Επιμέλεια: Ελένη Σοφού
Σέρρα είναι ο σπουδαιότερος χορός του Πόντου, ο γνωστός Πυρρίχιος (ο χορός της φωτιάς), μια αρχαιοελληνική πολιτισμική κληρονομιά. Το όνομά του προέρχεται από τον ποταμό Σέρρα της Τραπεζούντας γιατί χορευόταν σε αυτή την περιοχή. Στο βιβλίο που θα σας παρουσιάσω (προτείνω) σήμερα με τίτλο-σέρρα-Η ψυχή του Πόντου του Γιάννη Καλπούζο (2016) διαδραματίζονται ιστορικές εξελίξεις (εκτοπισμός Ελλήνων Ποντίων και Αρμενίων) στο ρυθμό αυτού του χορού, που ξεκινάει αργά και ύστερα επιταχύνει…
Αφετηρία της υπόθεσης ο Ιούνιος του 1915 στην Τραπεζούντα, την εποχή που ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος λυμαίνεται τις τύχες των ανθρώπων και οι Πόντιοι βρίσκονται στα τάγματα εργασίας παλεύοντας να επιβιώσουν σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Μια μικρή κοπέλα αρμενικής καταγωγής θα φυγαδευτεί για να γλιτώσει από τον θηριώδη Οθωμανό διώκτη της. Θα κρυφτεί στο σπίτι ενός νέου άντρα, του Γαληνού. Παράλληλα, στην περιοχή Ορντού μια νεαρή κοπέλα, εύπορης καταγωγής, σχεδιάζει το γάμο της μαζί του. Κι ενώ ο Γαληνός, ένας πολύ μορφωμένος για την εποχή του άντρας, θα βρεθεί αντιμέτωπος με το δίλημμα ανάμεσα στις δύο αυτές γυναίκες και θα νιώσει να δοκιμάζονται οι προσωπικές του αντοχές, η Ιστορία θα γράφει νέες σελίδες με τον εκτοπισμό των Αρμενίων και τη δίωξη όσων κρύβουν Αρμένιους να πρωταγωνιστούν σ’ αυτές και θα αντιστρατεύεται κάθε προσπάθεια των ηρώων να ζήσουν μια ανέφελη ζωή. Οθωμανοί διώκτες (Νεότουρκοι και στη συνέχεια Κεμαλιστές), Ρώσοι και Τούρκοι κατάσκοποι, Ρωμιοί καταδότες, οι διώξεις των Ελλήνων Ποντίων, η καθημερινή τους ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία και στις στέπες του Καζακστάν, περιδιαβαίνουν τις σελίδες του βιβλίου και δημιουργούν νέες συνθήκες και απρόβλεπτες ανατροπές. Ένας ανεμοστρόβιλος από γεγονότα αρχίζει για το Γαληνό που τόσο σκληρά του επιβάλλει η μοίρα. Θα περάσει δια πυρός και σιδήρου, θα αδικηθεί, θα προδοθεί, θα πονέσει, θα ορκιστεί για εκδίκηση και όλα αυτά τα συναισθήματα ακολουθούν τα βήματα και τους συμβολισμούς του κορυφαίου ποντιακού χορού σέρρα, του χορού της λεβεντιάς. «Άμα γνωρίσεις πόσα σκαλοπάτια κατέβηκαν ορισμένοι άνθρωποι απ’ την αξιοπρέπεια και την ευημερία στην καταισχύνη και στην εξαθλίωση, αλλιώς μετράς το κάθε βήμα σου, αλλιώς στοχάζεσαι τα της ζωής σου, κι αλλιώς, πιο λεύτερη, βγαίνει η ανάσα σου».
