ΑΠΟ ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΚΑΒΑΝΗΣ
Εδώ σε τούτη την παράξενη χώρα που τα ποτάμια της,
που οι πέτρες και τα φαράγγια της, τα σύννεφα και τα βουνά της
βγαίνουν μαζί με μας στον πόλεμο και πολεμάνε και πληγώνονται,
εδώ σ΄αυτά τα δέντρα που οι αρματολοί και οι κλέφτες
κρέμασαν τα τραγούδια τους,
Και μια που έναν απόγονο δεν άφησε για την Ελλάδα του,
τι ήρθαν να κάνουν εδώ σήμερα οι στρατιώτες της πατρίδας του
για να το ειπούμε στα πουλια να του το τραγουδήσουν;
Τους περιμέναμε να ‘ρθουν να μας ξαναφιλέψουν
λίγα λουλούδια από τη γης του αγαπητού μας Σέλεϊ’
κι ήρθαν να μας σταυρώσουνε το λαό μας τον Άδωνη.
Τον χιλιοπληγωμένο Άδωνη, Σηκωθείτε
ν’ αρπάξουμε στα χερια μας τις σάλπιγγες της πατρίδας.
Να τους το πούμε να το καταλάβουνε: Δε χαμηλώνει ο Ολυμπος.
Να τους το πούμε να το καταλάβουνε: Πως δεν αλλάζει ο ήλιος.
πως δεν αλλάζουνε τα χρώματα ποτέε σ’ αυτή τη χώρα
και πως ποτέ δεν κόπηκε στη μέση το τραγούδι:
Τ’ αφήνει ο γέρος του Μωριά, το ξαναπιάνει ο Αρης!
τ’ αφήνουν τα κλεφτόπουλα, το παίρνουν οι Ελασίτες!
το παίρνουν τα ψηλά βουνά, το σέρνουν τα ποτάμια,
τ’ αφρολογούν οι θάλασσες, καίγονται τα λημέρια
Μωριά και Ρούμελη…
(Έγχρωμη ξυλογραφία Τάσσου Αλεβίζου: «Η πομπή του λαού της Αθήνας που κηδεύει τους δολοφονημένους Εαμίτες στις 4 του Δεκέμβρη του 1944»)
Πηγή: https://atexnos.gr/