Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΑΠΑΤΕΩΝΑ - ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΟΛΥ ΙΚΑΝΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ!

Μαργαρίτα Οικονομάκου
Ψυχολόγος 

άνδρας με σύνδρομο του απατεώνα- το παράδοξο φαινόμενο των πολύ ικανών ανθρώπων
Όλο και περισσότεροι άνθρωποι πλήττονται τα τελευταία χρόνια από μια ψυχολογική κατάσταση με ένα περίεργο όνομα: το σύνδρομο του απατεώνα (impostor syndrome).
Ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο συναισθημάτων και χαρακτηριστικών συμπεριφορών, οι οποίες όμως ανήκουν σε ανθρώπους κατηρτισμένους ή επιτυχημένους, οι οποίοι έχουν πολλές αμφιβολίες για τις γνώσεις και τις δεξιότητες τους. Αισθάνονται με κάποιο τρόπο «απατεώνες» και είναι εσωτερικά πεπεισμένοι ότι ήρθαν σε αυτή τη θέση εξαιτίας ενός τυχαίου γεγονότος ή επειδή αυτοί που τους προσέλαβαν δεν συνειδητοποίησαν πόσο ανεπαρκείς ήταν οι ικανότητες τους.
Το κύριο χαρακτηριστικό του φαινομένου είναι το διαρκές άγχος που βιώνει το άτομο να μην αποκαλυφθεί η ανεπάρκεια τους σε κάποιον τομέα, ακόμα και αν η πιθανότητα αυτή είναι στην πραγματικότητα μηδαμινή.
Πρόκειται για μια κατάσταση που συχνά πλήττει εκείνους που, στην πραγματικότητα, γνωρίζουν τα όρια τους και τους περιορισμούς τους ακριβώς επειδή είναι πολύ προετοιμασμένοι. Το φαινόμενο φαίνεται να πλήττει πιο συχνά τις γυναίκες ενώ οι γιατροί είναι μεταξύ των πιο "επηρεασμένων".
Φυσικά τα έμφυλα στερεότυπα παίζουν ρόλο στην εμφάνιση του φαινομένου καθώς όπως έδειξαν πρόσφατες έρευνες, στην πραγματικότητα οι άνδρες ίσως υποφέρουν εξίσου, αλλά από προσωπική υπερηφάνεια είναι πιο πιθανό να κρατήσουν τις αμφιβολίες τους κρυμμένες. Επίσης η αξιοκρατία στην ανάθεση της λήψης ευθυνών παίζει ρόλο για την εμφάνιση και τη μελέτη του φαινομένου.
Επιπροσθέτως, ένας ακόμη παράγοντας για την εμφάνιση του συνδρόμου είναι το γεγονός της έλλειψης προτύπων στον συγκεκριμένο κλάδο. Εάν για παράδειγμα σε ένα νεοσύστατο κλάδο δεν υπάρχουν μοντέλα μίμησης για να εμπνέουν, τότε η αυτόαμφισβήτηση και η αίσθηση ανεπάρκειας πιθανότατα θα εμφανιστεί πιο έντονα.
Πίσω από το σύνδρομο του απατεώνα μπορεί να υπάρχει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα: η τελειομανία. Εκείνοι που είναι τελειομανείς έχουν πάντα την τάση να πιστεύουν ότι πρέπει ή θα μπορούσαν να έχουν κάνει καλύτερα και τείνουν να θυμούνται τα λάθη πάνω απ 'όλα, ενώ ξεχνάμε εύκολα ή δεν καταγράφουν καν επιτυχίες ως επιτυχίες.
Ο Adam Persky του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας στο Chapel Hill έγραψε ένα άρθρο στο American Journal of Pharmaceutical Education όπου λέει συγκεκριμένα: το χαρακτηριστικό της τελειομανίας αποτελεί μια υγιή ώθηση, αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι τέλειος σε όλα. Είναι εντάξει να προσπαθήσετε να κάνετε την καλύτερη δυνατή δουλειά, αλλά πρέπει να συγχωρήσετε τον εαυτό σας όταν κάνετε λάθη, επειδή τα λάθη είναι αναπόφευκτα ούτως ή άλλως. Μια στάση που μαθαίνεται κυρίως με την ωριμότητα και την εμπειρία.

