ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ
To γεφύρι του Κόκκορη ή Νούτσου, ανάμεσα στα χωριά Δίλοφο και Κουκούλι. (Φωτογραφία: ΚΛΑΙΡΗ ΜΟΥΣΤΑΦΕΛΛΟΥ)
Στο Ζαγόρι ξέρουν καλά από απομόνωση. Κι από οικιακή αυτονομία ξέρουν. Ο Covid-19 επηρέασε τις επιχειρήσεις αλλά η καθημερινότητα των ανθρώπων δεν άλλαξε. Η φύση γύρω τους εκρήγνυται όπως κάθε χρόνο. Ίσως και λίγο περισσότερο φέτος.
Τώρα λογικά θα έχουν ανθίσει τα πάντα. Θα έχουν φυτρώσει και μανιτάρια, θα έχουν πετάξει βλαστάρια τα πλατάνια, θα πρασινίζει ο τόπος. Η Έλλη θα χει βγει με το καλάθι της σαν άλλη κοκκινοσκουφίτσα και θα μαζεύει μουρχέλες, αγριόσκορδα, αγριοφράουλες. Τι κωδικό μηνύματος έστελνες άραγε τόσο καιρό, για να μαζέψεις αγριοφράουλες; Θα φτιάξει τα γλυκά και τα λικέρ της για το γλυκοπωλείο «Στέρνα» κι όλο το Πάπιγκο θα μοσχοβολήσει. Θα μαζεύει και μελισσόχορτα, δυόσμους, φροξυλανθιές, φασκόμηλα, τα πολύτιμα βότανα του Ζαγορίου, αυτού του τόσο πλούσιου τόπου που έχουμε ταξιδέψει τόσες φορές. Και αγριόχορτα θα μαζεύουν οικογενειακώς και θα φτιάχνει η κυρά Ελένη, η πεθερά της, απίθανες πίτες με θέα την Αστράκα – τι κρίμα που δεν θα τις γευτούμε αφού η αγαπημένη ταβέρνα Άστρα μένει ακόμη κλειστή. Στο Καπέσοβο οι γονείς της κι η αδερφή της η Γιάννα, θα κάνουν ακριβώς τις ίδιες δουλειές. Ο κ. Θουκυδίδης Παπαγεωργίου, είμαι σίγουρη, θα κουνάει το κεφάλι με σοφία και θα λέει: «οι παλιοί ήξεραν κι έκαναν το κουμάντο τους, ήταν τρόπος ζωής.
Η Έλλη Παπαγεωργίου στη Στέρνα, στο Πάπιγκο. (Φωτογραφία: ΚΛΑΙΡΗ ΜΟΥΣΤΑΦΕΛΛΟΥ)
Μεγάλο πράγμα η οικονομία, η οίκο – νομία, η διοίκηση του σπιτιού δηλαδή, το κουμάντο», σαν να τον ακούω. Θυμάμαι μια άνοιξη που μου δείχνε όλος καμάρι το αμπέλι του και μιλούσε για την αγροτική οικονομία των Ζαγορίσιων. Μες στη φτώχεια τους και ελλείψει επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο φρόντιζαν για τα πάντα. Αυτό υποδηλώνει και η κουζίνα τους. Μονάχοι τους έφτιαχναν κρασί και τσίπουρο, μάζευαν καρπούς, καλλιεργούσαν σε μια σπιθαμή γη κι όταν έσφαζαν φρόντιζαν να εκμεταλλευτούν το κρέας με κάθε τρόπο. Μέχρι κι οι διάσημες σήμερα πίτες που αποτελούν λόγο να έρθει κανείς ως εδώ, από ανάγκη δημιουργήθηκαν, για να μην πεταχτεί τίποτα και για να αξιοποιηθούν όλα τα γεννήματα της γης. Αυτό κάνει και η οικογένεια Παπαγεωργίου ακόμη και έχει μια κάποια αυτονομία. «Παλιά τα έβγαζαν πέρα εκ των ενόντων. Έπρεπε να σοδειάσεις αγαθά. Ειδικά εδώ που ο τόπος ήταν φτωχός, από μικρά σε αυτό τον αγώνα μπαίναμε. Να σπείρουμε, να θρέψουμε ζώα, να συλλέξουμε καρπούς, να γεμίσουμε το κελάρι και μετά να τα διαχειριστούμε σωστά για να φτάσουν – γι’ αυτό μας λένε τσιγκούνηδες!» μου έλεγε και αντιλαμβάνομαι πως ορμώμενοι από την ίδια ανάγκη πήγαιναν και… σόδειαζαν οι άνθρωποι στο σούπερ μάρκετ, στις μέρες του Covid-19.
