Γιάννης Μυλόπουλος
Μόνο αν το κάνουν επίτηδες, μόνο αν αφήνουν δηλαδή σκοπίμως τα δάση να καούν, μπορεί να εξηγηθεί πως συμβαίνει να μην έχουν λάβει ούτε τα ελάχιστα μέτρα που απαιτούνται για να τα προστατέψουν.
Δεν είναι δυνατόν δηλαδή, αυτό που η κυβέρνηση προβάλλει ως «επιτελικό κράτος», μετά την τραγική εμπειρία της περσινής χρονιάς, να μην αντιλήφθηκε την αξία της πρόληψης στην αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Ούτε είναι δυνατόν αυτό που κατ’ ευφημισμό αποκαλείται «Πολιτική Προστασία» να μην έχει αντιληφθεί την τεράστια σημασία που έχει ο έγκαιρος καθαρισμός των δασών από την καύσιμη ύλη στην πρόληψη των πυρκαγιών και στον μετριασμό των συνεπειών τους.
Ότι τα μεσογειακά δάση καίγονται τα καλοκαίρια, είναι κάτι που ήταν γνωστό εξ αρχής. Όπως ήταν γνωστό ότι το φετινό καλοκαίρι, στο πλαίσιο και της εξελισσόμενης κλιματικής κρίσης, οι συνθήκες θα ήταν ευνοϊκές για την πρόκληση και επέκταση των δασικών πυρκαγιών.
Πως εξηγείται λοιπόν, με αυτά τα δεδομένα, ότι για δεύτερη συνεχή χρονιά άφησαν τα δάση χωρίς έγκαιρο καθαρισμό;
Και πιο συγκεκριμένα, πως εξηγείται ότι ο καθαρισμός του περιαστικού δάσους της Πεντέλης ξεκίνησε μόλις μια βδομάδα πριν την καταστροφή του;
Πως εξηγείται ότι για δεύτερη συνεχή χρονιά φέτος η πυροσβεστική έχει τα ίδια, αν όχι και περισσότερα κενά σε προσωπικό σε σχέση με πέρσι; Αφού φέτος συνταξιοδοτήθηκαν 500 και στη θέση τους προσέλαβαν… 450 πυροσβέστες.
Κι ακόμη πως εξηγείται, με δεδομένες τις συνθήκες της κλιματικής κρίσης και το αναμενόμενο των δασικών πυρκαγιών, το χειμώνα που πέρασε να έχουν καταργήσει τους φορείς διαχείρισης των προστατευόμενων οικοσυστημάτων;
Πως είναι δυνατόν, δηλαδή, ενώ ανέμεναν δασικές πυρκαγιές, να έχουν καταργήσει το μόνο θεσμό που αποδεδειγμένα τόσα χρόνια προστάτευε αποτελεσματικά τα σπάνια δασικά οικοσυστήματα, όπως το δάσος της Δαδιάς στον Έβρο;
Πως είναι δυνατόν να μην αντιλαμβάνονται τη σημασία που είχε η αντιπροσωπευτική σύνθεση των φορέων διαχείρισης, αλλά και η τοπική τους δράση, στην προστασία των σπάνιων οικοσυστημάτων από δασικές πυρκαγιές;
Και τελικά, πόσο τυχαίο είναι ότι το δάσος της Δαδιάς, αμέσως μετά τη διάλυση του φορέα διαχείρισής του, υπέστη μια ανεπανάληπτη καταστροφή;
Πόσο τυχαίο είναι ότι τα φράγματα που προορίζονταν να τροφοδοτήσουν με νερό τη δασοπυρόσβεση έμειναν φέτος, μετά την κατάργηση του φορέα διαχείρισης, χωρίς νερό;
Τελικά πόσο τυχαίο είναι ότι είτε δεν κάνουν αυτό που πρέπει είτε, ακόμη χειρότερα, κάνουν ακριβώς εκείνα που δεν πρέπει, όπως με την κατάργηση των φορέων διαχείρισης;
Η Πολιτική Προστασία για να υπηρετεί τον στόχο της, για να παράγει δηλαδή αποτελέσματα ως πολιτική και για να παρέχει προστασία, πρέπει να στηρίζεται στην πρόληψη και τον μετριασμό των συνεπειών των φυσικών καταστροφών.
