Τρίτη 22 Απριλίου 2025

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ!

 Επιμέλεια: Ελένη Σοφού

Κάθεται ο Αγάς της Λυκόβρυσης στο μπαλκόνι του απάνω από την πλατεία του χωριού, καπνίζει το τσιμπούκι του και πίνει ρακί…-Μεγάλος μάστορας είναι ο Αλλάχ, μουρμούρισε συγκινημένος, μεγάλος μάστορας, μερακλής, κόβει το μυαλό του΄ πως του ήρθε τώρα και έκαμε τη ρακί και το Γιουσουφάκι!....Σκύβει από το μπαλκόνι και καμαρώνει τους ραγιάδες του να σουλατσάρουν στην πλατεία φρεσκοξυρισμένοι, γιορτοντυμένοι με τα φαρδιά κόκκινα ζωνάρια…Τρίτη της Λαμπρής, τώρα τέλεψε η λειτουργιά…Σουλατσάρουν οι χριστιανοί στην πλατεία, σμίγουν οι φίλοι, ασπάζεται ο ένας τον άλλο, λεν «Χριστός Ανέστη» και ύστερα κάθονται στον καφενέ του Κωνσταντή ή κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στη μέση της πλατείας, παραγγέλνουν ναργιλέδες και καφέδες και αρχίζει σαν την ψιλή βροχή, το γλυκό κουβεντολόι.

-Τέτοια θα’ ναι κι η Παράδεισο, λέει ο Χαραλάμπης ο καντηλανάφτης, ήλιος απαλός, σιγανή βροχούλα, λεμωνιές ανθισμένες, ναργιλέδες και ψιλή κουβέντα στους αιώνες των αιώνων………………………………………………………………

- Αδερφοί μου πρόκριτοι, είπε με βαριά φωνή, επίσημη είναι η μέρα τούτη, ο Θεός μας βλέπει και μας ακούει, ό,τι θα πούμε στην κάμαρα τούτη θα το γράψει στα κατάστιχά του, έχετε το νου σας! Αναστήθηκε ο Χριστός, μα μέσα μας είναι ακόμα σταυρωμένος πάνω στη σάρκα μας, ας τον αναστήσουμε μέσα μας, αδερφοί δημογέροντες! Ξέχασε άρχοντά μου, μια στιγμή τα επίγεια, καλά βολεύτηκες στα χώματα τούτα εσύ και η γενιά σου, έφαγες, ήπιες και φίλησες περίσσια, σήκωσε μια στιγμή απάνω απ’ όλα τούτα τ’ αγαθά το νου σου και βοήθα να πάρουμε μιαν απόφαση……………………………………………………………

-Ο πιο βαρύς κλήρος έπεσε πάνω σου, Μανολιό, είπε ο γέροντας μ’ επίσημη φωνή. Ο Θεός εσένα διάλεξε να ζωντανέψεις με το κορμί σου, με τη φωνή σου, με τα δάκριά σου, τα ιερά λόγια. Εσύ θα βάλεις τον ακάνθινο στέφανο, εσύ θα μαστιγωθείς, εσύ θα σηκώσεις τον Τίμιο Σταυρό και θα σταυρωθείς. Από σήμερα μέχρι του χρόνου, τη Μεγάλη Εβδομάδα, ένα πρέπει να’ χεις στο νου σου, Μανολιό μου, ένα μονάχα: πως να γίνεις άξιος να σηκώσεις το βάρος του σταυρού.

-Δεν είμαι άξιος…μουρμούρισε ο Μανολιός κι έτρεμε.

-Κανένας δεν είναι άξιος, μα εσένα διάλεξε ο Θεός.

………………………………………………………………..........

-Παπα-Γρηγόρη, είμαι κι εγώ λειτουργός του Υψίστου, μελετώ κι εγώ τις Γραφές, κρατώ κι εγώ στα χέρια μου το Δισκοπότηρο με το σώμα και το αίμα του Χριστού. Είμαστε, θες δεν θες, ίσοι. Μπορεί να’σαι σύ πλούσιος κι εγώ φτωχός μπορεί να έχεις παχιά λιβάδια να βόσκεις το ποίμνιό σου, κι εγώ, το βλέπεις, δεν έχω πού την κεφαλή κλίναι, όμως, μπροστά στον Θεό είμαστε ίσοι. Μπορεί να ’μαι εγώ και πιο κοντά στον Θεό, γιατί πεινώ…

-Άλλη η δικαιοσύνη του Θεού, άλλη των ανθρώπων. Ο Θεός έκαμε τους πλούσιους και τους φτωχούς. Αλίμονο σε όποιον επιχειρήσει να χαλάσει την τάξη. Παραβαίνει το θέλημα του Θεού!...

