Δέκα ηµέρες έχουν περάσει και τίποτα δεν έχει αλλάξει στη ζωή του. Πηγαίνει στη δουλειά, καλημερίζει τους γνωστούς που συναντά στον δρόμο, «δόξα τω Θεώ, όλα καλά» απαντά όταν τον ρωτούν πώς είναι. Χαίρεται που πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Το σπίτι του είναι στολισμένο, η ορεινή κωμόπολη όπου ζει επίσης, πολλοί επισκέπτες θα έρθουν στον τόπο τους τις γιορτές, θα γεμίσουν τα μαγαζιά, θα «κινηθεί» η οικονομία κι όλοι έχουν το χαμόγελο αυτής της προσμονής. Ηδη κανονίζει, με συγγενείς και φίλους, τις γιορτινές μαζώξεις. Τις έχει ανάγκη τέτοιες ανάσες. Θα πάρει δωράκια για τους αγαπημένους του (έτσι, για το καλό), θα φάει οπωσδήποτε ένα μεσημέρι στο σπίτι των γονιών του (η οικογένεια πάνω απ’ όλα), ίσως πάει και στην εκκλησία. Τα βράδια κοιμάται βαθιά κάτω από τα ζεστά του σκεπάσματα.
Δέκα μέρες έχουν περάσει από τη μέρα που αφαίρεσε μια ζωή. Μια ζωή που για εκείνον δεν είχε απολύτως καμία αξία: ενός σκύλου, του Ολιβερ. Τον βασάνισε πρώτα. Του έδεσε το στόμα, του έσπασε με κλωτσιές τα πλευρά και στη συνέχεια τον κακοποίησε σεξουαλικά με ένα αιχμηρό αντικείμενο. Γελάει με τον σάλο που έχει ξεσηκωθεί σε όλη την Ελλάδα. «Απίστευτα πράγματα, κλαίνε για ένα παλιόσκυλο οι φιλόζωοι», σκέφτεται. Ο ίδιος πάντως πολύ το ευχαριστήθηκε. Αισθάνεται πιο δυνατός έπειτα από αυτό, μια απερίγραπτη ηδονή τον διαπερνά όταν θυμάται το ζώο να σφαδάζει στα χέρια του. Μόλις καταλαγιάσει ο ντόρος, ίσως το επαναλάβει. «Δεν είναι καθόλου κακή ιδέα», μονολογεί…
Αντί υστερογράφου: Αυτό που συνέβη με το οκτάχρονο δεσποζόμενο χάσκι στην Αράχωβα δεν μπορώ να το αποκωδικοποιήσω, δεν μπορώ να το μεταβολίσω. Η φρίκη με κάνει να ανατριχιάζω ολόκληρη. Εύχομαι μόνο ο δράστης να βρεθεί και να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Οχι στα λόγια, να μπει στη φυλακή για πολλά χρόνια. Να εφαρμοστεί, επιτέλους, ο νόμος που αντιμετωπίζει ως κακούργημα την κακοποίηση των ζώων, να σταματήσουμε να ακούμε από δικαστικούς λειτουργούς (και μάλιστα από καθέδρας) «τι να κάνουμε, αυτή είναι η μοίρα των ζώων εδώ και αιώνες», να σπάσει η ομερτά των τοπικών κοινωνιών. Κανένας κάτοικος της Αράχωβας δεν μπορεί να κοιμάται ήσυχος όταν ανάμεσά τους κυκλοφορεί ένας ειδεχθής δολοφόνος. Ξεκίνησε από αυτό που θεωρεί ως τον πιο αδύναμο κρίκο, μόλις αισθανθεί αυτοπεποίθηση μήπως στραφεί και σε ανθρώπους; Και ο επόμενος Ολιβερ ίσως είσαι εσύ. Εμείς.
Τασούλα Επτακοίλη
Αποφοίτησε από το Τμήμα Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ. Είναι δημοσιογράφος στην Καθημερινή από το 2001. Έχει γράψει τα βιβλία: «Το άλλο μου ολόκληρο», μια προσωπική μαρτυρία για την απώλεια, την ποιητική συλλογή «Η γυναίκα στο ασανσέρ», τα μυθιστορήματα «Κέρμα στον αέρα» και «Με βλέπεις;»
Πηγή: https://www.kathimerini.gr/