«Τα μέσα ενημέρωσης σε όλη τη χώρα αναμετέδωσαν την είδηση και ο κόσμος είδε για πρώτη φορά πραγματικά το σχολείο-αναμορφωτήριο… Δεν υπήρχε κάποιο ανώτερο σύστημα που καθοδηγούσε τη βία στο Νίκελ, απλώς μία κακία χωρίς διακρίσεις… Τα βίντεο προκαλούσαν αναστάτωση. Σκιές σέρνονταν και έτρεμαν στις γωνίες και κάθε λεκές ή σημάδι έμοιαζε με ξεραμένο αίμα… Θεσμοθετημένος ρατσισμός και κοινωνικός διαχωρισμός. Οι λευκοί τρόφιμοι έχουν φυσικά ιδιαίτερη μεταχείριση. Οι μαύροι είναι καταδικασμένοι σε αφανισμό… η κακία πήγαινε βαθύτερα από το χρώμα του δέρματος… Τα αγόρια του Νίκελ δεν άξιζαν ούτε πενταροδεκάρες…»
Ο φρικιαστικός κόσμος του Νίκελ, αυτού του κολαστηρίου ψυχών, αποκαλύπτεται μέσα από τα μάτια και την αφήγηση του Αφροαμερικανού συγγραφέα Colson Whitehead στο βιβλίο του «Τα αγόρια του Νίκελ» από τις εκδόσεις Ίκαρος (2020), μετάφραση Μυρσίνης Γκανά. Είναι ένας φόρος τιμής, ένα μνημείο στη μνήμη περισσοτέρων από εκατό παιδιών πεσόντων στη μάχη της απανθρωπιάς και του ρατσισμού. Το βιβλίο τιμήθηκε με τα βραβεία Pulitzer 2020 και Kirkus Prize 2019 και ήταν στη λίστα του US National Book Award 2019. To Time το χαρακτήρισε ως ένα από τα δέκα σημαντικότερα μυθιστορήματα της δεκαετίας. Ο Colson Whitehead βλέπει και αγγίζει τις πληγές «των αδερφών του» και μας δίνει ένα αξέχαστο μυθιστόρημα. Αξέχαστο, γιατί ο ίδιος δεν ξεχνά και «βουτά» στα ανήλιαγα μονοπάτια του χρόνου. Το βιβλίο του, βασίζεται σε αληθινή ιστορία, την ιστορία ενός αναμορφωτηρίου που κατέστρεψε τη ζωή χιλιάδων παιδιών, αφήνοντας τα σημάδια του πάνω τους ακόμη και μέχρι τις μέρες μας. Μια ιστορία ωμής αδικίας και ενός άλυτου γόρδιου δεσμού του ντροπιαστικού προβλήματος του ρατσισμού και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αφορμή γι’ αυτό το βιβλίο ήταν η αποκάλυψη της φρίκης που βίωσαν εκατοντάδες αγόρια, όταν το 2011στο Dozier School στη Φλόριντα μια ομάδα αρχαιολόγων ανακάλυψαν αρχικά 55 αταυτοποίητους τάφους σε ένα τμήμα της έκτασης του σχολείου που αποδείχτηκε μυστικό νεκροταφείο. Το Dozier School ή αναμορφωτήριο ή σχολείο ή ακαδημία (Νίκελ στο βιβλίο) λειτούργησε για πάνω από εκατό χρόνια παρά τις φήμες που κυκλοφορούσαν κατά καιρούς για κακοποιήσεις, βασανιστήρια και δολοφονίες τροφίμων από το προσωπικό του ιδρύματος. Οι επιζώντες κατάφεραν να ακουστούν. Οι δημοσιευμένες καταθέσεις τους μιλούν για ακραία σωματική, ψυχολογική και σεξουαλική βία. Οι μνήμες δεν ξύπνησαν τώρα. Τους ακολουθούν σε κάθε στάδιο της ζωής τους. Ο συγγραφέας παίρνοντας στοιχεία από τους επιζώντες δημιουργεί μια σκληρή ιστορία στην οποία επιβιώνει η σαδιστική βία. Ένα μυθιστόρημα υψηλού επιπέδου καταδεικνύοντας το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων μέσα από έναν λογοτεχνικό ήρωα τον Έλγουντ Κέρτις.