Πως συνδέεται το φαινόμενο με την απόδοση σε εσωτερικούς ή εξωγενείς παράγοντες
Όπως εξετάζει και η επιστήμη της ψυχολογίας, το που αποδίδει το άτομο την επίδοση του και το αν τα κίνητρα του είναι εξωτερικά ή εσωτερικά (locus of evaluation) είναι ένας από τους δείκτες επίδοσης αλλά και διαχείρισης της ματαίωσης.
Εάν για παράδειγμα το άτομο έχει εσωτερικά κίνητρα για να πραγματοποιήσει μια επίδοση θα αποδώσει σε διαφορετικά αιτία την αποτυχία από κάποιο άλλο που το κίνητρο του είναι εξωτερικό, να ευχαριστήσει για παράδειγμα κάποιους ή για να λάβει τα εύσημα για μια δουλειά που έφερε εις πέρας.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση του φαινομένου που εξετάζουμε οι έρευνες δείχνουν πως τα άτομα που υποφέρουν περισσότερο από το σύνδρομο πιστεύουν ότι οι επιτυχίες τους οφείλονται περισσότερο σε εξωτερικούς παράγοντες και δεν αισθάνονται άξια αναγνώρισης και επιβράβευσης. Αποδίδουν για παράδειγμα την επιτυχία σε κάποιο τυχαίο γεγονός, παρόλο που μπορεί ακόμα και μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων να τους συγχαίρει για τα επιτεύγματα τους ή να λαμβάνουν ευρείας αναγνώρισης.

Το σύνδρομο του απατεώνα: ένας άγνωστος σύμμαχος του φαινομένου Dunning-Kruger;
Τα τελευταία χρόνια έχουμε ακούσει για το φαινόμενο Dunning-Kruger ή αλλιώς το φαινόμενο κατά το οποίο πολλοί άνθρωποι τείνουν να υπερεκτιμούν τις γνώσεις τους, παρά το γεγονός ότι είναι πολύ περιορισμένες. Οι δύο ερευνητές Dunning και και Kruger υπέβαλαν τις ομάδες που συμμετείχαν στις έρευνες τους σε εξετάσεις χιούμορ, γραμματικής και λογικής.
Στη συνέχεια, επέλεξαν άτομα με χαμηλότερες βαθμολογίες (πραγματικό μέσο σκορ 12) και τους ζήτησαν να εκτιμήσουν οι ίδιοι τις βαθμολογίες που προέκυψαν από τις δοκιμές. Τα άτομα αυτά υπερεκτίμησαν σε μεγάλο βαθμό τα αποτελέσματά τους, μέχρι να λάβουν ένα εκτιμώμενο μέσο σκορ 62!
Οι Dunning και Kruger εξήγησαν αυτό το αποτέλεσμα ακριβώς υπό το πρίσμα της ανικανότητας των υποκειμένων: Όσο περισσότερο κάποιος είναι ανίκανος σε ένα θέμα, τόσο περισσότερο δεν είναι σε θέση να καταλάβει αυτές τις μεταγνωστικές στρατηγικές που θα επιτρέψουν μεγαλύτερη συνειδητοποίηση των ορίων τους.
Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουν πολλοί είναι ότι, δυστυχώς, υπάρχει ένα άλλο φαινόμενο που δεν θα επιτρέψει να μειωθεί το φαινόμενο Dunning-Kruger: πολύ συχνά αυτοί που είναι πραγματικά ικανοί, εκπαιδευμένοι και ενημερωμένοι, υποφέρουν από το λεγόμενο σύνδρομο του απατεώνα.
Ο πρώτος που μίλησε για το σύνδρομο απατεώνας ήταν η Pauline Clance (1978), η οποία εντόπισε το φαινόμενο σε μια ομάδα επιτυχημένων γυναικών, που δεν αισθάνονταν να αξίζουν τον κύριο ρόλο που είχαν. Στη συνέχεια, παρατηρήθηκε ότι το σύνδρομο απατεώνας δεν εξαπλώνεται μόνο στις γυναίκες, αλλά σε ένα μεγάλο μέρος του μορφωμένου και μορφωμένου πληθυσμού που καλύπτει ρόλους σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψης, της λογιστικής, της χρηματοδότησης, του νόμου και του μάρκετινγκ (Byrnes & Lester, 1995 · Clance & Imes, 1978 · Crouch, Powell, Grant, Posner-Cahill & Rose 1991 · Fried- Buchalter, 1997 · Huffstutler & Varnell, 2006 · Mattie, Gietzen, Davis & Prata, 2008, Parkman & Beard, 2008, Zorn, 2005).
Πολυάριθμες μελέτες και άρθρα έχουν τεκμηριώσει την επικράτηση του φαινομένου σε άτομα με ανώτερη εκπαίδευση: οι φοιτητές και οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι είναι ιδιαίτερα διατεθειμένοι να εκδηλώσουν το σύνδρομο του απατεώνα (McDevitt, 2006).
Το άτομο που νιώθει πως εξαπατά, φυσικά χαρακτηρίζεται από ένα διαρκή φόβο ότι θα εκτεθεί και θα αποκαλυφθεί με κάποιο τρόπο η ανεπάρκεια του.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος: το άτομο δεν αισθάνεται άξιο επαγγελματικής αναγνώρισης και, προσπαθώντας να μην εκτεθεί, θα αυξήσει τον έλεγχο και την τελειοποίηση του στην εργασία, αυξάνοντας σημαντικά τα πρότυπα που πρέπει να επιτευχθούν και θέτοντας μη ρεαλιστικούς στόχους οι οποίοι είναι στην πραγματικότητα απρόσιτοι (Cowman & Ferrari, 2002, Sakulku & Alexander, 2011, Thompson, Foreman, & Martin, 2002)

