Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

«ΝΑ 'ΧΑ, ΝΑ 'ΧΑ, ΝΑ ΄ΧΑ ΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΣΣΑ ΤΗ ΒΛΑΧΑ»!

ΑΠΟ IRAKLIS3 

Γρά­φει ο Χρή­στος Α. Τού­μπου­ρος //

Ανα­κοι­νώ­θη­κε επί­ση­μα και έτσι είναι. «Ένα από τα θύ­μα­τα του κο­ρω­νοϊ­ού θα είναι φέτος το κα­λο­καί­ρι, οι συ­ναυ­λί­ες και τα πα­νη­γύ­ρια… Ει­δι­κά τα πα­νη­γύ­ρια θα απο­τε­λέ­σουν ανά­μνη­ση και θα με­τα­φερ­θούν για το επό­με­νο κα­λο­καί­ρι». Πα­νη­γύ­ρια γιοκ. Τέλος για φέτος. Ας πε­ρι­μέ­νου­με «του χρό­νου να εί­μα­στε καλά».
Ανά­γκη όμως είναι να ξέ­ρου­με ή μάλ­λον να συ­νει­δη­το­ποι­ή­σου­με πως τα γιορ­τά­σια και τα πα­νη­γύ­ρια μας, τα έθιμά μας, το Ηπει­ρώ­τι­κο ήθος και η ιστο­ρία μας, οι θρύ­λοι και οι πα­ρα­δό­σεις, απο­τε­λούν την αλη­θι­νή άμυνα του πο­λι­τι­σμού μας. Αυτά όλα συν­θέ­τουν ένα ύψι­στο ηθικό χρέος να δια­φυ­λάτ­του­με και να κρα­τού­με ανό­θευ­το τον το­πι­κό μας πο­λι­τι­σμό. Αυτός προσ­δί­δει στην προ­σω­πι­κή μας ταυ­τό­τη­τα, τα ιδιαί­τε­ρα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά που μας ξε­χω­ρί­ζουν ως άτομα, ως Ηπει­ρώ­τες και ως Έλ­λη­νες. Για να μην πέ­σου­με στη λού­μπρ’ της μα­ζο­ποι­η­μέ­νης πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης. Γιατί τότε, αν δεν βυ­θι­στού­με, δεν μας ξε­πλέ­νει ούτε ο Άρα­χθος κα­τε­βα­σμέ­νος…
Στα Τζου­μέρ­κα λοι­πόν κάθε κα­λο­καί­ρι «ακ­μά­ζουν» τα πα­νη­γύ­ρια. Και είναι αλή­θεια πως άλλα γί­νο­νται «μνη­μο­νι­κά ξω­κλή­σια», αφού σ’ αυτά -με χορό και με τρα­γού­δι- απο­τυ­πώ­νο­νται ο καη­μός, η ψυχή, τα βά­σα­να, η φτώ­χεια, ο αγώ­νας, η προ­κο­πή, οι σχέ­σεις, οι χαρές και οι λύπες… Κι όλα αυτά συ­νυ­πάρ­χουν μαζί με την ηπει­ρώ­τι­κη ψυχή και συμ­φύ­ρο­νται σε μια μα­γι­κή σκηνή με πρω­τα­γω­νι­στές όλους και μά­γους τους μου­σι­κούς μας, που απλό­χε­ρα, όλο το βράδυ μας κερ­νούν τη μου­σι­κή τους, φω­τί­ζο­ντας κάθε κρυφή κι αθέ­α­τη γωνιά της πα­ρα­δο­σια­κής ηπει­ρώ­τι­κης παν­δαι­σί­ας. Χί­λιων λο­γιών μου­σι­κές, χί­λιων ει­κό­νων πι­νε­λιές.
