«Βάδιζε αφηρημένα στο δρόμο όταν, άξαφνα, το είδε. Ήταν ένα θεόρατο και όμορφο βουνό από χρυσάφι.
Ο ήλιος το έλουζε και η επιφάνειά του έστελνε πολύχρωμες ανταύγειες που το έκαναν να μοιάζει με διαστημικό αντικείμενο βγαλμένο από ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Το κοίταξε για λίγο υπνωτισμένος.
“Άραγε, ανήκει σε κάποιον;” συλλογίστηκε.
Κοίταξε ολόγυρα αλλά δεν είδε κανέναν.
Τελικά, πλησίασε και το άγγιξε. Ήταν ζεστό.
Πέρασε τα δάχτυλά του στην επιφάνεια κι ένιωσε πως η απαλότητά του στην αφή ήταν ανάλογη της λάμψης και της ομορφιάς του.
“Το θέλω δικό μου”, σκέφτηκε.
Πολύ απαλά, το σήκωσε κι άρχισε να περπατάει μ’ αυτό αγκαλιά έξω από την πόλη.
Μαγεμένος, μπήκε τελικά στο δάσος και κατευθύνθηκε προς ένα ξέφωτο.
Εκεί, κάτω από τον ήλιο του απογεύματος, τοποθέτησε το χρυσάφι με προσοχή στο χορτάρι κι έκατσε να το θαυμάσει.
“Είναι η πρώτη φορά που έχω κάτι πολύτιμο μόνο για εμένα. Κάτι δικό μου. Μόνο δικό μου!” - σκέφτηκαν και οι δύο ταυτοχρόνως.
Όταν κατέχουμε κάτι και γινόμαστε εξαρτημένοι σκλάβοι του, τότε ποιός ανήκει σε ποιόν…;
Ποιός έχει ποιόν;»
"Να σου πω μια ιστορία", Χόρχε Μπουκάι, εκδόσεις opera animus
CoverPhoto: Heavy head by Rokas Aleliunas
Πηγή: https://www.o-klooun.com/