Κατά τον ιστορικό της Κορινθίας, Λάμπη Αποστολίδη, αυτή ήταν μία από τις μεγάλες, τις βαθιά συγκινητικές στιγμές της ιστορίας του Γένους μας
Πέρασε ένας μήνας και στις αρχές του Μάη 1821 ξεκινάει η δεύτερη πολιορκία του Ακροκορίνθου. Επικεφαλής των πολιορκητών είναι ο Καλαβρυτινός Αναγνώστης Πετμεζάς και ο Υδραίος Κωστής Μεθενίτης. Τρία κανόνια, αγορασμένα με έρανο Υδραίων Φιλικών, υπό τον Υδραίο καπετάνιο Δημήτρη Κριεζή, μεταφέρθηκαν στο απέναντι μικρό καστράκι (Μοντ Εσκουβέ- Πεντεσκούφης) κι έκαναν αρκετή ζημιά στους έγκλειστους του Κάστρου. Η πολιορκία στένεψε πολύ, οπότε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να παραδοθούν, με συμφωνία που κανονίστηκε το πρωί της 14ης Ιανουαρίου του 1822.
Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, πήρε ο Κολοκοτρώνης άνδρες από τα διάφορα στρατιωτικά σώματα και με τη συνοδεία του επισκόπου Δαμαλών Ιωνά, του Φωτάκου, του Πετμεζά και άλλων, έφτασε στη μεσημβρινή πύλη του Ακροκορίνθου. Εκεί τον υποδέχτηκαν οι Τούρκοι αγάδες με επικεφαλή το φρούραρχο Ασλάν- Μπέη, που του παρέδωσε τα κλειδιά του Κάστρου τονίζοντας τη φράση:
«Χαλάλι σας! Χαλάλι σας!».
Ο Κολοκοτρώνης σταύρωσε τρεις φορές το πάνω μέρος της πύλης με την Ελληνική σημαία και βροντοφώναξε:
«Εμπάτε, Έλληνες!».
Κατά τον ιστορικό της Κορινθίας, Λάμπη Αποστολίδη, αυτή ήταν μία από τις μεγάλες, τις βαθιά συγκινητικές στιγμές της ιστορίας του Γένους μας. Κι ενώ ο ηρωικός επίσκοπος Ιωνάς, καβάλα στο άλογο του, ύψωνε το σταυρό και ευλογούσε τα μπαρουτοκαπνισμένα παλικάρια κι οι βράχοι αντιλαλούσαν από ανάκατες ζητωκραυγές και ντουφεκιές, ο γέρος του Μοριά, σκαρφαλωμένος στο πιο ψηλό σημείο του Κάστρου, έστηνε την Ελληνική σημαία. Ήταν η γαλανόλευκη με το σταυρό, στο σχέδιο που μόλις πριν λίγες μέρες είχε εγκρίνει η Συνέλευση της Επιδαύρου και που για πρώτη φορά κυμάτιζε στον ελεύθερο Ελληνικό ουρανό.
Όμως, αφού σκόπιμα απομακρύνθηκε από την Κόρινθο ο Κολοκοτρώνης, η λαμπρή αυτή επιτυχία των Ελληνικών δυνάμεων αμαυρώθηκε στη συνέχεια από λαφυραγωγία και διαρπαγή του σημαντικού πλούτου που βρέθηκε στο Κάστρο (και που σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου ανήκε στον Ελληνικό δημόσιο, εφ' όσον η παράδοση είχε γίνει με συνθήκη και όχι έφοδο).
Το όργιο της λεηλασίας των λαφύρων ακολούθησε η καταρράκωση της συμφωνίας, που προέβλεπε την προστασία των Τούρκων και τη διεκπεραίωση τους σε Τουρκικά εδάφη. Από τους 600 που παραδόθηκαν, κανείς στο τέλος δεν επέζησε. Κατά τη μεταφορά τους ως τα πλοία που ήσαν στο Λουτράκι, υπέστησαν επιθέσεις από ομάδες ατάκτων, ληστεύθηκαν, γυναικόπαιδα αρπάχθηκαν και πολλοί άνδρες σφαγιάσθηκαν.
Οι εναπομείναντες μπαρκαρίστηκαν σε δυο καράβια που: «κατά δυστυχίαν, τρικυμίας επιπεσούσης, εις την θάλασσαν επνίγησαν άπαντες». Αυτά γράφει ο ιστορικός Φραντζής, όμως άλλοι αμφισβητούν το φυσικό φαινόμενο και αποδίδουν σε δόλο και σκοπιμότητα τον πνιγμό των άοπλων Τούρκων. Την ίδια περίοδο (στις 26 Ιανουαρίου 1822) η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ορίζει την Κόρινθο πρωτεύουσα και έδρα της προσωρινής διοίκησης της Ελλάδας.
Πρόκειται για μια εξέχουσα ιστορική τιμή, που αξιώθηκαν τούτα τα χώματα και που την κράτησαν ως τον Ιούλη του 1822, οπότε φάνηκε από τη Ρούμελη να κατεβαίνει η στρατιά του Δράμαλη.
Πηγή: http://isthmos.gr/