Τώρα τελευταία αραίωσαν πολύ οι επισκέψεις μου στο κέντρο της Αθήνας. Μάλλον θα έχει να κάνει με την οικονομική κρίση. Οικονομική κρίση! Ποιά οικονομική κρίση; Μάλλον θα έχει να κάνει με το ότι δεν θέλω να βλέπω την βρωμιά, την μιζέρια και την ανθρώπινη δυστυχία. Που να πρωτοκοιτάξεις. Εγκατάλειψη παντού. Εγκαταλελειμμένες ετοιμόρροπες πολυκατοικίες, εγκαταλελειμμένα άδεια μαγαζιά, εγκαταλελειμμένοι άνθρωποι. Σχεδόν σε κάθε είσοδο πολυκατοικίας, σε κάθε υποψία εσοχής, να και ένας απ’ αυτούς. Ρακένδυτος, βρώμικος. Με τα υπάρχοντα του στοιβαγμένα σε πλαστικές σακούλες (μα, δεν έχουν καθόλου περιβαλλοντική συνείδηση;). Είναι κατάσταση τώρα αυτή; Δεν υπάρχει μια κρατική υπηρεσία, ένας τοπικός φορέας να τους μαζέψει, να τους κλείσει σε έναν μεγάλο χώρο, ένα γήπεδο. Η εκκλησία τι κάνει τόσες φιλανθρωπίες και τους ταΐζει; Ας τους βάλει σε ένα ίδρυμα, σε ένα μοναστήρι, τόσα και τόσα διαθέτει.
Όχι, όχι, μην με παρεξηγείται, δεν είμαι μισάνθρωπος. Τους αγαπώ τους ανθρώπους. Τους συμπονώ. Νοιάζομαι για τους αστέγους. Αλλά να, και για την εικόνα της Αθήνας με νοιάζει. Και για το τι θα πουν οι τουρίστες, που ήρθαν με τα πενιχρά τους έσοδα να μας επισκεφτούν. Και τους μαγαζάτορες σκέφτομαι. Ξέρεις τι είναι να έχεις την βιτρινούλα σου στολίσει περίτεχνα, με λαμπιόνια, αγγελάκια, αγιοβασιλάκια και να περιμένεις να περάσει κάνας Χριστιανός το κατώφλι, να ξεπαραδιαστεί; Και απ’ έξω, να τουρτουρίζει ένα ναυάγιο αραγμένο πάνω σε χαρτόκουτο. Είναι πράγματα αυτά; Εν έτη 2018; Αμ το άλλο; Να μην μπορείς να εξέλθεις από ζαχαροπλαστείο; Πας να πάρεις κάνα κουτί με κουραμπιέδες, ένα κουτί μελομακάρονα με σοκολάτα και ένα άνευ σοκολάτας, και άλλο ένα με μερικές λαχταριστές δίπλες, και ενώ προσπαθείς να δείξεις στην πωλήτρια, εκείνα τα ζαχαρωτά που έχουν στην βιτρίνα, και κοιτώντας την βιτρίνα να βλέπεις απ’ έξω τα χνώτα κάτι μαυριδερών παιδιών -αυτά, είναι τα παιδιά των άλλων, αυτών που στοιβάζονται στα camp- να έχουν κολλήσει την μούρη τους στο τζάμι και να μην ξεκολλάνε τα μάτια τους από τα χέρια της πωλήτριας, που βάζει και βάζει στο κουτί, και έπειτα παίρνει και άλλο κουτί, πιο μεγάλο, να βάλει και άλλα, και από αυτά τα σοκολατάκια και από εκείνες τις καραμέλες, και τα σάλια τους να τρέχουν, μα δεν τους έχουν μάθει να κρατούν το στόμα τους κλειστό; Απαπαπα. Χρονιάρες μέρες δεν είναι να κατεβαίνεις στο κέντρο της Αθήνας. Πάει και τελείωσε. Όσο και να θέλεις να ξεσκάσεις λίγο από την ρουτίνα της Εκάλης, θα πρέπει να βολευτείς με μία βόλτα στην Κηφισιά. Το κέντρο είναι απαγορευτικό την περίοδο των Χριστουγέννων.
* Η Κατερίνα Λιάτζουρα γεννήθηκε στην Γερμανία. Ζει στην Χαλκίδα και εργάζεται στην Μέση Εκπαίδευση Ευβοίας ως Φιλόλογος της Γερμανικής Γλώσσας. Γράφει, διαβάζει και φωτογραφίζει. Τελευταία ασχολείται και με την απόδοση σύγχρονων Ελλήνων και Ελληνίδων ποιητών/-τριών στην γερμανική γλώσσα. Ποιήματα, μεταφρασμένα ποιήματα της, καθώς και μικρά πεζά, έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά και έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά.
Εργογραφία:
«Αποκαΐδια Ηθικής », ποίηση, εκδ. Βακχικόν (2017)
«Ανθολογία μικρού διηγήματος για την νύχτα», συλλογική έκδοση διηγημάτων, εκδ. κύμα (2017)
«Ιστορίες πάθους και μαγειρικής», συλλογική έκδοση διηγημάτων, εκδ. κύμα (2017)
«Σκέψεις», ποίηση, εκδ. manifesto (2013)
Πηγή:http://fractalart.gr