‘Ενα λυρικό και παθιασμένο ποίημα της βραβευμένης με Νόμπελ Χιλιανής ποιήτριας Γκαμπριέλας Μιστράλ, που ξυπνά συναισθήματα σεβασμού για τις εξαιρετικές δασκάλες και δασκάλους που πέρασαν από τη ζωή μας. Είναι οι άνθρωποι που μας σημάδεψαν, γιατί αναγνώρισαν την αυθεντική μας φλόγα, γιατί μας ενθάρρυναν να πατήσουμε στα πόδια μας και να βρούμε τη δική μας θέση στον ήλιο, γιατί έκαναν τη δουλειά τους με ζήλο και αφοσίωση όποιες κι αν ήταν οι δυσκολίες:
Θεέ μου, Εσύ που δίδαξες, συγχώρα με που διδάσκω•
που φέρω την ιδιότητα του δασκάλου,
Δώσε μου μοναδική αγάπη για το σχολειό μου•
τόση που, όσες κι αν είναι οι δυσκολίες, να μην μπορούν
να κλέψουν την τρυφεράδα απ’ τις στιγμές που ζω.
Δάσκαλε, κάνε ακατάπαυστο τον ενθουσιασμό μου
και περαστική την απογοήτευση.
Βγάλε από μέσα μου αυτόν τον ανομολόγητο πόθο
για ικανοποίηση που εξακολουθεί να με ταράζει,
το γελοίο απομεινάρι της δυσφορίας
που νιώθω όταν με πληγώνουν.
Να μην πονάει η αδιαφορία και να μην θλίβομαι
για τη λήθη αυτών που μας δίδαξαν.
Κάνε με να είμαι πιο μάνα από τις μάνες,
για να μπορέσω ν’ αγαπήσω
και να υπερασπίσω όπως αυτές
τα παιδιά που δεν είναι σάρκα της σάρκας μου.
Βοήθησέ με να πετύχω για καθένα
απ’ τα παιδιά μου τον στίχο μου τέλειο
και να σου αφήσω αυτή την άφωνη,
την πιο δυνατή μου μελωδία,
για όταν τα χείλη μου δεν θα τραγουδούν πια.
Δείξε μου τη δύναμη του Ευαγγελίου σου έγκαιρα,
ώστε να μην εγκαταλείψω τη μάχη της κάθε μέρας
και της κάθε ώρας για το σκοπό μου.
Δώσε στο δημοκρατικό σχολειό μου
τη λάμψη που σκορπίζεται
όταν τα ξυπόλυτα παιδιά μου τρέχουν.
Κάνε με δυνατή,
ακόμα και στη γυναικεία αδυναμία μου
και στη γυναικεία φτώχεια μου•
κάνε με αδιαπέραστη σε ό,τι μπορεί
να μην είναι αγνό,
σε κάθε πίεση που δεν συντονίζεται
με τη θερμή θέλησή σου για τη ζωή μου.
(….)
Δώσε μου απλότητα και βάθος·
λύτρωσέ με απ’ το να είμαι
περίπλοκη ή κοινότυπη στο καθημερινό μου μάθημα.
Δώσε μου δύναμη να υψώσω τα μάτια
πάνω από το στήθος μου με τις πληγές,
μπαίνοντας κάθε πρωί στο σχολειό μου.
Να μη φέρνω στην έδρα μου τις υλικές μου ανησυχίες,
τις καθημερινές μικροαστικές θλίψεις μου.
Ελάφρυνε το χέρι μου στην τιμωρία
κι απάλυνέ το, ακόμα πιο πολύ στο χάδι.
Να μαλώνω με πόνο,
να ξέρω ότι έχω διορθώσει αγαπώντας!
Κάνε να γεμίσει με πνεύμα
το χτισμένο με τούβλα σχολειό μου.
Να τυλιχτεί με τη λάμψη του ενθουσιασμού μου
η φτωχή του αυλή, η γυμνή του αίθουσα.
Η καρδιά μου να είναι η κολώνα του
και η αγνή μου θέληση πιο δυνατή
από τις κολώνες και το χρυσάφι
των πλούσιων σχολείων.
Και, τέλος, θύμιζέ μου
από την ωχρότητα του καμβά του Βελάσκεθ,
ότι το να διδάσκεις
και ν’ αγαπάς παράφορα στη Γη
είναι να φτάνεις με τη λόγχη του Λογγίνου
στην καυτή πλευρά του έρωτα.
Γκαμπριέλα Μιστράλ, «Η προσευχή της δασκάλας»
Πηγή: https://newagemama.com/