Πηγή: https://gnomipoliton.com
Τι οδήγησε τον Σουλτάνο να έρθει αυτοπροσώπως στην Κόρινθο – Ποιος ο ρόλος των αδελφών του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου – Η αντίσταση και το φριχτό τέλος των ντόπιων στον Ταρσό του Φενεού
Την Άνοιξη του 1458, πέντε χρόνια μετά την Άλωση της Πόλης, Δεσπότες του Μορέως είναι τα αδέλφια του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο Θωμάς και ο Δημήτριος. Είναι υποτελείς του Σουλτάνου, του Μωάμεθ του Πορθητή και υποχρεούνται να πληρώνουν χιλιάδες χρυσά ως φόρο υποτέλειας.
Ο Θωμάς Παλαιολόγος με την γαλάζια αμφίεση
Εκείνη τη χρονιά, οι Δεσπότες του Μοριά, πεπεισμένοι ότι θα εξασφαλίσουν βοήθεια από τη Δύση, είτε από τον πάπα είτε από τους Ισπανούς, δεν στέλνουν στον Μωάμεθ την αναλογούσα φορολογία. Ο Δημήτριος, μάλιστα, στην κυριότητα του οποίου βρίσκεται η Κορινθία, στέλνει ως αντιπρόσωπό του τον Ιωάννη Αργυρόπουλο, στην Ευρώπη ζητώντας βοήθεια. Τις προσπάθειες αποστασίας υποστηρίζει και εξεγείρει ο «γηραιός και ραδιούργος Λουκάνης», όπως αναφέρεται από τους ιστορικούς. Από την άλλη, διοικητής της Κορίνθου είναι ο αδελφός της γυναίκας του Δημητρίου, Ματθαίος Ασάνης, ο οποίος αρνείται να συμπράξει με τις κινήσεις των Παλαιολόγων, ωστόσο δεν μπορεί να εμποδίσει τα γεγονότα.
Ο Μωάμεθ είναι αποφασισμένος να μην αφήσει καμία ανυπακοή να εξελιχθεί σε πηγή αντίστασης. Συγκεντρώνει στρατό και φτάνει στην Θεσσαλονίκη όπου στρατοπεδεύει και δίνει μια τελευταία ευκαιρία στους Παλαιολόγους. Ζητά για τελευταία φορά το φόρο. Αλλά οι Παλαιολόγοι συνεπαρμένοι από μια εφήμερη αίσθηση ανωτερότητας, αγνοούν την απαίτηση του σουλτάνου.
Ο Πορθητής ξεκινά με το στρατό του να κινείται νότια, παρότι όπως ισχυρίζονται οι ιστορικοί, θα προτιμούσε να είχε πάρει έστω και μέρος της φορολογίας και να ακυρώσει την εκστρατεία του. Ωστόσο, όταν περνά τις Θερμοπύλες, διασχίζει τη Βοιωτία και φτάνει η εμπροσθοφυλακή του εξετάζει τα περάσματα του Ισθμού, οι δύο δεσπότες του Μωριά έντρομοι στέλνουν σημαντικό μέρος του φόρου υποτέλειας με την παράκληση να συγχωρεθούν και να γίνει ειρήνη.
Η απάντηση του Σουλτάνου είναι αποστομωτική. Διώχνει τους απεσταλμένους – κρατάει όμως, τα χρυσά – και διαμηνύει στους Θωμά και Δημήτριο Παλαιολόγο ότι εδώ που έφτασε θα πάει μόνος του στην Πελοπόννησο να φτιάξει την ειρήνη. Το Δεσποτάτο του Μορέως βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο.
Έτσι λοιπόν, το πρωί της Παρασκευής 15 Μαΐου 1458, μια μέρα ακριβώς σαν τη σημερινή, από τα τείχη του Κάστρου της Κορίνθου, οι κάτοικοι έντρομοι αντικρίζουν τον Μωάμεθ τον Πορθητή με 80.000 ιππείς και αμέτρητες χιλιάδες πεζικό, να έχει κατακλύσει κάθε κομμάτι γης προς τον Ισθμό!
Ο Μωάμεθ ο Πορθητής επικεφαλής των πολυάριθμων στρατευμάτων του.
Αμέσως σημαίνει, συναγερμός. Ο Τούρκος σουλτάνος είχε φτάσει αυτοπροσώπως μπροστά στα τείχη της Κορίνθου για να την πολιορκήσει και να καθυποτάξει όλη την Πελοπόννησο. Οι Κορίνθιοι με διοικητή τον Ματθαίο Ασάνη οχυρώνονται στο Κάστρο.
Ο Μωάμεθ, που δεν βρήκε καμιάς μορφής αντίσταση στο Εξαμίλιο τείχος, στρατοπεδεύει και εξετάζει με την ησυχία του την τεχνητή και φυσική οχύρωση του Ακροκορίνθου. Υπάρχει μόνο μία είσοδος, τα δε απόκρημνα εδάφη που το περιβάλλουν δεν του επιτρέπουν να στήσει τα κανόνια του και να πλήξει τα τείχη. Αντιλαμβάνεται λοιπόν, ότι το Κάστρο είναι απόρθητο και μόνο δύο τρόποι υπάρχουν για να καταληφθεί: Παράδοση εκ των έσω ή λιμοκτονία.