Τώρα τον καλώ στο τηλέφωνο και με αφοπλίζει: «Λοιπόν, έχω μπροστά μου μία μπατσαριά με χόρτα και φέτα, με χορταρικά από τον κήπο και τυρί από τα συμπεθέρια. Τα κλήματα, τα μποστανικά, οι λοφοσειρές, όλα έχουν πρασινίσει, είναι ένας παράδεισος. Άντε, έλα καμιά γύρα μόλις μας αμολήσουν». Πίσω μου σε έχω…
Εκούσια καραντίνα
«Στο τσακ με πρόλαβες. Αύριο φεύγω λίγες μέρες στο βουνό για ακόμη μεγαλύτερη απομόνωση!» μου λέει… προκλητικά στο τηλέφωνο ο Κωνσταντίνος Βασιλάκης. Στα 35 του αποφάσισε πως η ζωή στην Αθήνα δεν είναι ωραία και ως πολιτικός μηχανικός μεσούσης της κρίσης, έφτιαξε ένα σπίτι στο Καπέσοβο επειδή του άρεσε σαν χωριό. Εκεί ζει μόνιμα τα τελευταία 7 χρόνια. Το καλοκαίρι τα λέγαμε στο καφενείο του, τη «Μεζαριά», στην πλατεία του χωριού. Κάτω από τον πλάτανο, με ντόπιο τσίπουρο και πίτες που φτιάχνει η μητέρα του, εξιστορούσε τη ζωή στο χωριό. Φωτογράφος γαρ, περνάει τις μέρες του μεταξύ καφενείου και φύσης, διοργανώνοντας και σεμινάρια φωτογραφίας. Ξυπνάει μέσα σε μυστηριακές ομίχλες, βλέπει τις εποχές να αλλάζουν με τα όλα τους, κοιμάται ακούγοντας το αηδόνι έξω από το παράθυρο να τον νανουρίζει ή την αρκούδα να σπάει τα κλαδιά με το βάρος της μια και το σπίτι του είναι το τελευταίο στο χωριό, δίπλα στο δάσος.
Η φύση οργιάζει γύρω από τους Πύργους της Αστράκας. (Φωτογραφία: ΚΛΑΙΡΗ ΜΟΥΣΤΑΦΕΛΛΟΥ)
«Το βουνό κρατάει ακόμη χιόνι, αλλά ανάμεσα στις χιονούρες άνθισαν τα αγριολούλουδα» περιγράφει καθώς τον ακούω να ετοιμάζει τα πράγματα του. Το βουνό είναι η Τύμφη, με δεκάδες κορυφές πάνω από τα 2.000μ. Εκεί βρίσκεται και η μαγική Δρακόλιμνη δίπλα στην οποία φαντάζομαι ότι θα στήσει τη σκηνή του, τηρώντας ένα ιδιότυπο «μένουμε σπίτι».
«Πολλή απομόνωση δεν ζεις;» τον είχα ρωτήσει το καλοκαίρι και γέλαγε. Τώρα μου λέει, γελώντας πάλι: «Αυτό είναι το ζητούμενο. Εγώ δεν ένιωσα τον κορονοϊό, η μέρα μου δεν άλλαξε. Οι βόλτες στο βουνό με την Ούρσα (το σκυλί του) παρέμειναν, οι φωτογραφίες μου το ίδιο. Μόνο το καφενείο που έκλεισα.»
Την απομόνωση στο Ζαγόρι την έτρωγαν ανέκαθεν οι άνθρωποι με το κουτάλι. Σκληρός τόπος, δύσβατος, με απόκρημνα βουνά, ορμητικά ποτάμια, ατέλειωτα φαράγγια, άντε να μετακινηθείς τον χειμώνα. Έτσι έφτιαξαν τα μοναδικά γεφύρια και τις ιδιόμορφες σκάλες, τον 18ο και 19ο αιώνα. Κι έφευγαν οι περισσότεροι για να δουλέψουν ως έμποροι. Επέστρεφαν στις γιορτές και στα γεράματα στα πετρόκτιστα χωριά τους - 45 στο σύνολο, το ένα πιο όμορφο από το άλλο. Κι αν ο τουρισμός αλλάζει την εικόνα τα Σαββατοκύριακα, τις καθημερινές του χειμώνα επιβάλλεται ακόμη η φύση και μόνο αυτή – η περιοχή δεν συγκαταλέγεται τυχαία στα Γεωπάρκα της UNESCO.
«Έτσι κι αλλιώς έχουμε μια μόνιμη εσωτερική καραντίνα» θα μου πει η Έλλη. «Οι περισσότεροι δεν μετακινούνται καν, ελάχιστοι κατεβαίνουμε στα Γιάννενα για ψώνια. Έχουμε και τον φούρναρη που έρχεται δυο – τρεις φορές την εβδομάδα και μας εξυπηρετεί γενικώς και με άλλα πράγματα. Υπάρχει αλληλεγγύη σίγουρα.
