Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2022

ΜΗΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑΣ!

Ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, από τους σπουδαιότερους της γενιάς του. Διακρίθηκε, ακόμη, ως διηγηματογράφος και σεναριογράφος.

Μηνάς Χατζησάββας (1948 – 2015)

Ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, από τους σπουδαιότερους της γενιάς του. Διακρίθηκε, ακόμη, ως διηγηματογράφος και σεναριογράφος.
Ο Μηνάς Χατζησάββας γεννήθηκε το 1948, στην Αθήνα. Σπούδασε υποκριτική στη σχολή «Le Cours Simon» των Παρισίων και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από την οποία αποφοίτησε το 1969.
Στην πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση υποδύθηκε τον Πάρη στο «Ρήσο» του Ευριπίδη (1965), σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη. Μία παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου, που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 1965 στο Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τους θιάσους της Κατερίνας Ανδρεάδη, της Αντιγόνης Βαλάκου, των Γιάννη Φέρτη και Ξένιας Καλογεροπούλου.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του πρωτοποριακού θιάσου «Ελεύθερο Θέατρο» (1970-71) και για περισσότερο από δέκα χρόνια βασικό στέλεχος του «Ανοιχτού Θεάτρου» του Γιώργου Μιχαηλίδη (1984-1998). Το διάστημα 2000-2003 συνεργάστηκε με το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας, στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στο ελεύθερο θέατρο, ενώ την περίοδο 2010-2014 συνεργάσθηκε ξανά με το Εθνικό Θέατρο. Η τελευταία του εμφάνιση στο θέατρο ήταν το καλοκαίρι του 2015, στο έργο «Οι Τυφλοί, ή ο ήχος των μικρών πραγμάτων σε μεγάλο σκοτεινό τοπίο» του Μορίς Μαίτερλινκ, σε σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Στενή υπήρξε και η σχέση του Μηνά Χατζησάββα με το αρχαίο δράμα. Έπαιξε σε τραγωδίες και κωμωδίες στην Επίδαυρο. Υποδήθηκε, μεταξύ άλλων, τον Ιππόλυτο στο ομώνυμο έργο του Ευριπίδη (1989), τον Βλέπυρο στις «Εκκλησιάζουσες» (1992), τον Ιεροκλή στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, τον Διόνυσο στις πολυσυζητημένες «Βάκχες» του Ματίας Λάνγκχοφ (1997), τον Αγαμέμνονα στην ομώνυμη τραγωδία του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου (2008), τον Δαρείο στους «Πέρσες» σε σκηνοθεσία Ντίμιτερ Γκότσεφ (2009), ενώ συμμετείχε στις παραστάσεις «Ηρακλής μαινόμενος» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού (2011), «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» (2012) και «Αγαμέμνων» του Αισχύλου (2013).
Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αισθηματική ταινία του Κώστα Ασημακόπουλου « Όμορφες Μέρες» (1970). Έπαιξε σημαντικούς ρόλους σε περισσότερες από 30 ταινίες γνωστών σκηνοθετών του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, όπως ο Βασίλης Βαφέας, η Τόνια Μαρκετάκη, ο Νίκος Γραμματικός, ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, ο Σωτήρης Γκορίτσας και ο Αλέξανδρος Αβρανάς. Τιμήθηκε δύο φορές με το βραβείο β' ανδρικού ρόλου στη Θεσσαλονίκη («Lilly’s story» του Ροβήρου Μανθούλη και «Τα παιδιά του Κρόνου» του Γιώργου Κόρρα) και μία φορά με το βραβείο α' ανδρικού ρόλου («Κλειστή στροφή» του Νίκου Γραμματικού). Κύκνειο άσμα του στη μεγάλη οθόνη ήταν η συμμετοχή του στην ταινία του Χριστόφορου Παπακαλιάτη «Ένας άλλος κόσμος» (2015), όπου ερμηνεύει έναν ακροδεξιό, που μισεί τους πρόσφυγες.
Η τηλεοπτική του παρουσία υπήρξε επίσης πλούσια. Το μεγάλο κοινό τον γνώρισε 1993 δίπλα στη Μυρτώ Αλικάκη στο ερωτικό δράμα «Αναστασία», ενώ υποδύθηκε χαρακτηριστικούς ρόλους στις σειρές «Νυχτερινό δελτίο» (1998 - 1999), «Κόκκινος κύκλος», «10η εντολή» και «Άμυνα ζώνης».
Με το ψευδώνυμο Πρόδρομος Μαυρίδης εξέδωσε τρεις συλλογές διηγημάτων, με τους τίτλους «Σπέρμα», «Η Χαμένη» και «Δύο Σταγόνες Βροχή». Με το ίδιο ψευδώνυμο συνεργάστηκε σε σενάρια και το 1995 τιμήθηκε με το βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ταινία «Η Ζωή Ενάμισυ χιλιάρικο» της Φωτεινής Σισκοπούλου.
Ο Μηνάς Χατζησάββας πέθανε στις 30 Νοεμβρίου 2015 στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», σε ηλικία 67 ετών. Είχε βεβαρημένο ιστορικό, με καρδιολογικά προβλήματα και νοσηλευόταν στη μονάδα εντατικής θεραπείας του αθηναϊκού νοσοκομείου από τις 23 Νοεμβρίου, έχοντας υποστεί αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Σε μία συνέντευξη του, το καλοκαίρι του 2015 στο περιοδικό «Αθηνόραμα», είχε σχεδόν προφητικά μιλήσει για τη ζωή και το θάνατο: «Η ζωή μας είναι ό,τι είμαστε, τελεία και παύλα. Γι’ αυτό θέλω να δουλεύω, να δουλεύω, να δουλεύω. Αν δεν είχα τη δουλειά μου να με κρατάει, δεν ξέρω τι θα έκανα… Όσο έχω ακόμη δυνάμεις, ας παιδεύομαι».

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1517

© SanSimera.gr