Γράφει η Ελένη Σοφού
Το Ιαπωνικό εμπορικό πλοίο, με το όνομα «Tokei Marou», κατασκευάστηκε το 1892, στο ναυπηγείο του Newcastle upon Tyne, στην Αγγλία, με το όνομα Moonta. Το 1915, την εποχή που η Ιαπωνία, λόγω της αύξησης των εξαγωγών της, ενίσχυε τον στόλο των εμπορικών της πλοίων, το Moonta πωλείται σε Ιαπωνική εταιρεία, η οποία το μετασκευάζει και το μετονομάζει σε «Τοkei Μarou». Το πλοίο μεταφέρει ανθρώπους και εμπορεύματα και τα ταξίδια του αποτυπώνονται στις ναυτιλιακές εφημερίδες και τα αρχεία των λιμενικών αρχών των μεγάλων λιμανιών της Ασίας. Από το 1921 μέχρι το 1931, την ευθύνη του πλοίου αναλαμβάνει ο πλοίαρχος Τ. Νorito, που θα αφήσει με την πράξη του το αποτύπωμα του στην ιστορία.
Μια σειρά από άρθρα του καθηγητή και ερευνητή Σταύρου Σταυρίδη για την ιστορία του ιαπωνικού πλοίου και τη σχέση του με τους ομογενείς των Η.Π.Α, καθώς και η αναφορά του ομογενή καθηγητή και συγγραφέα-αρθρογράφου του «Εθνικού Κήρυκα» στη Νέα Υόρκη Dan Georgakas, ο οποίος έχει περιγράψει μαρτυρίες πολλών ομογενών για συγγενείς που διασώθηκαν, μεταξύ αυτών η μητέρα του σε ηλικία 12 ετών και ο θείος του 11 ετών, από το ιαπωνικό πλοίο το 1922, οδήγησαν την γιαπωνέζα Νanako Murata-Sawayanagi, που σπούδασε Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία και σήμερα είναι καθηγήτρια στο Toyo University, σε δεκαετή έρευνα για την αναζήτηση του ήρωα πλοιάρχου που έσωσε εκατοντάδες ζωές στη Σμύρνη.
«Κόκορο Ιτάϊ...Η καρδιά μου πονά με την δυστυχία των άλλων». Αυτό έλεγε ξανά και ξανά ο πλοίαρχος του Ιαπωνικού εμπορικού πλοίου, καθώς ο θάνατος και οι φλόγες έσβηναν τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Στις 8 Σεπτεμβρίου1922 η Σμύρνη καιγόταν από άκρη σε άκρη. Οι φλόγες έκαιγαν σπίτια, επιχειρήσεις και ανθρώπους. Εξαθλιωμένοι Έλληνες της πόλης αναζητούσαν απεγνωσμένα τη σωτηρία, δια θαλάσσης αλλά τα καράβια αρνούνταν να τους παραλάβουν και με βία τους πετούσαν στη θάλασσα. Τα αμερικανικά, τα βρετανικά, τα γαλλικά και τα ιταλικά πλοία έλεγαν στους πρόσφυγες ότι μπορούσαν να πάρουν μόνο δικούς τους . Μέσα στον πανικό ένας Ιάπωνας καπετάνιος εμπορικού πλοίου και το πλήρωμά του, συγκλονισμένοι από την εικόνα της τραγωδίας και χωρίς χρονοτριβή, πήραν μια γενναία απόφαση. Μετέφεραν στο κατάστρωμα όλο το φορτίο από μετάξι και δαντέλα που ήταν αποθηκευμένο στα αμπάρια και χωρίς δισταγμό το έριξαν στη θάλασσα! Για τον Ιάπωνα καπετάνιο υπέρτερο όλων ήταν η διάσωση των ανθρώπινων ψυχών. Γι’ αυτό και έδωσε διαταγή να πλευρίσει το πλοίο στην προκυμαία και να επιβιβαστούν σε αυτό Έλληνες και Αρμένιοι, προκειμένου να μεταφερθούν ασφαλείς στον Πειραιά και σε άλλα ελληνικά λιμάνια. Αναφέρεται πως το «Τokei Marou» πραγματοποίησε συνολικά πέντε δρομολόγια από τη Σμύρνη προς Μυτιλήνη, Χίο, Θεσσαλονίκη και Πειραιά μεταφέροντας συνολικά 4.500 ανθρώπους, Έλληνες και Αρμένιους κυρίως γυναικόπαιδα που αναζητούσαν τη σωτηρία από το θάνατο και τον εξευτελισμό. Η εξαίρετη αυτή πράξη αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία, δεδομένου ότι εκείνες τις ημέρες η Ελληνική κυβέρνηση είχε εκδώσει αυστηρή διαταγή τα ελληνικά πλοία να μην παίρνουν Έλληνες!
Η πρωτοβουλία του Ιάπωνα πλοιάρχου δεν πέρασε απαρατήρητη. Καταγράφηκε μέσα και από τις πληροφορίες που έδωσε ο George Horton, Αμερικανός πρόξενος τότε στη Σμύρνη προς το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1922 έγραψε: «Ένα γιαπωνέζικο πλοίο πήρε μερικούς πρόσφυγες και άκουσα πως πέταξε το φορτίο του για τον σκοπό αυτό. Επιβάτες του πλοίου μιλούν για τη συγκινητικά ευγενική συμπεριφορά του ιαπωνικού πληρώματος». Οι ελληνικές εφημερίδες της εποχής επεσήμαναν το γεγονός. Στις 15 Οκτωβρίου η Atlanta Journal-Constitution αναφέρει: «Αντίθετα με τις ενέργειες κάθε άλλου πλοίου στη Σμύρνη, αυτό πήρε κάθε πρόσφυγα για τον οποίο θα μπορούσε να βρει χώρο πάνω στο σκάφος. Έριξε όλο το φορτίο στη θάλασσα, πήρε τους υπόλοιπους πρόσφυγες και τους μετέφερε στον Πειραιά».
Την υπόθεση του γιαπωνέζικου πλοίου κάποιοι αμφισβήτησαν, τόσο για την ακρίβεια των στοιχείων ,όσο και για τις πραγματικές προθέσεις του καπετάνιου. Το βασικό επιχείρημα που προέβαλαν ήταν ότι το συγκεκριμένο πλοίο «Tokei Marou» έπλεε εκείνη την εποχή στη Μεσόγειο με κατεύθυνση τη Μασσαλία, όμως «δεν καταγράφηκε στον είσπλου των λιμανιών ούτε της Σμύρνης ούτε του Πειραιά, ούτε της Θεσσαλονίκης». Ωστόσο η θεωρία αυτή αντικρούεται εύκολα. Το ενδεχόμενο ο καπετάνιος να απέφυγε τις λιμενικές διατυπώσεις ώστε να προστατεύσει το ανθρώπινο «φορτίο» του, είναι εξαιρετικά πιθανό. Επιπλέον, σε μια Σμύρνη που φλεγόταν ήταν μάλλον αδύνατο για τις λιμενικές υπηρεσίες να καταγράψουν με ψυχραιμία και ακρίβεια όλα τα πλοία που εισέρχονταν στον δίαυλο του λιμανιού.
Ο πλοίαρχος Νorito, μαζί με τους αδελφούς Λου, που εκπροσωπούσαν τη μισθώτρια εταιρεία, θα γίνουν οι «άγνωστοι» σωτήρες χιλιάδων προσφύγων και η ιστορία τους δεν πρέπει να χαθεί στον χρόνο και να ξεφτίσει στη μνήμη!!!