Ο Θουκυδίδης Παπαγεωργίου, μεταξύ άλλων, έχει διανοίξει και πολλά μονοπάτια στην περιοχή του Καπέσοβου. (Φωτογραφία: ΚΛΑΙΡΗ ΜΟΥΣΤΑΦΕΛΛΟΥ)
Το όλον είναι πρωτόγνωρο, δεν έχουμε ζήσει κάτι παρόμοιο οι νέες γενιές. Καθώς οι περισσότεροι ασχολούμαστε με τον τουρισμό πια και δουλεύουμε πολύ με Ισραήλ θα είναι πλήγμα για τη δουλειά μας, αλλά προσωπικά είμαι αισιόδοξη. Απλώς περιμένουμε να δούμε τις συνέπειες. Υπάρχουν και τα καλά: Κάναμε Πάσχα, ας πούμε, πρώτη φορά, καθώς κάθε χρόνο γίνεται πόλεμος με τους επισκέπτες. Εμείς εδώ είμαστε πιο χαλαροί σε κάθε περίπτωση, δεν αισθανόμαστε απειλή. Κι η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κλειστεί, περπατάμε στη φύση, ανοίγουμε το παράθυρο και βλέπουμε τα βουνά, η πιο απλή μας βόλτα είναι έως τις Κολυμπήθρες.»
Στις Κολυμπήθρες θα ήθελα να είμαι τώρα, στις βάθρες κάτω από το Πάπιγκο δηλαδή, να ρίχνω βουτιές από τα βράχια, όπως το καλοκαίρι. Στη Σκάλα του Βραδέτου επίσης, αυτό το κομψοτέχνημα που ένωνε το Βραδέτο με το Καπέσοβο μέχρι το 1974, να μετράω ένα ένα τα 1.100 σκαλοπάτια που είναι φτιαγμένα με τόση μαεστρία. Και στη θέση Μπελόη θα ήθελα να είμαι. Εκεί που βλέπεις την ωραιότερη θέα του Βίκου, που είναι μία από τις μεγαλύτερες χαράδρες του κόσμου. Θα άρχιζε να γέρνει ο ήλιος δημιουργώντας αυτές τις επιβλητικές σκιές μέσα της. Θα έβλεπα μπροστά στα μάτια μου τα γεφύρια να χορταριάζουν λίγο ακόμη τώρα που κανείς δεν τα περπατά, τον ποταμό Βοϊδομάτη να φουσκώνει από τα χιόνια που λιώνουν, τα πουλιά να τιτιβίζουν ευτυχισμένα.
Η δρακόλιμνη της Τύμφης κρατάει ακόμη λίγο χιόνι. (Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Βασιλάκης)
Οι υπόλοιποι τι να κάνουν; Οι μαθήτριες της χειροτεχνικής Ριζαρείου Σχολής στο Μονοδένδρι να παραμένουν στο οικοτροφείο; Οι αμέτρητοι πέτρινοι ξενώνες καταφέρνουν να επιβιώσουν; O καφετζής Νίκος Κοντοδήμος στο Κουκούλι θα έχει να προτείνει βοτάνι για τον κορονοϊό, σαν άλλος Βικογιατρός; Οι γιαγιάδες στο Δίλοφο που κάθονταν τα βραδάκια στο καφενείο να κυκλοφορούν καθόλου ή έκοψαν τις αγαπημένες τους συνήθειες; Αναρωτιέμαι μετά τόσο εγκλεισμό, ο Βοϊδομάτης θα μου φαίνεται το ίδιο παγωμένος ή θα έτρεχα να βουτήξω στα νερά του δίχως να λογαριάσω το κρύο; Η γεύση της γίδας στην ταβέρνα Άστρα θα είναι ωραιότερη μετά από όλα αυτά και το τσίπουρο στο Μεσοχώρι στα Κάτω Πεδινά πιο δυνατό;
Αν ισχύει ότι η φύση οργιάζει απουσία του ανθρώπου, δεν βάζει ο νους μου τι θα γίνεται τώρα εκεί, στον μοναδικό Εθνικό Δρυμό Βίκου – Αώου. Τα βουνά, το πιστεύω, είναι ικανά να ψηλώσουν κι άλλο. Οι αρκούδες που κυκλοφορούσαν τον χειμώνα στα χωριά ίσως και να έχουν πια το δικό τους δωμάτιο μέσα στα σπίτια των ανθρώπων. Ακόμη και τα πλατάνια, αυτά με τις τεράστιες ρίζες που βγαίνουν έξω από τη γη σαν δαγκάνες είναι πολύ πιθανό να έχουν κιόλας περπατήσει, σαν τους Εντς της Μέσης Γης!
Πηγή:https://www.kathimerini.gr/