Επιμέλεια: Ελένη Σοφού
( Πρώτη έκδοση: 2007 Ελληνικά Γράμματα)
Ό,τι αγαπήσαμε στ΄ αλήθεια, ίσαμε τώρα
Είναι αυτοί που χάθηκαν νωρίς
Άγγελοι διάφανοι που ζουν στην ενδοχώρα
Ίσχυε ακόμα ο 21ος αιώνας. Ο Ανέστης Κομνηνός, αμέσως μετά το θάνατο της κόρης του Σοφίας , κατάλαβε ότι ήταν συγγενής δύο σημαντικών ερήμων. Της Σαχάρας και της ερήμου Καλαχάρι. Όταν μάλιστα ξεκίνησε να παθαίνει κάποιες διαλείψεις, χάνοντας μεγάλα τμήματα των αναμνήσεών του, συγγένεψε με την Αλμυρά έρημο…
Έτσι ξεκινά το βιβλίο που θα σας παρουσιάσω σήμερα, με τίτλο «Του φιδιού το γάλα» του Γιάννη Ξανθούλη. Το έργο είδε το φως της δημοσιότητας το 2007από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα και έντεκα χρόνια αργότερα το 2018 επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Θέμα του βιβλίου είναι η μνήμη που χάνεται, κομμάτια της ζωής που συχνά βλέπουμε να ξεθωριάζουν, κομμάτια με μεγάλη συναισθηματική βαρύτητα που από μόνα τους μπορεί να είναι ότι πιο σπουδαίο μας συνέβη. Ο ήρωας του έργου, ο Αλέξης Κομνηνός, είναι ένας ηλικιωμένος μικροεκδότης. Καθώς πριν από χρόνια είχε υποψιαστεί πως η μνήμη του σιγά σιγά τον εγκαταλείπει, κάθισε και έγραψε την ιστορία μιας σημαντικής περιόδου της ζωής του, την έκλεισε σε έναν φάκελο, την παρέδωσε σε ένα δικηγορικό γραφείο και έδωσε εντολή να του αποσταλεί μετά από δέκα τρία χρόνια, εφόσον βέβαια βρίσκεται στη ζωή. Ο μυθιστορηματικός χρόνος ξεκινά από εκείνη τη μέρα. Την ημέρα που ένας φάκελος φτάνει στο γραφείο του, με αποστολέα κάποιον με το δικό του όνομα. Μέσα από τις σελίδες διαβάζει σαν μυθιστόρημα στιγμές από μια ζωή. Η νεανική ζωή ενός έφηβου σε μια μικροαστική οικογένεια, ο φερετροποιός πατέρας, η αποκλεισμένη στο σπίτι μητέρα, ο αδελφός που αναλαμβάνει τη δουλειά του πατέρα και γίνεται συνένοχος στις ερωτικές του ατασθαλίες. Η μεγαλοαστική οικογένεια της οδού Αχαρνών τη δεκαετίας του ‘60, η μητέρα με τη μεγαλοαστική υπεροψία, ο πατέρας στην άνοια των εγκεφαλικών, η κόρη… ο έρωτας, ο ασθενικός γιός της οικογένειας που χάνεται νωρίς και η κληρονομιά της πλούσιας βιβλιοθήκης που αποκτά ο Ανέστης από αυτόν, η απόφαση του να μη δώσει εξετάσεις στο Πολυτεχνείο αλλά να γίνει εκδότης, το διαζύγιο, ο θάνατος μιας κόρης… της κόρης του Σοφίας. Διαβάζοντας εμφανίζονται δειλά αναμνήσεις, ανακαλύπτει συναισθήματα και ξεχασμένα όνειρα. Μα ποιανού είναι αυτή η ζωή; Είναι η ζωή η δική του; Η αμνησία από τη μία και η ύπαρξη του γραπτού κειμένου από την άλλη δίνουν την απάντηση.