Κάποιος θα αναρωτιόταν λοιπόν τι οδηγεί ένα άτομο να μην έχει αρκετή εμπιστοσύνη στις ικανότητες του.
Το φαινόμενο συνδέεται με το οικογενειακό υπόβαθρο (Castro, Jones, Mirsalimi 2004, King & Cooley, 1995, Sakulku & Alexander, 2011, Sonnak & Towell, 2001). Οι Harvey και Katz (1985) διαπίστωσαν ότι το σύνδρομο του απατεώνα είναι πιο συνηθισμένο στα άτομα που είναι τα πρώτα μέλη της οικογένειας που καλούνται να επιτύχουν σημαντικούς στόχους σταδιοδρομίας ή εκπαίδευσης και να υπερβούν τις προσδοκίες των άλλων.
Επίσης τα στυλ γονικής μέριμνας φαίνεται να επηρεάζουν το φαινόμενο: σε φοιτητές που έχουν αυτό το σύνδρομο, οι ερευνητές έχουν βρει μια συσχέτιση με την έλλειψη γονικής μέριμνας στην παιδική ηλικία (Sannak and Towell, 2001) αλλά και με την παρουσία υπερβολικά ελεγκτικού πατέρα, Hughes and Thu, 2014, Sonnak & Towell, 2001, Want & Kleitman, 2006).

Υπάρχει κάτι που να μπορώ να κάνω γι’αυτό;
Το φαινόμενο του να νιώθει κάποιος λίγος ή ανεπαρκής έχει όπως προκύπτει πολλαπλά αιτία τα οποία φαίνεται πως αλληλεπιδρούν μεταξύ τους ενισχύοντας την δυσλειτουργική σκέψη καθώς και το συναίσθημα ενοχής. Το πρώτο βήμα που μπορούμε να κάνουμε είναι φυσικά αυτό που ισχύει και για τα περισσότερα προβλήματα: να αναγνωρίσουμε ότι συμβαίνει σε εμάς.
Η συνειδητοποίηση πως υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που βιώνουν το φαινόμενο (που απ’ οτι φαίνεται είναι χιλιάδες) βοηθάει στο να κατανοήσουμε πως πρόκειται για ένα συναίσθημα που αφορά πολύ μεγάλο μερίδιο ανθρώπων, ομαλοποιώντας έτσι το αίσθημα απομόνωσης.
Από κει και πέρα, η συμπεριφορική- γνωσιακή θεραπεία αλλά και οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση που αγγίζει τις γνωσιακές διαστρευλώσεις αλλά και τα πυρηνικά αισθήματα που βιώνει το άτομο ενδείκνυται για περαιτέρω αντιμετώπιση του φαινομένου.