-Ο Χριστός είναι παντού, τριγυρίζει απόξω από το χωριό μας, χτυπάει την πόρτα μας, στέκεται και ζητιανεύει απόξω από την καρδιά μας. Φτωχός, πεινασμένος, άστεγος είναι ο Χριστός…

-Αλίμονο στο Λυκοβρυσιώτη που τρώει και χορταίνει και δεν συλλογείται τα παιδιά της Σαρακήνας. Κάθε κορμί στην αυλή μας που πεθαίνει της πείνας, κρεμιέται στο λαιμό του καθενός μας και μας βουλιάζει στην πίσσα… Κι έτσι στολισμένοι θα παρουσιαστούμε μεθαύριο στον Κύριο…

-Τι θα πει πιστεύω στον άλλο κόσμο; Πως όλες μας οι πράξεις εδώ, στην επίγεια ζωή, θα ζυγιαστούν στον άλλο κόσμο –κι οι κακές θα τιμωρηθούν, οι καλές θα πληρωθούν. Όποιος ελεήσει τους αδελφούς του εδώ στην πρόσκαιρη ζωή, θα πλερωθεί με την αιώνια…

-Και στο πιο μικρό πετραδάκι, και στο πιο ταπεινό λουλούδι, και στην πιο σκοτεινή ψυχή, βρίσκεται αλάκερος ο Θεός. Και στην πιο μακρινή έρημο μια καλή πράξη έχει τον αντίχτυπό της σε αλάκερη την οικουμένη…

……………………………………………………………………......

– Κι ο κάθε άνθρωπος, είπε ο Μανολιός συνεπαρμένος, μπορεί να σώσει ολάκερο τον κόσμο∙ πολλές φορές το συλλογίζουμαι, γέροντά μου, και τρέμω∙ τόσο λοιπόν μεγάλη ευθύνη έχουμε;

-Τι πρέπει να κάνουμε πριν να πεθάνουμε; Ποιος είναι ο δρόμος, παπα-Φώτη;

Σώπασε. Η νύχτα πια είχε πέσει, οι γριές είχαν ανάψει φωτιές και μαγείρευαν, τα παιδιά κουκούβιζαν γύρω τους πεινασμένα και περίμεναν. Ο Μανολιός άπλωσε το χέρι, άγγιξε το γόνατο του παπα-Φώτη, που ‘χε βυθιστεί σε συλλογισμούς και δε μιλούσε.

– Πώς πρέπει ν’ αγαπούμε τον Θεό, γέροντά μου; ρώτησε.

– Αγαπώντας τους ανθρώπους, παιδί μου.

– Και πώς πρέπει να αγαπούμε τους ανθρώπους;

– Μοχθώντας να τους φέρουμε στο σωστό δρόμο.

– Και ποιος είναι ο σωστός δρόμος;

– Ο ανήφορος!

...................................................................................................

Σε μια πέτρινη γούβα γεμάτη εφτακάθαρο νερό, ο παπάς σταμάτησε.

-Εδώ, είπε, θα χτίσουμε την πόρτα της Παναγιάς, της Προστάτισσας του γένους των ανθρώπων! Βάλτε σημάδι!

Άπλωσε τα χέρια στη γης : -Παρθένα Μάνα, φώναξε, Ρόδο αμάραντο, Αγράμπελη ανθισμένη που αγκαλιάζεις τον άγριο Δρυ, τον Θεό, καλοί ανθρώποι είμαστε, κατατρεγμένοι, άκουσε τη φωνή μας! Κάθεσαι εσύ εδώ στη γης, κοντά μας, κι είναι η ποδιά σου μια ζεστή φωλιά γεμάτη ανθρώπους. Είσαι μάνα και κατέχεις τι θα πει στεναγμός και πείνα και θάνατος, είσαι γυναίκα και κατέχεις τι θα πει υπομονή κι αγάπη. Σκύψε κυρά μου, απάνω από το χωριό μας τούτο, δώσε υπομονή κι αγάπη στις γυναίκες, ν’ αντέχουν στον καθημερινό αγώνα και να παλεύουν χωρίς να βαρυγκωμούν τον άντρα και το παιδί και τις έννοιες του σπιτιού! Δώσε δύναμη στους άντρες να δουλεύουν και να μην απελπίζονται, να πεθαίνουν και ν’ αφήνουν πίσω τους την αυλή τους γεμάτη παιδιά κι αγγόνια! Δώσε Κυρά μου, καλά χριστιανικά τέλη και στους γερόντους και στις γερόντισσες. Τούτη ‘ναι η πόρτα σου, Κυρά μου Πορταϊτισσα, έμπα!……………………

Χριστός Ανέστη και χρόνια πολλά σε όλους!..............................................................

Τα αποσπάσματα είναι από το μυθιστόρημα «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκης(1883-1957). Το μυθιστόρημα γράφηκε στην Αντίμπ της Γαλλίας το 1948 και προβάλλει το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δημοσιεύτηκε την ίδια χρονιά και εκδόθηκε το 1954 από τον εκδοτικό οίκο Δίφρος, ενώ αρχικά κυκλοφόρησε στη Νορβηγία και τη Γερμανία το 1951. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά και ισπανικά. Διασκευάστηκε στον κινηματογράφο το 1957, σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν και πρωταγωνίστρια τη Μελίνα Μερκούρη, επίσης έγινε τηλεοπτική δραματική σειρά που προβλήθηκε από το ΕΙΡΤ-ΕΡΤ την περίοδο 1975-1976.