(Επανέκδοση: 2018 Διόπτρα)
Ο συγγραφέας ξεκινά την εξέλιξη του βιβλίου την Μεγάλη Εβδομάδα του ΄63 και η σημειολογία της είναι: (αφετηρία, δράση-πάθη, κορύφωση, σταύρωση). Ο Γιάννης Ξανθούλης γράφει ένα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα για ένα παιχνίδι ανάμεσα στο χθες και το σήμερα, την εναλλαγή του θυμάμαι και δεν θυμάμαι, το ερώτημα τι έζησα και τι δεν έζησα. Αυτό το παιχνίδι το φωτίζει, με έντονες χρωματικές αντιθέσεις στο χθες, αλλά με ουδέτερες αποχρώσεις στο σήμερα. Ένα μυθιστόρημα για τα πληγωμένα αισθήματα, τα τραύματα της απόρριψης, αλλά και για τη γοητεία της αυτοκαταστροφής που ελλοχεύει μέσα μας. Ένα έργο ερωτικής θεματολογίας, δεδομένου ότι, αναγορεύει τον έρωτα σε πρωταρχικό υπαρξιακό πρόβλημα του ανθρώπου, ιδιαίτερα όταν η ταυτότητά του συνθλίβεται και οι προσωπικές αποτυχίες υπερβαίνουν κάθε μέτρο, όπως γίνεται με τον κύριο πρωταγωνιστή του έργου. Ένα υπαρξιακό, ψυχολογικό δράμα, που κινείται στα όρια του ονειρικού και της παραίσθησης, δεδομένου ότι οι διαδρομές στον λαβύρινθο της μεταφυσικής και του παρελθόντος κατέχουν ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του μύθου. Ο Γιάννης Ξανθούλης έχει γράψει ένα εντελώς ασυνήθιστο μυθιστόρημα – ο σουρεαλισμός συμπορεύεται με τον ρεαλισμό, τα σύμβολα κρατάνε γερά και όλα τα πρόσωπα του έργου εγγράφονται στη μνήμη του αναγνώστη, γιατί έχουν πλαστεί με έντονες φωτοσκιάσεις, την ώρα που το ίδιο έντονες είναι οι ασάφειες των κινήτρων τους. Πίσω από τη σύγκρουση του μικροαστικού με τον μεγαλοαστισμό, πίσω από την ερωτική έλξη, πίσω από τις αποφάσεις πάθους ή συμφέροντος, υπάρχει το μεγάλο δίλημμα της προδοσίας ή της προσφοράς. Προδοσία ή προσφορά συμβολίζει το γάλα με το οποίο μια φιδομάνα μεγάλωσε το βρέφος που βρήκε σε κοίτη ποταμού, και το έκανε γερό παλικάρι, τόσο γερό που νικούσε όλα τα άλλα ζώα και στο τέλος σκότωσε και την ίδια τη φιδομάνα;
Ένας μύθος σύνθετος ως προς τη δομή, υψηλών αισθητικών απαιτήσεων ως προς την γλώσσα, μια γλώσσα ποιητική, χωρίς επιτήδευση και φτηνές επιδείξεις. Μια γλώσσα λογοτεχνική χωρίς καταχρηστική χρήση των επιθέτων και των προσδιορισμών, μια γραφή άρρηκτα δεμένη με τον μύθο και τους χαρακτήρες του. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα διαθέτει έντονο το ευτράπελο στοιχείο αλλά και πικρό χιούμορ, γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν γενικά τη γραφή του συγγραφέα. Χωρίς να έχει ιδιαίτερη πλοκή, διαβάζεται ευχάριστα και αποτελεί το πιο λυρικό έργο του. Τρυφερό, γλυκό, κυλάει σαν ένα σιγανό ρυάκι που δροσίζει την ψυχή και στο τέλος αφήνει μια πηχτή(πικρή) νοσταλγία.
Στο βιβλίο αυτό ο Γιάννης Ξανθούλης εκτός από τα παιχνίδια της μνήμης, αναφέρεται στην Ελλάδα της αντιπαροχής. Κυρίως για αυτό που συμβολίζει η αντιπαροχή την δεκαετία του ΄60, όταν η Αθήνα και μαζί της σιγά σιγά όλη η Ελλάδα άρχισε να μεταμορφώνεται. Τότε που οι μονοκατοικίες με τους υπέροχους κήπους άρχισαν να γκρεμίζονται και στη θέση τους ξεφυτρώνουν πολυκατοικίες. Τότε που η Αθήνα μοσχοβολούσε με αρώματα από βασιλικό και γιασεμί. Χρώματα και αρώματα μιας Αθήνας που χάθηκαν για πάντα. Τελικά πολύ σωστά το μυθιστόρημα επανεκδόθηκε. Από τα καλύτερα έργα του πρωτοπόρου νεοέλληνα συγγραφέα με μια ασυνήθιστη συγγραφική ματιά για τα ελληνικά δεδομένα.
Καλό διάβασμα!
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Γιάννης Ξανθούλης γεννήθηκε το 1947 στην Αλεξανδρούπολη, από γονείς πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης. Εκτός από μυθιστορήματα έγραψε βιβλία και θεατρικά έργα για παιδιά, καθώς και θέατρο. Εργάσθηκε ως δημοσιογράφος (είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ) σε εφημερίδες και στο ραδιόφωνο. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του μυθιστορήματα είναι: Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα (1984), Το πεθαμένο λικέρ (1987), Το ροζ που δεν ξέχασα (1991), Η εποχή των καφέδων (1992), Το τρένο με τις φράουλες (1996), …Ύστερα ήρθαν οι μέλισσες (1998), Ο Τούρκος στον κήπο (2001), Το τανγκό των Χριστουγέννων (2003), Ο θείος Τάκης (2005), Του φιδιού το γάλα (2007), Κωνσταντινούπολη – των ασεβών μου φόβων (2008) , Η εκδίκηση της Σιλάνας (2009), Δεσποινίς Πελαγία (2010), Ο γιος του δάσκαλου (2012), Την Κυριακή έχουμε γάμο (2015), το οποίο βραβεύτηκε ως το καλύτερο μυθιστόρημα της χρονιάς και Εγώ, ο Σίμος Σιμεών (2018). Βιβλία του έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ζει στην Αθήνα.