ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΕΛΛΑΤΟΛΑΣ
Τα ενεχυροδανειστήρια μας ήταν κυρίως γνωστά από ξένες ταινίες ή από ιστορίες του πολέμου και της κατοχής και ήταν συνδεδεμένα στην κοινή συνείδηση με την αισχροκέρδεια και την απάτη. Στα χρόνια της κρίσης η εξάπλωση και διάδοσή τους υπήρξε εντυπωσιακή.
Ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια το ένα μετά το άλλο και για πολλούς αποτελούσαν την πιο πειστική απόδειξη για την καταστροφή που υπέστη η οικονομία της χώρας και κατά συνέπεια των νοικοκυριών. Στην Ελλάδα το ενεχυροδανειστήριο είναι θεσμός που λειτουργεί από τον 19ο αιώνα, αλλά η σχετική νομοθεσία ανανεώθηκε ριζικά κατά τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Στην αγορά συναντά κανείς δυο ειδών ενεχυροδανειστήρια: το κρατικό που λειτουργεί ως κοινωνικό μέτρο για την προστασία των πολιτών από τους τοκογλύφους και τα ιδιωτικά που «βαράνε» στην ανάγκη των πολιτών.
Ευφραδής και πειστικός, άνετος και ακαταμάχητος, ο γνωστός στο πανελλήνιο, σταρ των τηλεοπτικών σποτ, Ριχάρδος, εμφανιζόταν ωσάν η χρυσή ευκαιρία της κρίσης. Σαν ένας συμπονετικός κύριος που βάζει πλάτη να σώσει την κοινωνία. Η απάτη φυσικά φαινόταν …από χιλιόμετρα. Όμως η τηλεόραση εκτός από το ότι προβάλει, νομιμοποιεί κιόλας. Στην Κατοχή, οι αντίστοιχοι επαγγελματίες ονομαζόταν μαυραγορίτες και κρατούσαν την ντροπή όλη δική τους. Σήμερα διαφημίζονται αυτοπροσώπως, δηλαδή έχουν πρόσωπο στην κοινωνία, αγοράζοντας τηλεοπτικό χρόνο και …συμπάθεια!
Έτσι, ο Ριχάρδος με την …χρυσή καρδιά, περνούσε χάριν γούστου ως ο Ρομπέν των τιμαλφών! Μόνο που δεν τον μοίραζε τον χρυσό αλλά τον έσπρωχνε στην Τουρκία και κονομούσε χοντρά. Όχι μόνο από τα ενεχυροδανειστήρια αλλά και σαν κλεπταποδόχος χρυσού. Το κύκλωμα λειτουργούσε με βιτρίνα τα καταστήματα του Ριχάρδου όπου διάφορες σπείρες μπουκαδούρων ξέπλεναν τα κλοπιμαία, τα έλιωναν, τα μετέτρεπαν σε ράβδους χρυσού και τα εξήγαγαν στην χρυσή Ανατολή!
Κατά τα άλλα, η δουλειά γινόταν νοικοκυρεμένα μπροστά στα μάτια των αρχών και της κοινωνίας. Τα «μαγαζιά» ξεπέρασαν τα περίπτερα και τα σουβλατζίδικα κι ο Ριχάρδος κάθε μέρα -έναντι πινακίου φακής- στράγγιζε τον κοσμάκη πάνω στη δυστυχία του, και καμιά αρχή δεν συγκινήθηκε να ρίξει μια ματιά σ’ αυτά τα «ιδρύματα», να δει πώς λειτουργούν, τι κάνουν, πώς πορεύονται. Η δε υπόλοιπη κοινωνία την έβρισκε να κάνει γούστο τον «γραφικό» Ριχάρδο, αρνούμενη να αντιμετωπίσει αυτό που γνωρίζει και βιώνει - κρατώντας αποστάσεις από την πραγματικότητα που αρέσκεται να την κάνει ανέκδοτο!
Πηγή: http://www.topontiki.gr