Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΒΥΣΣΟ!


   Παναγιώτης Σωτήρης

Η νέα διαίρεση του κόσμου και μια Ευρώπη αντιμέτωπη με τον πόλεμο και τη βαναυσότητα
Η Ευρώπη κατρακυλά στην άβυσσο της βαναυσότητας και του πολέμου. Δεν είναι ο πρώτος πόλεμος στο έδαφός της τις τελευταίες δεκαετίες –η Γιουγκοσλαβία παραμένει πρόσφατη- ούτε ο μόνος στη γειτονιά της, από τον Καύκασο μέχρι τη Συρία τα θύματα είναι πολλά. Όμως, είναι ο πρώτος πόλεμος που παραπέμπει στο είδος των πολέμων που όταν ξεκινούσαν δεν τελείωναν γρήγορα και στο τέλος είχε μικρή σημασία ποια ήταν η αφορμή που ξεκίνησαν (όπως θυμίζει πάντα το Σαράγιεβο το 1914).
Όπως συμβαίνει συνήθως στους πολέμους πάντα υπάρχει η δυσκολία να προσπαθήσει κανείς να δει πώς φτάσαμε σε αυτούς, πέραν του να προσπαθήσει να αποκόψει ένα τμήμα της ιστορικής ακολουθίας που θα επιτρέπει να καταδειχθεί ποιος πήρε την πρωτοβουλία και άρα έχει την ευθύνη και την ενοχή. Μόνο που το «Δικαστήριο της Ιστορίας» είναι μια μεταφορά και επομένως η κρίσιμη ευθύνη απέναντι στα θύματα ενός πολέμου – του κάθε πολέμου –, τους νεκρούς, τους τραυματίες, τους πρόσφυγες είναι και η προσπάθεια να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς της βαναυσότητας, μήπως και μπορέσουμε να τους ξεριζώσουμε.
Αυτό που περιγράφηκε ως μεταψυχροπολεμικός κόσμος ουδέποτε ακολούθησε τις υποσχέσεις μια νέας εποχής ειρήνης. Πολύ περισσότερο αποτελούσε το έδαφος νέας μορφής ανταγωνισμών, ιδίως από τη στιγμή που αποδείχθηκε (όπως είχε ήδη φανεί το 1914…) ότι η αποδοχή της αγοράς και του καπιταλισμού ως κοινού ιστορικού ορίζοντα δεν μεταφραζόταν και σε κοινή προοπτική ειρήνης. Ανταγωνισμοί, γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, διεκδίκηση ηγεμονικού ρόλου, εθνικισμοί πυροδότησαν από νωρίς συγκρούσεις ή φόρτισαν αντιπαραθέσεις που προϋπήρχαν. Και στις μέρες μας βλέπουμε να αποσαφηνίζονται δύο πόλοι στην σύγκρουση.

