Γεννημένος το 1712 στην προτεσταντική Γενεύη, όπου οι Γάλλοι πρόγονοί του είχαν βρει καταφύγιο την περίοδο των θρησκευτικών πολέμων, ο νεαρός Ζαν- Ζακ δεν γνώρισε τη μητέρα του, η οποία πέθανε μόλις εννέα ημέρες μετά τη γέννησή του. Ο πατέρας του Ισαάκ, επιδέξιος ωρολογοποιός με ευρεία μόρφωση και λατρεία για τη μουσική, του ενέπνευσε μια εξιδανικευμένη εικόνα του ανεξάρτητου τεχνίτη, με πλούσια ενδιαφέροντα και ανοιχτούς ορίζοντες- προτού τον εγκαταλείψει στον θείο του, σε ηλικία δέκα ετών, για να ζήσει με τη δεύτερη σύζυγό του. Εξίσου εξιδανικευμένη ήταν η εικόνα του Ρουσό για τη γενέτειρά του, τυπικά ελεύθερη πόλη- κράτος με άμεση δημοκρατία, ουσιαστικά υπό τον έλεγχο των 25 πλουσιότερων οικογενειών που τη διοικούσαν.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια σφυρηλάτησαν ένα ανεξάρτητο πνεύμα, αφήνοντας ωστόσο πίσω τους αθεράπευτες πληγές. Γραφέας σε δικαστικό γραφείο αρχικά, μαθητευόμενος χαράκτης στη συνέχεια, φεύγει από τη Γενεύη σε ηλικία 16 ετών για να βρει καταφύγιο στη Σαβοΐα, στο σπίτι της πρόσφατα χωρισμένης βαρώνης ντε Βαράνς, η οποία θα εκπληρώσει καθήκοντα μητέρας και ερωμένης του. Αυτοδίδακτος μέχρι τότε στα γράμματα, τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, θα παρακολουθήσει, με έξοδα της προστάτιδός του, συστηματικά μαθήματα μουσικής, που θα του δώσουν αργότερα τη δυνατότητα να παραδίδει μαθήματα, ακόμη και να γράψει μουσικές συνθέσεις.
Στο Παρίσι από το 1742, ο Ρουσό κερδίζει φήμη με τα πρώτα του δοκίμια και αποκτά στενή, φιλική σχέση με τον Ντιντερό. Γράφει αρκετά άρθρα για τη μουσική και την πολιτική οικονομία στη θρυλική «Εγκυκλοπαίδεια» και γνωρίζεται με μορφές του Διαφωτισμού. Ωστόσο, οι υποχονδριακές τάσεις, ο ευέξαπτος χαρακτήρας και η ικανότητά του να αποξενώνει όσους του στέκονταν αλληλέγγυοι θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη ζωή του. Μετά από έναν ομηρικό καβγά σε λογοτεχνικό σαλόνι, ο Ντιντερό θα εκραγεί: «Είναι ψεύτης, ματαιόδοξος, σατανικός, αγνώμων, βάναυσος, υποκριτής»! Αργότερα ο Βρετανός φιλόσοφος Ντέιβιντ Χιουμ, ο οποίος θα του προσφέρει άσυλο στη χώρα του, θα αγανακτήσει κι αυτός με τις μεταπτώσεις και τις εκρήξεις του: «Για μεγάλο διάστημα ήταν τρελούτσικος, τώρα είναι εντελώς παρανοϊκός»!
Αν και ο Ρουσό είχε γίνει στόχος βίαιων επιθέσεων ήδη με το δεύτερο σπουδαίο έργο του, την πραγματεία περί ανισότητας, οι πραγματικοί διωγμοί εναντίον του αρχίζουν το 1762, όταν δημοσιεύει το μεγάλο παιδαγωγικό του έργο «Αιμίλιος». Για ειρωνεία της τύχης, αυτό που προκάλεσε την κατακραυγή τόσο της Καθολικής όσο και της Προτεσταντικής Εκκλησίας ήταν το τελευταίο κομμάτι του «Αιμίλιου», το οποίο ο συγγραφέας συνέταξε ως υπεράσπιση της... θρησκείας! Ωστόσο, η απόρριψη του προπατορικού αμαρτήματος και η τοποθέτηση όλων των θρησκειών στον ίδιο παρονομαστή προκάλεσαν τον αφορισμό, την καύση των βιβλίων του και την εξορία.
Ο Ρουσό πέθανε σε ηλικία 66 ετών το 1778 στην Ερμεμονβίγ της Γαλλίας. Το 1974, η Γαλλική κυβέρνηση μετέφερε τη σορό του στο Πάνθεον, όπου αναπαύεται μέχρι σήμερα, απέναντι από τον Βολταίρο. Το 1834, οι αρχές της Γενεύης χάρισαν, μάλλον απρόθυμα, το όνομά του σε ένα νησάκι της λίμνης - λες και το επικίνδυνο αυτό πνεύμα έπρεπε να μείνει σε απόσταση ασφαλείας και μετά τον θάνατο του φθαρτού σώματος που το φιλοξενούσε.
Πηγή: https://www.kathimerini.gr