Μάριος Χάκκας (1931 – 1972)
Ο Μάριος Χάκκας ήταν πεζογράφος και ποιητής της μεταπολεμικής γενιάς, που διακρίθηκε κυρίως ως διηγηματογράφος. Παρά τον σύντομο βίο του, άφησε ένα πρωτότυπο έργο με βιωματικό χαρακτήρα και εξομολογητική διάθεση, που τον κατατάσσει στους σημαντικότερους Έλληνες διηγηματογράφους του 20ου αιώνα
Ο Ευθύμιος - Μάριος Χάκκας γεννήθηκε το 1931 στη Μακρακώμη της Φθιώτιδας. Ήταν ο δεύτερος γιος του οδηγού Γεωργίου Χάκκα και της Σταυρούλας Καρατσαλή. Σε ηλικία τεσσάρων ετών εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην προσφυγομάνα και φτωχομάνα Καισαριανή, η οποία με το τραυματικό μικρασιατικό παρελθόν της και με νωπές τις μνήμες της Κατοχής και των «Δεκεμβριανών» διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του.
Πολιτική δράση και διώξεις
Μετά την ολοκλήρωση των δευτεροβάθμιών σπουδών του, φοίτησε στη Σχολή Σαμαρειτών (νοσοκόμων) του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και το 1950 προσέφερε τις υπηρεσίες του στις φυλακές πολιτικών κρατουμένων στη Γυάρο. Τον επόμενο χρόνο έδωσε εξετάσεις στον νεοσύστατο τότε ΟΤΕ, αλλά, παρότι πέτυχε στον διαγωνισμό, δεν προσελήφθη λόγω κοινωνικών φρονημάτων, καθώς είχε συνδεθεί με αριστερές πολιτικές και πολιτιστικές ομάδες της Καισαριανής και του Βύρωνα.
Το 1952 εντάχθηκε στην ΕΔΑ και συμμετείχε στην ίδρυση του εκπολιτιστικού συλλόγου «Φιλοπροοδευτική Ένωση Νέων Καισαριανής». Άρχισε να φοιτά στην Πάντειο, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, λόγω της πολιτικής του δράσης, αλλά και της πολιτικής του δίωξης και φυλάκισης. Στις 30 Απριλίου 1954 συνελήφθη και με βάση τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47 «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών» καταδικάστηκε σε φυλάκιση τεσσάρων ετών. Εξέτισε ολόκληρη την ποινή του στις φυλακές της Καλαμάτας και της Αίγινας.
Αποφυλακίστηκε στις 30 Απριλίου 1958 και στις 13 Ιουλίου του ίδιου έτους κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία ως στρατιώτης γ τάξεως (μουλαράς). Αποστρατεύτηκε τον Μάιο του 1960 και αμέσως μετά εργάστηκε ως πλασιέ σε βιοτεχνία πλαστικών. Τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκε τη Μαρίκα Κουζινοπούλου και μετακόμισε στον γειτονικό Βύρωνα. Η πολιτική και πολιτιστική του δράση στην Καισαριανή επιβραβεύτηκε με την εκλογή του ως δημοτικού συμβούλου το 1964.
Συγγραφικό έργο και αναγνώριση
Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε επισήμως το 1965 με την ποιητική συλλογή «Όμορφο Καλοκαίρι», την οποία τύπωσε με δικά του έξοδα. Το 1966 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων «Τυφεκιοφόρος του Εχθρού», πολλά από τα οποία είχε γράψει κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας. Με το έργο του αυτό αναγνωρίστηκε από την κριτική ως ένας από τους σημαντικούς και αυθεντικούς πεζογράφους της γενιάς του. Τον ίδιο χρόνο ίδρυσε μία επιχείρηση κατασκευής διακοσμητικών ειδών που συνέβαλε στη βελτίωση των οικονομικών του. Μέσα στο 1966 οι σχέσεις του με την ΕΔΑ, που ήταν προβληματικές από τα προηγούμενα χρόνια, διακόπηκαν οριστικά. Μετά την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας το 1967, συνελήφθη και κρατήθηκε για περίπου ένα μήνα στο αστυνομικό τμήμα Παγκρατίου.
Το καλοκαίρι του 1969 η μοίρα φάνηκε σκληρή μαζί του. Προσβλήθηκε από καρκίνο στα νεφρά και τα επόμενα χρόνια κύλησαν βασανιστικά γι’ αυτόν. Ο καρκίνος εξελίχθηκε σε μεταστατικό και παρότι μετέβη στο εξωτερικό για θεραπεία, η κατάσταση της υγείας του διαρκώς χειροτέρευε. Το προδιαγεγραμμένο τέλος του δεν το εμπόδισε να γράφει ασταμάτητα. Τον Απρίλιο του 1970 ο Θανάσης Παπαγεωργίου ανέβασε το θεατρικό του έργο «Ενοχή» και τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου εξέδωσε το βιβλίο του «Ο Μπιντές και άλλες ιστορίες», στο οποίο κυριαρχεί η πολιτικοκοινωνική κριτική του.
Ο Μάριος Χάκκας πέθανε στις 5 Ιουλίου 1972, σε ηλικία 41 ετών, χωρίς να προλάβει να δει τυπωμένο το στερνό του έργο «Το Κοινόβιο», μία σειρά συγκλονιστικών αφηγημάτων που έγραψε έχοντας την εμπειρία της αρρώστιας του και τον επικείμενο θάνατό του.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Πηγή: https://www.sansimera.gr