Ποια πα­νη­γύ­ρια; Αυτά είναι σουρ­γού­νια. Το έργο γνω­στό και επα­να­λαμ­βα­νό­με­νο στα πε­ρισ­σό­τε­ρα μέρη της Ελ­λά­δας. Ξε­κι­νά­με από τη σύν­θε­ση της ορ­χή­στρας. Το πο­λύ­πα­θο κλα­ρί­νο, η ηλε­κτρι­κή κι­θά­ρα, το αρ­μό­νιο και το ντραμς. «Ήχος πα­ρα­λια­κού μπου­ζου­κο­μά­γα­ζου ή τρι­το­κλα­σά­του σκυ­λά­δι­κου». Το βιολί το έχουν ξω­πε­τά­ξει -χρό­νια τώρα- ο ήχος του αντι­κα­τα­στά­θη­κε από το νια­ού­ρι­σμα του αρ­μό­νιου, το λα­ού­το «πάει καλιά του» και το ντέφι με­τα­νά­στευ­σε. Το δη­μο­τι­κό τρα­γού­δι εκτε­λέ­στη­κε στην κυ­ριο­λε­ξία στα έξι μέτρα από τους “αοι­δούς” -τρο­μά­ρα τους- με τα λαμέ που­κά­μι­σα και τα μυ­τε­ρά πα­πού­τσια. Το κλα­ρί­νο σκού­ζο­ντας από τα μαρ­τύ­ρια που περ­νά­ει στα χέρια του κλα­ρι­νί­στα, «προ­γκού­σε ακόμη και τους ασβούς».
Σα­λα­μέ­ντρες, κου­ρού­νες και κο­ρά­κια, γκου­στέ­ρες και αγριο­γού­ρου­να «πα­ρα­σό­λι­σαν» κυ­ριο­λε­κτι­κά. Κά­πο­τε βα­ρού­σα­με τα τε­νε­κέ­δια για να φύ­γουν οι ασβοί. Τώρα δεν χρειά­ζε­ται. Με­ρί­μνη­σε η ορ­χή­στρα. Τι ο κό­κο­ρας από τη Σαμ­ψού­ντα, τι το ντι­πι­τά­ει, που ακού­γε­ται καμιά χι­λιά­δα τη βρα­διά, τι το μωρό, όλα αυτά συν­θέ­τουν μια «μου­σι­κή παν­δαι­σία» που πα­ρο­μοιά­ζο­ντάς την δεν ταυ­τί­ζε­ται ούτε με μια γαυ­γι­στί συ­ναυ­λία. «Να ‘χα, να ‘χα, να ‘χα τη γει­τό­νισ­σα τη βλάχα». Το έχω πει και το έχω γρά­ψει και δεν θα βα­ρε­θώ να το επα­να­λαμ­βά­νω: «Το ηπει­ρώ­τι­κο πα­νη­γύ­ρι. Η ηπει­ρώ­τι­κη πα­ρά­δο­ση. Αλη­θι­νά κα­κο­ποι­η­μέ­νες λέ­ξεις…
Αυτά όλα είναι εκτε­λε­στι­κά όρ­γα­να της πα­ρά­δο­σης. Ούτε νέα πο­λι­τι­σμι­κά στοι­χεία είναι ούτε του­λά­χι­στον υπο­φερ­τά. Το σκού­ξι­μο και το γρα­τσού­νι­σμα, το άσμα του τύπου «μ’ αγα­πάς ή τζά­μπα πίνω», που ακού­γε­ται κατά κόρον όλη τη βρα­διά απο­διώ­χνουν την πα­ρά­δο­ση και εξευ­τε­λί­ζουν κάθε πο­λι­τι­στι­κή έν­νοια. Πλή­ρης η πα­ρακ­μή. Αλη­θι­νή η δο­λο­φο­νία.
Αμήν, αμήν, μάλ­λον αμάν. Μα­κά­ρι ο κο­ρω­νο­ϊ­ός να μας βάλει μυαλό και κα­τα­νο­ή­σου­με τι εστί πα­ρά­δο­ση, πα­νη­γύ­ρι και λαϊ­κός πο­λι­τι­σμός. Έχου­με μέχρι του χρό­νου καιρό να σκε­φτού­με, να απο­δε­χτού­με και να προ­ε­τοι­μα­στού­με. Καλά πα­νη­γύ­ρια, λοι­πόν, όποτε κι αν γί­νουν.

Πηγή: https://atexnos.gr/