Βιβλιογραφία:
Arena, D., Page, N. (1992). The imposter phenomenon in the clinical nurse specialist role. Journal of Nursing Scholarship. 24(2), 121-125.
Byrnes, K.D., Lester, D. (1995). The imposter phenomenon in teachers and accountants. Psychological Reports, 77(1), 350.
Castro, D., Jones, R., Mirsalimi, H. (2004). Parentification and the impostor phenomenon: An empirical investigation. American Journal of Family Therapy, 32, 2005-216.
Clance, P.R., Imes, S.A. (1978). The imposter phenomenon in high achieving women: dynamics and therapeutic intervention. Psychotherapy: Theory research and practice,15(3).211-247.
Clance, P.R. (1985). The imposter phenomenon: Overcoming the fear that haunts your success, Atlanta, GA: Peachtree.
Clance, P.R., O’Tool, M.A.(1988). The imposter phenomenon; An internal barrier to empowerment and achievement. Women & Therapy,6,51-64.
Cowman, S.E., Ferrari, J.R. (2002). “Am I for real?” Predicting imposter tendencies from selfhandicapping and affective components. Social Behavior and Personality, 30(2), 119-126.
Crouch, J., Powel, M., Grant, C., Posner-Cahill, C., Rose, A. (1991). Imposter phenomenon and psychological type among banking and higher education professionals. Journal of Psychology Type, 20(1), 34-42
Dancy, T.E., Brown, M.C. (2011). The Mentoring and Induction of Educators of Color: Addressing the Impostor Syndrome in Academe. Journal of School Leadership, 21(4), 607–634.
Fried-Buchalter, S. (1997). Fear of success, fear of failure, and the imposter phenomenon among male and female marketing managers. Sex Roles, 37(11/12), 847-859.
Ghorbanshirodi, S. (2012). The Relationship between Self-Esteem and Emotional Intelligence with Imposter Syndrome among Medical Students of Guilan and Heratsi Universities.
Harvey, J., Katz, C. (1985). If I’m so successful, why do I feel like a fake? The imposter phenomenon. New York, NY: St. Martin’s.
Huffstutler, S.Y., Varnell, G. (2006). The imposter phenomenon in the new nurse practitioner graduates. Advanced Practice Nursing Journal, 6(2).
Hutchins, H.M. (2015). Outing the imposter: A study exploring imposter phenomenon among higher education faculty. New Horizons in Adult Education & Human Resource Development, 27(2), 3- 12.
Kets de Vries, M.F.R. (2005). The dangers of feeling like a fake. Harvard Business Review, 83(9), 108- 116.
King, J.E., Cooley, E.L. (1995). Achievement orientation and the impostor phenomenon among college students. Contemporary, Educational Psychology: 20(3), 304-312.
Kolligian, Jr.J., Sternberg, R.J. (1991). Perceived fraudulence in young adults: Is there an “imposter syndrome?” Journal of Personality Assessment, 56(2), 308-326.
Kruger, J., Dunning, D. (1999). Unskilled and unaware of it: how difficulties in recognizing one’s own incompetence lead to inflated self-assessments. J Pers Soc Psychol. 77(6):1121-34.
Kumar, S., Jagacinski, C.M. (2006). Imposters have goals too: The imposter phenomenon and its relationship to achievement goal theory. Personality and Individual Differences, 40(1), 147-157.

Πηγή:https://www.psychologynow.gr