Το βιβλίο μας μεταφέρει στη δεκαετία του 1960 και μιλάει για μια πραγματικότητα που τη ζούσαν οι έγχρωμοι στην Αμερική και δυστυχώς δεν έχει αλλάξει τελείως ακόμα και σήμερα. Παρακολουθεί τα βήματα του Έλγουντ Κέρτις, ενός έξυπνου και ευφυούς Αφροαμερικανού αγοριού που εμπνέεται από τις ομιλίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και προσπαθεί να ζήσει σύμφωνα με τα ιδανικά του. Με αυξημένο αίσθημα δικαιοσύνης, με μεγάλη αισιοδοξία και μια αίσθηση αξιοπρέπειας που χαρακτηρίζει τις επιλογές και τον τρόπο ζωής του. Όνειρό του οι σπουδές στο τοπικό κολέγιο. Παραμονή της εγγραφής του, το όνειρο γίνεται εφιάλτης όταν ο Έλγουντ στο δρόμο για το κολέγιο κάνει ωτοστόπ. Το αυτοκίνητο που τον παίρνει είναι κλεμμένο, με οδηγό έναν άλλο Αφροαμερικανό. Τους σταματά η αστυνομία και συλλαμβάνονται. Ο Έλγουντ δικάζεται ως συνεργός. Η λευκή δικαιοσύνη τον καταδικάζει σε τρία χρόνια εγκλεισμό στο κατ’ ευφημισμόν «σχολείο» του Νίκελ όπου παρέχεται σωματική, πνευματική και ηθική εκπαίδευση, ώστε οι ανήλικοι παραβάτες να μεταμορφωθούν σε έντιμους πολίτες. Η κόλαση μόλις ξεκινά…
Από την πρώτη πρόταση του βιβλίου «Ακόμα και τα νεκρά αγόρια δημιουργούν προβλήματα» αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για ένα σκληρό ανάγνωσμα με βαρύ πολιτικό και συναισθηματικό περιεχόμενο. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια ρεαλιστική, διεισδυτική γραφή χωρίς να πέφτει στην παγίδα της στείρας καταγγελίας ή του συναισθηματισμού. Αναζητά αιτίες, θέτει ερωτήματα και ταρακουνάει τον αναγνώστη ενεργοποιώντας τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά του. Ο τρόπος που περιγράφει τα γεγονότα, είναι απλός, χωρίς πολύπλοκες αφηγηματικές τεχνικές κάνει τον πόνο εντονότερο, βάζει βαθύτερα το μαχαίρι στην πληγή του ρατσισμού. Αποφεύγει τους μελοδραματισμούς, την ωμή απεικόνιση των βίαιων στιγμών, την οργή της καταγγελίας και με μία λεπτοδουλεμένη αφήγηση, με έναν διάχυτο λυρισμό φτάνει από το σκοτάδι του παρελθόντος σε αυτό του παρόντος. Με ένα λόγο ανάμεσα στη διακριτικότητα και τη σιωπή οι περιγραφές του σε πολλά σημεία προκαλούν αποτροπιασμό για τη θεσμική τρέλα και την ανατριχιαστική μεταχείριση ανθρώπου σε άνθρωπο και ειδικά όταν πρόκειται για παιδιά. Ο επίλογος επιφυλάσσει μια αναπάντεχη ανατροπή. Θα αντέξει ο Έλγουντ, έχοντας ως στήριγμα την χαρισματική φωνή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ που ηχεί συνεχώς στα αυτιά του, προσφέροντάς του ελπίδα και αξιοπρέπεια; Η ίδια η κατάληξη της ιστορίας, που παίζει χρονικά με το παρελθόν και το σύγχρονο παρόν, θα δώσει την απάντηση στον αναγνώστη.
«Στους πιο μεγάλους πολέμιους μας εμείς λέμε: Θα ισοφαρίσουμε την ικανότητά σας να προκαλείτε πόνο με την ικανότητά μας να αντέχουμε τον πόνο. Θα ισοφαρίσουμε τη σωματική βία με την δύναμη της ψυχής μας… Ρίξτε μας στη φυλακή, και θα σας αγαπάμε και πάλι… Αλλά να είστε βέβαιοι ότι θα σας εξαντλήσουμε με την ικανότητά μας να υποφέρουμε, και κάποια μέρα θα κερδίσουμε την ελευθερία μας».
Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ
Καλό διάβασμα!
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Colson Whitehead γεννήθηκε το 1969 και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη, όπου ζει. Αφού αποφοίτησε από το Χάρβαρντ, άρχισε να εργάζεται για την εφημερίδα Village Voice, γράφοντας κριτικές για τηλεοπτικές εκπομπές, βιβλία και μουσική. Άρθρα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευτεί στα New York Times, The New Yorker, New York Magazine, Harper's και Granta. Έχει γράψει επτά μυθιστορήματα, τα οποία έχουν αποσπάσει πολλά βραβεία. Στη χώρα μας έχουν εκδοθεί ο Υπόγειος Σιδηρόδρομος (Ψυχογιός, 2018) και Τα αγόρια του Νίκελ ( Ίκαρος,2020). Έχει διδάξει στα Πανεπιστήμια του Χιούστον, στο Κολούμπια, στο Μπρούκλιν, της Νέας Υόρκης, στο Πρίνστον, στο Γουέσλιαν και στο κολέγιο Χέντερ.