Τρίτη 22 Ιουλίου 2025

ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ: 12 ΜΑΡΤΙΟΥ 1938 - 22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2018


Ό,τι από μένα τώρα έχει μείνει

Γράφει η Ελένη Γκίκα

“Στον Άδη πάνε οι φίλοι. Κι άλλοι φίλοι.
Μονάχοι, ανυπεράσπιστοι, βουβοί.
Με τη φωνή κλεισμένη σε κοχύλι
την ύστατη να βρούνε αμοιβή.
Εκεί που βρίσκουν όλα θεραπεία.
Στο πέραν. Στο ποτέ. Στην ουτοπία”.

«Πικρά νησιά κοχύλια της ψυχής/ αισθήματα που ζουν μες στη φορμόλη / μια πιστολιά στην άκρη της ζωής/ γράμμα στερνό Εν Ερμουπόλει…»

Σαν πιστολιά στην άκρη της ζωής «ακούστηκε» στο διαδίκτυο Κυριακή πρωί ο θάνατός του. Για να φανεί αμέσως η απολύτως προσωπική σχέση μας μαζί του.
Σαν μάντρα, προσευχή, το πρώτο που ανέτειλε δύοντας εκείνος ήταν οι στίχοι του: άλλοι για τον καθένα. Ορόσημο εντούτοις, το τέλειο αποτέλεσμα μιας εξίσωσης καθαρά υπαρξιακής. Τα θεϊκά φτερά του ανθρώπου, κι ας σέρνεται στη λάσπη.

Ο Μάνος Ελευθερίου, ποιητής και διανοούμενος, δημιουργός, παλιάς κοπής, συγγραφέας του ανθρώπινου λάθους και της παρακμής, εραστής του θεάτρου έως τελευταίας στιγμής, αριστοκρατικός, πριγκιπικός και προσηνής, αστείος και παρηγορητικός, τολμηρός και ανοιχτόκαρδος, γενναιόδωρος και νεανικός, γελαστός και ειρωνικός, ο ιδανικός οδοιπόρος του Νέου Ψυχικού, κουράστηκε την ίδια και την ίδια παρακμή και άφησε την καρδιά του να τον προδώσει στον ύπνο του, ξημερώνοντας Κυριακή.

Στο μεταξύ, είχε φροντίσει για όλα, απ’ όλα είχε ξεφορτώσει και ξεμπερδέψει: οι βιβλιοθήκες του ήταν ήδη στη Σύρο, το νησί του, μαζί και το αρχείο του με τα άπειρα ντοκουμέντα για το θέατρο και την Ελένη Παπαδάκη, οι συλλογές του με μελανοδοχεία και γραφομηχανές έχουν ήδη βρει τη θέση τους στα σχολεία του νησιού, οι πίνακές του και οι υπέροχοι εκείνοι της αδελφής του βρίσκονται από καιρό στα σπίτια των φίλων, ακόμα και τα μικροαντικείμενα, σουβέρ, μολύβια, μολυβάκια, αντιστρές κινέζικα μπαλάκια, φλιτζάνες, φλιτζανάκια είναι τα χέρια μας να-με-θυμάσαι, λες κι είναι δυνατόν να ξεχαστεί εκείνος που τραγούδησε έτσι τόσο βαθιά και αναστάσιμα για τη δική μας τη ζωή. Στο μεταξύ είχε προφτάσει κι είχε παραδώσει κι «Ανέκδοτα» και «Ομοιοκατάληκτα», κι όρεξη να έχουμε να γράφουμε αιώνια στους στίχους μας, αν το βαστά η καρδιά μας, μουσική…

Για την ώρα:

«Σαν φύλλο τριαντάφυλλου σέρνει το θάνατό του –
πένθη και λάθη και χαμένες συναντήσεις.
Ο ίδιος φταίει για όλα –ξέρει πια τον εαυτό του–
δεν ξεχωρίζει την ψυχή απ’ τις αισθήσεις.

Τον έπνιξαν, τον βρώμισαν των άλλων τα σκουπίδια.
Δεν υπολόγισε, δεν είδε τις αιρέσεις·
πως λέει κάποιος: «Με τα ψεύδη και με τα στολίδια
ακόμη και να γκρεμιστείς, αρκεί ν’ αρέσεις».

Δεν άκουσε τι του ’λεγε μήτε η διαίσθησή του
και βγήκε παίζοντας μονάχος δύο ρόλους.
Με ανύποπτη την ερημιά σε τέτοιες παρορμήσεις
επόμενο ήταν να στραφεί στους μονολόγους.

(«Παράπονα γέρου ερημικού ποιητή στα 1988»)

Πηγή: fractalart.gr