Σάββατο 20 Απριλίου 2024

ΑΦΗΓΗΜΑ: ''Η ΖΩΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΟΛΜΗΣΑ ΝΑ ΖΗΣΩ''!

Της Μαρίας Σταυρίδου // *


Η ζωή που δεν τόλμησα να ζήσω


Μέρες προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου πως απλώς ήμουν πολύ κουρασμένη και δεν μπορούσα να χαλαρώσω… η ένταση και η κούραση της ημέρας είχαν πειράξει τα νεύρα μου και ήταν αδύνατο να κοιμηθώ. Στριφογύριζα για ώρες πάνω στο κρεβάτι, μέχρι που η κούραση με νανούριζε τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα.
Το περίεργο ήταν πως η θύμηση με πολιορκούσε με δεκάδες αναμνήσεις και συγκεκριμένα με δεκάδες δυσάρεστες αναμνήσεις, με διλήμματα που μου μαύρισαν τη ζωή και που μ΄ανάγκασαν να επιλέξω όχι το δρόμο που λαχταρούσε η ψυχή, μα εκείνο το τυπικό μονοπάτι που πάντα επιθυμεί η λογική…
Σπουδές που δεν έγιναν στο εξωτερικό, μέρη που λαχταρούσα να γνωρίσω από κοντά, επαγγελματικές επιλογές με μεγάλο ρίσκο που δεν τόλμησα να επιλέξω, συντροφιές που δίστασα ν΄ακολουθήσω, έναν έρωτα που απαρνήθηκα με μάτια δακρυσμένα… Εμπειρίες που η καρδιά πεινούσε να γευτεί, ν΄αγγίξει, ακόμη και να καεί μαζί τους, που όμως δεν τις έκανα. Δεν άφησα το συναίσθημα να νικήσει, το έθαψα βαθιά… τόσο που ανάγκασα ένα κομμάτι του εαυτού μου να θαφτεί μαζί του.
Πόσο ανόητη στάθηκα Θεέ μου… έκανα το ίδιο μοιραίο λάθος που κάνουν χιλιάδες φοβισμένοι άνθρωποι, που έχουν την ψευδαίσθηση πως θα ζήσουν χίλια χρόνια… πως θα ζήσουν για πάντα έχοντας χιλιάδες ευκαιρίες να δοκιμάσουν και να δοκιμαστούν. Όχι, δε θα ζήσω χίλια χρόνια, δε θα΄χω χίλιες ευκαιρίες… κάθε μέρα η διαδρομή που έχω να διανύσω μικραίνει… στενεύει… γίνεται πιο σκοτεινή, ίσως και πιο αποπνικτική.
Το μονοπάτι της ζωής μου έδωσε και τις επιλογές και τις ευκαιρίες να το ομορφύνω, εγώ όμως επέλεξα τη δύσκολη ανηφόρα… την πιο δύσκολη ανηφόρα… πιστεύοντας βλακωδώς πως αυτό ήταν το σωστό.
Σωστό… λάθος… πόσο ανόητα σκέφτεται ο άνθρωπος που παλεύει με τη συνείδηση και τη λογική, έχοντας πάντα στο μυαλό του τις παιδικές αναμνήσεις των γονιών και των δασκάλων, τις στενόμυαλες συμβουλές που καλουπώνουν και δυστυχώς δεν απελευθερώνουν.
‘Πρέπει’, μια θάλασσα τύψεων και αβάσταχτων ‘πρέπει’, που σ΄αναγκάζουν να κλείσεις τα παράθυρα της καρδιάς, να σφραγίσεις την πόρτα της χαράς, να φυλακίσεις τα όνειρα μιας αγάπης ή έστω μιας βιαστικής αγκαλιάς.
Θύμα και εγώ… από τα πιο ανόητα, αυτής της σκοτεινής θάλασσας των ‘πρέπει’, που μ΄ανάγκασε να διώξω μακριά ταξίδια. που ίσως άφηναν το μυαλό να πετάξει ψηλά… πολύ πολύ ψηλά… που αιχμαλώτισαν την καρδιά να επιλέγει πάντα στα σίγουρα και στα ζεστά, που γέμισαν την ψυχή με φόβους και εφιάλτες σκοτεινούς.
Τώρα απόμεινα έρημη μέσα στο πιο ασφαλές καταφύγιο να ονειρεύομαι ανθρώπους με χαμόγελα, που θα μπορούσαν να είναι ζωγραφισμένα μόνο για μένα, τοπία άπιαστης ομορφιάς που ποτέ δε θα μ΄αγγίξουν, σπάνιες εμπειρίες της ζωής που άφησα να με προσπεράσουν και να με θάψουν ζωντανή-νεκρή σε μια ‘σίγουρη’ ζωή.
Αυτό που πονάει όμως περισσότερο είναι… εκείνος… ο ένας και μοναδικός Έρωτας, που μου έγνεψε να τον πλησιάσω και εγώ αρνήθηκα, που μου χάρισε το πιο σπάνιο, το πιο φωτεινό χαμόγελο και εγώ φοβισμένη κρύφτηκα, που τα χείλη του είχαν τη δύναμη να με ταξιδέψουν εκεί που λαχταρούσε η καρδιά και εγώ πεισματικά τ΄απαρνήθηκα.
Παλεύω τώρα πάνω στ΄άδεια σεντόνια να φέρω την ανάμνηση του κοντά μου, με κάποιο τρόπο ν΄αφήσω εκείνες τις λίγες αναμνήσεις να ζεστάνουν το κορμί και την καρδιά μου. Ξέρω πως μόλις ξημερώσει η σκληρή πραγματικότητα θα τον διώξει μακριά μου… ξέρω πως αυτή είναι η τιμωρία μου για την ανόητη συμπεριφορά μου… τώρα πια ξέρω…

*Μαρία Σταυρίδου, Αρθρογράφος * Λογοτέχνιδα, Των Εκδόσεων Γλαύκα

Πηγή: https://www.fractalart.gr/