δεν θολώνει από ιδεολογήματα. 
Πριν από εφτά; οκτώ χρόνια; μέσω μιας φίλης της γυναίκας του, οργανωμένης σε μια ΜΚΟ, πήγαν μια Κυριακή σε έναν καταυλισμό προσφύγων. Πρώην στρατόπεδο. Στο Λαύριο. Τους υποδέχθηκε εγκάρδια η Μυρτώ. "Πρέπει να σουλουπώσουμε ένα δωμάτιο" τους είπε "για να βάλουμε μέσα τα πλυντήρια". Βάλθηκαν να ξύνουν -μαζί και τα πιτσιρίκια τους- τη λαδομπογιά από τις πόρτες και από τα κουφώματα των παραθύρων. Οι γυναίκες πρόσφυγες, με τις μαντήλες, θήλαζαν και ξεμύξιαζαν τα μωρά τους. Οι άντρες, με τις σαγιονάρες, άραζαν στον ήλιο, κάπνιζαν, έπαιζαν τάβλι, τους κοιτούσαν με απορία. Δούλεψαν οικογενειακώς για κανένα δίωρο, την ίδρωσαν -που λένε- τη φανέλα. Χλαπάκιασαν έπειτα χταπόδια και καλαμαράκια σε μια ψαροταβέρνα. 
Ο άνθρωπός μας ζορίζεται για να τα βγάλει πέρα, μεροδούλι-μεροφάι. Έχει δάνειο που τρέχει, φροντιστήρια να πληρώνει, υποστηρίζει και τη μάνα του - πώς να τα βγάλει πέρα με τη σύνταξη του ΟΓΑ; την πηγαίνει σε ιδιώτες γιατρούς, θα έσπαγε η καρδιά του εάν ξεροστάλιαζε η γριούλα του στην αναμονή των νοσοκομείων... 
Έχει συναίσθηση εντούτοις ο άνθρωπός μας πως ανήκει στην πιο προνομιούχα μερίδα των κατοίκων του πλανήτη. Πως αν το είχε φέρει η τύχη να γεννηθεί χίλια χιλιόμετρα πιο νότια -στη Λιβύη ή στην Αίγυπτο-, χίλια χιλιόμετρα ανατολικότερα, στη βαθιά Τουρκία, τότε όσα σχεδόν θεωρεί ως δεδομένα θα φάνταζαν ονειρικά. Ένας γείτονάς του, συνομήλικος, αλβανικής καταγωγής, του έχει διηγηθεί ότι παιδιά, επί Χότζα, έβγαιναν βόλτα στην παραλία και ό,τι σκουπίδι ξέβραζε η θάλασσα από την Κέρκυρα απέναντι -άδεια μπουκάλια από χλωρίνη, τενεκεδάκια κόκα-κόλα- τα μάζευαν και τα στόλιζαν στο σαλόνι τους. Παρακολουθεί τον κόσμο να αλλάζει ραγδαία.
Πριν από εικοσιπέντε χρόνια, είχε κάπου διαβάσει ότι άμα όλοι στην Κίνα άρχιζαν να χρησιμοποιούν χαρτί τουαλέτας, το δάσος του Αμαζονίου θα αφανιζόταν. Σήμερα πλέον οι Κινέζοι αγοράζουν σπίτια στην Αθήνα για να πάρουν την golden visa. Πηγαίνουν μήνα του μέλιτος στη Σαντορίνη. 
Μέχρι τις 9/11, το γκρέμισμα των Δίδυμων Πύργων στο Μανχάταν, ελάχιστοι στη Δύση γνώριζαν τη λέξη "τζιχάντ". Οι Μουσουλμάνοι, όπως και οι Αφρικάνοι, μετανάστες στην Ευρώπη έπρεπε -υποτίθεται- να ευγνωμονούν τις κοινωνίες που τους είχαν δεχθεί και όταν σχολούσαν από τις δουλειές τους να γίνονται αόρατοι. 
Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, πρόσεξε ο άνθρωπός μας ότι οι ετικέτες στα ρούχα που αγόραζε έγραφαν "made in Malaisia” ή "made in Bagladesh”. Τα εργοστάσια είχαν μεταφερθεί στον πάλαι ποτέ Τρίτο Κόσμο. Για να πληρώνουν μεροκάματο ένα δολάριο. Για να απασχολούν παιδιά. Ώστε ο μέσος δυτικός να κάνει shopping therapy, να γεμίζει την ντουλάπα του με ωραία μπλουζάκια και με σέξι εσώρουχα. Για πόσο θα διαρκούσε η ανεμελιά της νεοαποικιοκρατίας; 
Το νοιώθει ο άνθρωπός μας πως ο 21ος αιώνας εγκυμονεί κατακλυσμιαία γεγονότα. Το ξέρει -θες η μικρασιατική καταγωγή του, θες τα διαβάσματά του- πως όταν φουσκώνει το τσουνάμι των ταπεινών και καταφρονεμένων, κανένα τείχος, κανένα σύνορο δεν μπορεί να το συγκρατήσει. Πως η Ιστορία του ανθρώπου είναι η Ιστορία της μετανάστευσης. 
Ο ίδιος κλείνει φέτος τα πενήντα. Ίσως φανεί τυχερός, ίσως του χαριστούν δυό-τρεις δεκαετίες εύθραυστης κανονικότητας, ληξιπρόθεσμης ευημερίας. Τα παιδιά του όμως; Τα εγγόνια του; Θα πολεμήσουν υπέρ βωμών και εστιών; Ή θα υποδεχθούν τα μιλιούνια από την Αφρική και την Ασία σαν φρέσκο, αναζωογονητικό αίμα για τη γηραιά ήπειρο; Θα επαληθευτεί μήπως ο Ουμπέρτο Έκο που προφήτευε ότι το 2100 η Ευρώπη θα έχει το χρώμα café au lait, καφέ με γάλα; 
"Μπάρμπα Γιάννη, μπάρμπα Πέτρο, να τη βγάλουμε κι εφέτο..." λέει ένα παλιό ρεμπέτικο που πολύ τον συγκινεί. Έχει την υποψία μάλιστα ότι ο ρεμπέτης Μουφλουζέλης αποκαλεί "μπάρμπα Γιάννη" τον ευαγγελιστή Ιωάννη που έγραψε την Αποκάλυψη. Και "μπάρμπα Πέτρο" τον κλειδοκράτορα του Παραδείσου. "Ήμουνα στη γη βελόνι, που πατάς και σε αγκυλώνει..." συνεχίζει το τραγούδι. Και νοιώθει ο άνθρωπός μας ότι τα βελόνια που μας αγκυλώνουν, τα βελόνια της γης, είναι οι πρόσφυγες, οι μετανάστες. Όσοι πνίγηκαν. Και όσοι επέζησαν...

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

Πηγή: https://www.capital.gr/