Κόρινθος και Ισθμός, ξυλογραφία του Dapper, 1688 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη)
Όπως και να ‘χει ο σουλτάνος δεν έχει καιρό για χάσιμο. Αφήνει τη μισή στρατιά του, υπό τον Μεγάλο Βεζίρη του Μαχμούτ – εξισλαμισμένο Έλληνα – να πολιορκεί τον Ακροκόρινθο και με την υπόλοιπη ο ίδιος κατευθύνεται στα γειτονικά κάστρα ώστε να τα κυριεύσει.
Περνάει στη Νεμέα, στη Φλιούντα και κατόπιν στη Στυμφαλία. Εκεί οι στρατιώτες του συμπεριφέρονται με ακραίο και βάναυσο τρόπο: Καίνε και γκρεμίζουν όλα τα φράγκικα κτίσματα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως οχυρωματικά έργα και κατασφάζουν πολλούς από τους κατοίκους της περιοχής.
Στον Μωάμεθ αρέσει η Στυμφαλία. Τα νερά των πηγών, τα εύφορα εδάφη και αποφασίζει ότι ο πλούτος της θα υπάγεται απευθείας στην Υψηλή Πύλη, δηλαδή στον εκάστοτε Σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Χάρτης της Κορινθίας,
Johann Wilhelm Lauremberg, 1654.
Στόχος όμως του Πορθητή, σ’ αυτή την εκστρατεία στην ενδοχώρα, είναι το κάστρο του Ταρσού, που βρίσκεται στα βορειοδυτικά κράσπεδα του Φενεού. Ο Δοξίης, αρχηγός της περιοχής, έχει ήδη οχυρωθεί σε απροσπέλαστη, πλεονεκτική θέση, στα υψώματα του Κάστρου του Ταρσού, μαζί με Έλληνες και Αρβανίτες κάτοικους και έχει κάνει τις απαραίτητες προπαρασκευές για να αντέξει την επίθεση των Τούρκων.
Εκείνο που δεν πρόβλεψε καλά όμως, ήταν η απρόσκοπτη παροχή νερού, δεδομένου δε ότι ήταν καλοκαίρι, πια, ο εγκλεισμός των πολιουρκούμενων χωρίς τους απαραίτητους υδάτινους πόρους, έγινε μαρτυρικός. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, αναγκάστηκαν να ζυμώνουν το ψωμί τους με το αίμα των ζώων που έσφαζαν για τροφή και στο τέλος, ζήτησαν να συνθηκολογήσουν.
Την ώρα των διαπραγματεύσεων, όταν οι άμυνες του κάστρου είχαν χαλαρώσει, ο Μωάμεθ διέταξε γενική επίθεση και κατέλαβε τον Ταρσό. Η τιμωρία των αιχμαλώτων ήταν σκληρή και παραδειγματική: Όλοι οι κάτοικοι στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη ως σκλάβοι, πλην 300(!) παιδιών που ενίσχυσαν τα σώματα των Γενιτσάρων. Τέλος, είκοσι περίπου πολεμιστές, τους πιο δυνατούς και γενναίους, τους ξεχώρισε και διέταξε να τους σπάσουν τους αστραγάλους (σφυρά) και τους καρπούς, για παραδειγματισμό. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος το ερειπωμένο πλέον, κάστρο του Ταρσού μετονομάστηκε σε Κάστρο των Σφυρών (Τοκμάκ Χισσάρ, στα τούρκικα).
Δύο μήνες μετά, τέλη Ιουλίου 1458, ο Μωάμεθ έχει κατακτήσει όλα τα μεγάλα κάστρα της Πελοποννήσου και επιστρέφει μέσω Πατρών και Αιγίου στην, ακόμη, απόρθητη Κόρινθο. Εκεί, ο διοικητής Ματθαίος Ασάνης, έχει καταφέρει να ανεφοδιάσει το Κάστρο με κάποια τρόφιμα και πολεμοφόδια από το Άργος και ενδυναμωμένος αντέχει την πολιορκία.
Ωστόσο ο σουλτάνος δεν έχει άλλο χρόνο για χάσιμο και αποφασίζει να λάβει δραστικά μέτρα. Χρησιμοποιεί τα ερείπια της αρχαίας Κορίνθου ως πυροβόλα βλήματα κατά των τειχών και της πύλης του Ακροκορίνθου.
Τελικά, πετυχαίνει με μία «λίθινη σφαίρα που εζύγιζε περί τα εννεακοσίας λίτρας και εκτοξευομένη κατέστρεψεν εκ αποστάσεως ενός περίπου και ημίσεος μιλίου το αρτοποιείον της ακροπόλεως και την οπλοθήκη».
Τα πράγματα πλέον είναι δύσκολα για τους έγκλειστους και στις 6 Αυγούστου 1458 «το κάστρον του Άστρου», όπως ονόμαζαν οι Τούρκοι τον Ακροκόρινθο, παραδόθηκε στον Μωάμεθ τον Πορθητή με ευνοϊκούς για τους κατοίκους και ατιμωτικούς για τους Παλαιολόγους, όρους.
Πηγές:
Φερδινάνδος Γρηγορόβιος, Ιστορία της πόλεως Αθηνών κατά τους μέσους αιώνας – Τόμος Β΄
Λευτέρης Καντζίνος, Αθήνα 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια
Κωνσταντίνος Μ. Κουμάς: Ιστορία των Ανθρώπινων Πράξεων
Ουίλλιαμ Μίλλερ, Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι (1204-1566) – Τόμος Β΄