Ο ποιητής, πεζογράφος και κριτικός Έντγκαρ Άλαν Πόε ήταν ο πρώτος Αμερικανός συγγραφέας που αναγνωρίστηκε διεθνώς. Είναι γνωστός κυρίως για τα έργα του, στα οποία επικρατεί το μυστήριο και το μακάβριο, όπως «Οι φόνοι τής οδού Μοργκ» («Murders in the· Rue Morgue», 1841), που θεωρείται η απαρχή της αστυνομικής λογοτεχνίας και το εμβληματικό του ποίημα «To κοράκι» («The Raven», 1845).
Ο Ένγκαρ Πόε γεννήθηκε στην Βοστώνη στις 19 Ιανουαρίου 1809 και ήταν το δεύτερο από τα τρία παιδιά ενός ζεύγους ηθοποιών, του ιρλανδικής καταγωγής Ντέιβιντ Πόε και της αγγλίδας Ελίζαμπεθ Χόπκινς. Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογενειακή εστία το 1810 και η μητέρα του πέθανε τον επόμενο χρόνο. Έτσι την ανατροφή του ανέλαβε ο έμπορος και ο κατά πιθανότητα νονός του Τζον Άλαν και η σύζυγός του Φράνσις, που προσέθεσαν στο ονοματεπώνυμο του νεαρού Έντγκαρ και το δικό τους επώνυμο.
Από το 1815 έως το 1820 έζησε στην Σκωτία και την Αγγλία, όπου άρχισε κλασικές σπουδές, τις οποίες συνέχισε, μετά την επάνοδό του στις ΗΠΑ, στο Ρίτσμοντ της πολιτείας Βιρτζίνια. Το 1826 φοίτησε για 11 μήνες στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, όπου σπούδασε Ελληνικά, Λατινικά, Γαλλικά, Ισπανικά και Ιταλικά. Η ενασχόλησή του όμως με τον τζόγο εξόργισε τον κηδεμόνα του, ο οποίος δεν του επέτρεψε να συνεχίσει τις σπουδές του και ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ.
Το 1827, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα αμερικανικά γράμματα, εκδίδοντας στην Βοστώνη ένα φυλλάδιο με τα νεανικά του ποιήματα με τίτλο «Tamerlane, and Other Poems» («Ταμερλάνος και άλλα ποιήματα«). Η έλλειψη οικονομικών μέσων τον οδήγησε στην απόφαση να καταταγεί στο στρατό. Ο κηδεμόνας του Τζον Άλαν εξαγόρασε την στρατιωτική του θητεία και τον βοήθησε να εισαχθεί στην Στρατιωτική Ακαδημία τού Γουέστ Πόιντ (την Σχολή Ευελπίδων των ΗΠΑ). Πριν από την έναρξη της φοίτησής του, το 1829, ο Πόε εξέδωσε στην Βοστώνη την συλλογή ποιημάτων«Αl Aaraaf, Tamerlane, and Minor Poems» («Αλ Ααράαφ, Ταμερλάνος και μικρότερα ποιήματα»).
Το κλίμα της σχολής δεν τον σήκωνε και από την αρχή τής φοίτησής του επιδίωκε να αποβληθεί, απουσιάζοντας συστηματικά από τις ασκήσεις και τα μαθήματα. Και πράγματι το πέτυχε. Αμέσως μετά μετέβη στην Νέα Υόρκη, όπου εξέδωσε συλλογή με τίτλο «Ποιήματα» («Poems»), με ορισμένα από τα ωραιότερα ποιήματά του. Επέστρεψε στην Βαλτιμόρη, όπου άρχισε να γράφει διηγήματα. Το 1833 το διήγημά του «Χειρόγραφο μέσα σε ένα μπουκάλι» («MS. Found in a Bottle») κέρδισε 50 δολάρια σε διαγωνισμό μιας εβδομαδιαίας εφημερίδας τής Βαλτιμόρης.
Το 1835 είχε πια εγκατασταθεί στο Ρίτσμοντ, όπου συνεργάστηκε με το περιοδικό «Southern Literary Messenger» και απέκτησε φήμη ως κριτικός. Τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκε την ηλικίας 13 ετών εξαδέλφη του Βιρτζίνια Κλεμ και υπήρξε στοργικός σύζυγος στα λίγα χρόνια που έζησαν μαζί.
Ο Πόε απολύθηκε από το περιοδικό, πιθανώς διότι είχε κρίσεις μέθης, και εγκαταστάθηκε στην Νέα Υόρκη. Το ποτό κατέστρεψε την ζωή του. Μεθούσε σπάνια, αλλά πάντοτε δημόσια. Η κατάσταση αυτή οδήγησε στην υπόθεση ότι ο Πόε ήταν τοξικομανής, αλλά κατά μια ιατρική μαρτυρία υπέφερε από κάκωση τού εγκεφάλου.
Κατά την διάρκεια τής παραμονής του στην Νέα Υόρκη εξέδωσε, τον Ιούλιο του 1838, το μοναδικό ολοκληρωμένο μυθιστόρημά του με τίτλο «Η αφήγηση τού Άρθουρ Γκόρντον Πιμ» («The Narrative of Arthur Gordon Pym of Nantucket»), μια συναρπαστική ναυτική περιπέτεια που καταλήγει σ' έναν κρυπτογραφικό γρίφο, που σύμφωνα με τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες, επηρέασε πλήθος γνωστών συγγραφέων. Ένας από αυτούς είναι ο Χέρμαν Μέλβιλ στο μυθιστόρημα του «Μόμπι Ντικ».