Η νέα διαίρεση

Στη μία πλευρά, έχουμε την προσπάθεια να διαμορφωθεί ένας νέος πόλος της «Δύσης» οριζόμενης ως το πλέγμα των χωρών που πιστεύουν στην αγορά και μια εκδοχή «φιλελεύθερης δημοκρατίας» και που εκπροσωπείται από αυτό που ιστορικά ορίστηκε ως «ατλαντισμό». Παρά την προσπάθεια να ταυτιστεί με το «διεθνές δίκαιο» σε μεγάλο βαθμό χαρακτηρίστηκε από ad hoc αποφάσεις μεγάλων πολεμικών επιχειρήσεων και κυρίως μια λογική «μειωμένης κυριαρχίας», που εκφράστηκε από διαφορετικές αλλά όχι αποκλίνουσες αφετηρίες, τόσο στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», όσο και όμως και στη λογική της οικονομικής επιτροπείας (από τα προγράμματα δομικής προσαρμογής του ΔΝΤ έως τα Μνημόνια). Ένας πόλος που στο όνομα του ‘nation building’ οδήγησε σε μεγάλες τραγωδίες
Στην άλλη πλευρά ένας αναδυόμενος πόλος, ακόμη ασαφής στο περίγραμμά του (η «ευρασιατική σύγκλιση» Ρωσίας και Κίνας απέχει από το να αποτελεί συγκροτημένη ιστορική δυναμική) που υπογραμμίζει περισσότερο την ανάγκη του απαραβίαστου της κυριαρχίας και μια λογική «ισορροπίας δυνάμεων», με όλα όσα αυτό συνεπάγεται, όπως ο σεβασμός «ζωνών επιρροής», ή η ύπαρξη χωρών που να λειτουργούν ως «buffer zone». Ένας πόλος, ταυτόχρονα, είναι ιδιαίτερα αυταρχικός (στο νήμα που συνδέει την Τιεν Αν Μεν με το Γκρόζνι) και όταν το επιλέξει ιδιαίτερα βάναυσος.
Στις μέρες μας η σύγκρουση αυτή ανάμεσα στους πόλους κλιμακώνεται σε αυτό που πλέον ανοιχτά περιγράφεται ως ο «Νέος Ψυχρός Πόλεμος», χωρίς την έστω και επίφαση αντιπαράθεσης κοινωνικών συστημάτων, ιδεολογιών και οραμάτων που σφράγισε τον προηγούμενο, αλλά με την ίδια απαίτηση και πίεση «συστράτευσης». Με ανοιχτό το ενδεχόμενο μετά και τα γεγονότα της Ουκρανίας να πάρει μορφές πολύ πιο συνολικής ρήξης, με το τίμημα προφανώς να το πληρώνουν οι χώρες που αποτελούν το πεδίο της άμεσης σύγκρουσης, αλλά και αυτές που θα πληρώσουν το κόστος της αντιπαράθεσης.

Μπορεί να υπάρξει μια διαφορετική κατάσταση;

Μπορεί να υπάρξει μια διαφορετική διεθνής αρχιτεκτονική, που να στηρίζεται λιγότερο στον κυνισμό, τη βαναυσότητα, την υποκρισία (ας αναλογιστούμε πόσες χώρες δεν θα έπρεπε όντως να συμμετέχουν στο SWIFT εάν γενικευόταν το κριτήριο της παραβίασης του διεθνούς δικαίου ή της παράνομης κατοχής εδαφών…) και που να διαμορφώνει μια σύνδεση ανάμεσα στη αλληλεγγύη, την ειρηνική συνύπαρξη, τη δημοκρατία; Μπορεί να υπάρξει μια πραγματική πρόοδος σε αυτό που λέμε «ανθρώπινα δικαιώματα» χωρίς την καταφυγή σε μια διεθνή «αστυνομική» λογική (που συχνά λειτουργεί σχεδόν νεοαποικιοκρατικά); Μπορεί να κατοχυρωθεί μια αρχή της μη επέμβασης που να μην καταλήγει σε εθελοτυφλία;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι ήδη πριν τον «Νέο Ψυχρό Πόλεμο» αλλά και πριν τις όποιες διακηρύξεις της μεταψυχροπολεμικής εποχής, είχε προηγηθεί μια περίοδος όπου το αίτημα του διεθνισμού, αυτό που αποτυπώθηκε στην Ισπανία ή την αντιφασιστική αντίσταση, και που άφησε εν μέρει το στίγμα του στη αρχική διαμόρφωση του ΟΗΕ, είχε δώσει τη θέση του στη λογική της επέμβασης, στην Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία, το Αφγανιστάν, σε μια ιδιότυπη συμμετρία με το νήμα των επεμβάσεων της «άλλης πλευράς», από τη Λατινική Αμερική έως το Βιετνάμ.


Τι σημαίνει το «ναι στην ειρήνη»

Σε αυτή τη βάση, περισσότερο παρά ποτέ, το «όχι στον πόλεμο» και το «ναι στην ειρήνη», οι αναγκαίες αφετηρίες οποιασδήποτε συζήτησης για όσα βλέπουμε να εκτυλίσσονται, απαιτούν και την προσπάθεια να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που συμβαίνει, ποια αίτια το γεννούν σε έναν κόσμο περισσότερο άνισο, αντιφατικό και συγκρουσιακό ίσως παρά ποτέ.

Πηγή: https://www.in.gr/