- Αναδημοσίευση από το προσωπικό της Facebook
Η μοναξιά του όχλου πονάει πιο πολύ.
Καλότυχοι είναι όσοι δεν ξέρουν τι θα πει.
Την μοναξιά γνωρίζουν κάποτε οι πιο πολλοί,
σε μια αμμουδιά, στο σπίτι, όπου κι αν βρεθεί.
Μα κείνη την γνωρίζεις, σου είναι αρεστή.
Σ' ακούει, της μιλάς, δυο φίλοι, δυο γνωστοί.
Και σε καταλαβαίνει, και σε κατανοεί,
και νιώθει τον καημό σου, και σε παρηγορεί.
Κι αν πείσματα σου κάνει, δεν σε κατηγορεί,
στην αγκαλιά της μέσα, σου γλυκοτραγουδει.
Η άλλη, όμως, είναι βαθειά εκδικητική !
Χαμόγελο στα χείλη, δεν θέλει να φανεί.
Σε κυνηγά στα πλήθη, βαθειά εμμονικη.
Και σε ρωτά τί ψάχνεις να βρεις μες την ζωή.
Πάνω που χαλαρώνεις, σε πιάνει απ' τ αυτί,
σφυρίζει σαν το φίδι, "Τί θες εδώ εσύ;"
Ψοφαει να σε βλέπει γεμάτο ενοχή.
Τα μάτια από πάνω σου δεν παίρνει ούτε στιγμή.
Όποτε υποφέρεις, ευφραινεται αυτή.
Χρόνια από σένα παίρνει, και τα φοράει αυτή.
Σαν την κακια την μάγισσα, σου τρώει την ζωή.
Τα ύστερα σου κλέβει, τα γεύεται αυτή.
Ζηλοφθονη όπως είναι, σ' ακολουθεί παντού,
λεπτό δεν σου αφήνει ελεύθερο τον νου.
Και σε καταδικάζει, και σε κατηγορεί,
κοιτάει να σε πονέσει ακόμα πιο πολύ.
Στ αυτί σου ψιθυρίζει πως πέταξε η χαρά,
και πως δεν θα γυρίσει πίσω για σένα πια.
Σου ανασύρει μνήμες, εικόνες που πονούν,
ενώ κοιτά χαιρεκακα τις μέρες να περνούν.
Σου επαναλαμβάνει κάθε ώρα και στιγμή,
πως χάθηκε το νόημα σε τούτη την ζωή.
Η μοναξιά του όχλου στριμώχνεται να μπει,
όσο κι αν την διώχνεις, καιροφυλακτει.
Μια ρωγμή ν αφήσεις, τρυπώνει στην στιγμή.
Κλείσε καλά την πόρτα να μην μπορεί να μπει !
( Εικόνα από το web)