Αφετηρία της υπόθεσης ο Ιούνιος του 1915 στην Τραπεζούντα, την εποχή που ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος λυμαίνεται τις τύχες των ανθρώπων και οι Πόντιοι βρίσκονται στα τάγματα εργασίας παλεύοντας να επιβιώσουν σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Μια μικρή κοπέλα αρμενικής καταγωγής θα φυγαδευτεί για να γλιτώσει από τον θηριώδη Οθωμανό διώκτη της. Θα κρυφτεί στο σπίτι ενός νέου άντρα, του Γαληνού. Παράλληλα, στην περιοχή Ορντού μια νεαρή κοπέλα, εύπορης καταγωγής, σχεδιάζει το γάμο της μαζί του. Κι ενώ ο Γαληνός, ένας πολύ μορφωμένος για την εποχή του άντρας, θα βρεθεί αντιμέτωπος με το δίλημμα ανάμεσα στις δύο αυτές γυναίκες και θα νιώσει να δοκιμάζονται οι προσωπικές του αντοχές, η Ιστορία θα γράφει νέες σελίδες με τον εκτοπισμό των Αρμενίων και τη δίωξη όσων κρύβουν Αρμένιους να πρωταγωνιστούν σ’ αυτές και θα αντιστρατεύεται κάθε προσπάθεια των ηρώων να ζήσουν μια ανέφελη ζωή. Οθωμανοί διώκτες (Νεότουρκοι και στη συνέχεια Κεμαλιστές), Ρώσοι και Τούρκοι κατάσκοποι, Ρωμιοί καταδότες, οι διώξεις των Ελλήνων Ποντίων, η καθημερινή τους ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία και στις στέπες του Καζακστάν, περιδιαβαίνουν τις σελίδες του βιβλίου και δημιουργούν νέες συνθήκες και απρόβλεπτες ανατροπές. Ένας ανεμοστρόβιλος από γεγονότα αρχίζει για το Γαληνό που τόσο σκληρά του επιβάλλει η μοίρα. Θα περάσει δια πυρός και σιδήρου, θα αδικηθεί, θα προδοθεί, θα πονέσει, θα ορκιστεί για εκδίκηση και όλα αυτά τα συναισθήματα ακολουθούν τα βήματα και τους συμβολισμούς του κορυφαίου ποντιακού χορού σέρρα, του χορού της λεβεντιάς. «Άμα γνωρίσεις πόσα σκαλοπάτια κατέβηκαν ορισμένοι άνθρωποι απ’ την αξιοπρέπεια και την ευημερία στην καταισχύνη και στην εξαθλίωση, αλλιώς μετράς το κάθε βήμα σου, αλλιώς στοχάζεσαι τα της ζωής σου, κι αλλιώς, πιο λεύτερη, βγαίνει η ανάσα σου».
Ο Γιάννης Καλπούζος γράφοντας αυτό το βιβλίο, χρησιμοποιεί μια κρουστή και άλλοτε μια ποιητική γλώσσα με συμπυκνωμένα νοήματα, στοχεύει στην καρδιά της ποντιακής ψυχής και ταυτόχρονα παραδίδει ένα βιβλίο για την ιστορία του Πόντου. Με μοναδικό τρόπο ο συγγραφέας ζωντανεύει μοναδικά το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής και μας οδηγεί έντεχνα στα πραγματικά γεγονότα. Σκηνοθετεί κινηματογραφικές σκηνές με ρεαλισμό και γοητευτικό τρόπο και περιγράφοντας με τις απαραίτητες λεπτομέρειες μας μεταφέρει στα δεινά των Ποντίων μέσα από την ιστορία και τη ζωή των ηρώων. Ζωντανεύει στην κυριολεξία την εποχή, περιγράφοντας με λυρισμό τις πολιτείες και τα χωριά της υπαίθρου. Δημιουργεί φωτογραφικές απεικονίσεις που σηματοδοτούν την προσωπική του έκφραση είτε πρόκειται για ένα τοπίο, είτε για ένα κοινωνικοπολιτικό και ιστορικό γεγονός , είτε απλά μέσα από την περιγραφή των δεινών των ηρώων. Αναπλάθει ήθη