Η Κλιματική Κρίση δεν είναι ούτε πρόσχημα, ούτε δικαιολογία για να αποδίδονται όλα τα δεινά σε αυτήν.
Αντίθετα, η αναγνώριση των συνθηκών της Κλιματικής Κρίσης και η επίγνωση των κινδύνων που αυτές εγκυμονούν πρέπει να λειτουργεί ως κίνητρο για λήψη μέτρων προσαρμογής στις νέες δυσμενείς συνθήκες.
Η κλιματική κρίση δεν μπορεί να είναι αφορμή για μια επικοινωνιακή διαχείριση, άλλοτε μέσω απόκρυψης της αλήθειας και άλλοτε μέσω του συμψηφισμού των δικών μας πυρκαγιών με πυρκαγιές σε άλλα μέρη του κόσμου, όπως τα ΜΜΕ επιδιώκουν τελευταία.
Διότι και πέρσι κάηκαν τα δάση της Μεσογείου. Αλλά μόνο η Ελλάδα είχε πολλαπλάσιες καμένες εκτάσεις ανά πυρκαγιά σε σύγκριση με τις γειτονικές της χώρες.
Κι αυτό, επειδή υπήρξε Επιμηθέας και όχι, ως όφειλε, Προμηθέας.
Η αύξηση των καμένων εκτάσεων του 2021 κατά 450% σε σχέση με τα τελευταία χρόνια και το καταγεγραμμένο γεγονός ότι οι καμένες εκτάσεις πέρσι ήταν ίσες με το άθροισμα των καμένων εκτάσεων από το 2012 μέχρι το 2020, μας κατατάσσουν σε πρωταγωνιστές στην οικολογική καταστροφή.
Η Πολιτική Προστασία, αν δεν ενσωματώσει την πρόληψη ως βασική πολιτική της προτεραιότητα, τότε δεν είναι ούτε πολιτική, ούτε και προστασία.
Αλλά για να συμβεί αυτό, για να λειτουργήσει δηλαδή η Πολιτική Προστασία προληπτικά, πρέπει η κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική.
Διότι η πολιτική που ακολουθεί σε όλες τις κρίσεις, από την υγειονομική και την ενεργειακή, μέχρι την κλιματική, στηρίζεται στην αποδόμηση του κοινωνικού κράτους και στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων δομών.
Αφού σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, την πολιτική των αποτυχημένων παντού όπου εφαρμόστηκαν trickle down economics, η ανάπτυξη δεν θα έρθει με την αξιοποίηση του φυσικού πλούτου, αλλά αντίθετα, μέσα από την καταστροφή του.
Η καταστροφή των οικοσυστημάτων είναι που επιτρέπει την ανέγερση στη θέση τους νέων μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων, προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Η καταστροφή των δασών είναι που επιτρέπει την ανάπτυξη μεγάλων αιολικών πάρκων στην κατεύθυνση αυτού που η κυβέρνηση ονομάζει «πράσινη ανάπτυξη». Και που στην πραγματικότητα είναι «πράσινος καπιταλισμός», αφού ζημιώνει τους πολλούς που ζουν στην ύπαιθρο και ωφελεί τους λίγους που κερδίζουν από την καταστροφή της.
Ο αποδέκτης της πολιτικής που προωθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι οι κοινωνικές δυνάμεις, αλλά η οικονομική ολιγαρχία.
Δεν είναι συνεπώς ούτε ανεπίδεκτοι μαθήσεως που αφήνουν τα δάση να καούν, ούτε ανίκανοι να σχεδιάσουν και να φέρουν αποτελέσματα.
Απλώς δεν ενδιαφέρονται να το κάνουν. Γιατί αποδεδειγμένα δεν ενδιαφέρονται ούτε για τα δάση, ούτε για τη φύση και για τα οικοσυστήματα, ούτε όμως και για εμάς τους ίδιους.
Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να μεταφέρουν πλούτο και κέρδη στους χορηγούς τους. Και σε αυτό η Πολιτική Προστασία τους είναι εμπόδιο, όχι εργαλείο πολιτικής.
Πηγή: https://m.tvxs.gr/