To 1839 συνεργάστηκε στην έκδοση τού περιοδικού Burton’s Gentleman’s Magazine της Φιλαδέλφειας. Είχε δεσμευτεί με συμβόλαιο να παραδίδει ένα κείμενο τον μήνα. Τότε έγραψε την γνωστή ιστορία τρόμου «Η πτώση τού Οίκου των Άσερ» («The Fall of the House of Usher»), που περιλαμβάνει μια ιδιαίτερα μελετημένη περιγραφή ενός νευρωτικού, ο οποίος αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ο ίδιος ο Πόε, όπως είχε αρχικά υποτεθεί, αλλά ένας γνωστός του.
Τον ίδιο χρόνο, εξέδωσε την συλλογή «Αλλόκοτες ιστορίες» («Tales of the Grotesque and Arabesque», με χρονολογία 1840). Παραιτήθηκε από το περιοδικό γύρω στον Ιούνιο του 1840, αλλά το 1841 ανέλαβε την έκδοση του περιδικού Graham’s Lady's and Gentleman’s Magazine, στο οποίο δημοσίευσε την πρώτη αστυνομική ιστορία με τίτλο «Οι φόνοι της οδού Μοργκ» («The Murders in the Rue Morgue»). To 1843, το διήγημά του «Ο χρυσός σκαραβαίος» («The Gold Bug») κέρδισε ένα βραβείο τής εφημερίδας «Dollar Newspaper» της Φιλαδέλφειας, χάρη στο οποίο έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό.
Το 1844 επέστρεψε στην Νέα Υόρκη, όπου δημοσίευσε το διήγημα «Η απάτη τού μπαλονιού» («The Balloon Hoax») στην εφημερίδα New York Sun. Παράλληλα συνεργαζόταν με την εφημερίδα New York Mirror. Στην εφημερίδα αυτή, στο φύλλο της 29ης Ιανουαρίου 1845 δημοσιεύθηκε το περίφημο ποίημά του, «Το κοράκι» («The Raven»), που τον έκανε αμέσως διάσημο σε ολόκληρη την χώρα.
Κατόπιν συνεργάστηκε με το βραχύβιο έντυπο «Broadway Journal», στο οποίο αναδημοσίευσε το 1845 τα περισσότερα διηγήματά του. Εκείνο τον χρόνο η ποιήτρια Φράνσις Σάρτζεντ Όσγκουντ ερωτεύθηκε τον Πόε. Η σύζυγός του Βιρτζίνια δεν διαμαρτυρήθηκε, αλλά τα κείμενα τα οποία δημοσιεύονταν από την ποιήτρια με το ψευδώνυμο «Φάνι» για τον φιλολογικό της έρωτα προκάλεσαν σκάνδαλο.
Το 1845 ο Πόε εξέδωσε τον τόμο «Το κοράκι και άλλα ποιήματα» («The Raven and Other Poems») και μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Ιστορίες» («Tales»). Το 1846 εγκαταστάθηκε σε εξοχικό σπίτι στο Φόρνταμ (σήμερα συνοικία της Νέας Υόρκης), όπου έγραψε για λογαριασμό του Godey's Lady’s Book (Μάιος - Οκτώβριος 1846) μια σειρά κειμένων με τίτλο «Οι λόγιοι της Νέας Υόρκης» («Literati of New York»). Επρόκειτο για μια παρουσίαση προσωπικοτήτων της εποχής του, με τα σχετικά κουτσομπολιά, τα οποία τον οδήγησαν στο δικαστήριο με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης.
Τον Ιανουάριο του 1847 πέθανε η σύζυγός του από φυματίωση σε ηλικία 25 ετών και η ζωή του ξανάγινε ασταθής και προβληματική. Το 1848 δημοσίευσε διάλεξή του με τίτλο «Εύρηκα» («Eureka»), στην οποία επιχειρεί μια υπερβατική «εξήγηση» τού Σύμπαντος, που δίχασε την κριτική. Κάποιοι την θεώρησαν αριστούργημα, κάποιοι άλλοι σκέτη ανοησία. Έπειτα από μια κρίση μέθης στην Φιλαδέλφεια, κατόρθωσε να επιστρέφει στο Ρίτσμοντ, όπου τελικά, ύστερα από διάφορες ερωτικές περιπέτειες, αρραβωνιάστηκε μια παλιά του γνώριμη, την Σάρα Ελμίρα Ρόιστερ, η οποία ήταν χήρα. Μαζί της πέρασε ένα ανέμελο και ευτυχισμένο καλοκαίρι το 1849.
Ο Πόε είχε ορισμένα προαισθήματα για τον επικείμενο θάνατό του, όταν έφυγε από το Ρίτσμοντ για την Βαλτιμόρη στα τέλη Σεπτεμβρίου. Στις 3 Οκτωβρίου 1849 βρέθηκε μεθυσμένος και σε οικτρή κατάσταση καταμεσής του δρόμου και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Στις 5 το πρωί της 7ης Οκτωβρίου 1849 άφησε την τελευταία του πνοή και τάφηκε στο Πρεσβυτεριανό Νεκροταφείο τής Βαλτιμόρης. Η αιτία του θανάτου του εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο, καθώς χάθηκαν τα ιατρικά έγγραφα και το πιστοποιητικό θανάτου. Από τότε διάφορες ερμηνείες για την ασθένεια που προκάλεσε τον πρόωρο θάνατό του έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2216
© SanSimera.gr