και έθιμα, γεύσεις, προσδοκίες και όλα αυτά χωρίς να κουράζει τον αναγνώστη. Συνδυάζει αριστουργηματικά τη λογοτεχνική έκφραση με ποιητική αύρα (με αλληγορίες, μεταφορές και παρομοιώσεις). Μεταφέροντας τοπικές διαλέκτους, ιδιωματισμούς και στοιχεία ντοπιολαλιάς ενώνει τον Πόντο με τη αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Η περιγραφή του χορού καθηλώνει τον αναγνώστη: «Αργά, κοφτά, ξεκίνησε η μουσική και κατόπιν όλο και ταχύνεται ο ρυθμός, να ξαναπέφτει και πάλι ογλήγορος. Ταίριαζαν οι βηματισμοί τους με το άγριο των βουνών, το άγριο της ζωής τους και με τα πολεμικά τεχνάσματα που παρίστανε ο αρχαίος Πυρρίχιος χορός. Επίθεση, άμυνα, παραφύλαξη, απειλή, οπισθοχώρηση, ελιγμό, κάλυψη, όλα τα περιέκλειε ο χορός τους. «Όι! Όι!» Έβγαζαν κραυγές άναρθρες σαν να νογούσαν ότι δεν τους βοηθά η γλώσσα να παραστήσουν όλα τούτα με λόγια κι επιστράτευαν το κορμί να τα συλλαβίσει. Όμως δεν ήταν μόνο τούτα. Έσφιγγαν τα χέρια τους, καθώς δένουν τα κλωνάρια στον κορμό, σ΄ένα αντάμωμα συντρόφων, ζωντανών και αποθαμένων. Κι έσκαβαν με τις μπότες τη γης, θαρρείς κράζοντάς της ότι την πατούν και συγχρόνως σάμπως ν’ αφουγκράζονται όσους τους φωνάζουν από κάτω, γενιές και γενιές πρωτύτερα. Χόρευαν κι έδειχναν να υπερίπτανται του κόσμου. Να κάθεται ο Θεός μέσα στον άνθρωπο κι ο άνθρωπος ν’ αρπάζεται από τον Θεό…». Ο Καλπούζος διέσωσε τα χαρακτηριστικά και τις αξίες ενός κόσμου που έσβησε όπως η λεβεντιά, η τιμή, η αίσθηση του χρέους και η αξιοπρέπεια και αυτό το μυθιστόρημα είναι το καλύτερο μνημόσυνο γι αυτούς που χάθηκαν, μια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.« Κοιτάς μπροστά, όταν δεν ξεχνάς από πού έρχεσαι».
Καλό διάβασμα!
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ γεννήθηκε στο χωριό Μελάτες της Άρτας το 1960. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, στίχους σε 80 τραγούδια, διηγήματα και μυθιστορήματα. Με την ποιητική συλλογή «Έρωτας νυν και αεί» ήταν υποψήφιος στη βραχεία λίστα για το Κρατικό Βραβείο Ποίησης 2008, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (Ε.ΚΕ.ΒΙ.) για το μυθιστόρημά του «Ιμαρέτ». Η παραλογή «Ο λύκος», που εμπεριέχεται στη συλλογή διηγημάτων «Κάποιοι δεν ξεχνούν ποτέ», βραβεύτηκε στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος «Γιώργος Σεφέρης» του Πανεπιστημίου του Παλέρμο. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «Σάος», «Παντομίμα φαντασμάτων», «Άγιοι και δαίμονες», «Ιμαρέτ», «Στη σκιά του ρολογιού», «Σέρρα-Η ψυχή του Πόντου», «Γινάτι», «Ο σοφός της λίμνης», «Ουρανόπετρα», «Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος», η συλλογή διηγημάτων «Κάποιοι δεν ξεχνούν ποτέ», τα εφηβικά του «Ιμαρέτ-1:Οι δύο φίλοι και ο παππούς Ισμαήλ» και «Ιμαρέτ-2: Φάρσες, πόλεμος και όνειρα» καθώς και η ποιητική συλλογή «Ποίηση 2002-2017».