Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

ΠΩΣ ΧΑΘΗΚΕ Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ;

Παύλος Ελευθεριάδης


Όταν συγκρίνουμε τους ελληνικούς θεσμούς με τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς, βλέπουμε ότι οι θεσμοί μας εδώ και πολύ καιρό είναι ανεπαρκείς και ίσως είναι - και σίγουρα φαίνονται - σαθροί.
Οι τεράστιες διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών σε δεκάδες πόλεις της χώρας είχαν κοινωνικό, όχι πολιτικό χαρακτήρα. Το σύνθημα «Οξυγόνο» δείχνει απόγνωση, όχι ελπίδα. Οι διαδηλωτές μοιράστηκαν απελπισία, όχι έναν κοινό στόχο. Έστειλαν ένα μήνυμα στον πολιτικό κόσμο στο σύνολό του, όχι μόνο στην κυβέρνηση.
Για όποιον ενδιαφέρεται να κοιτάξει τα δεδομένα, η κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα είναι απογοητευτική. Η πρόσφατη έρευνα του ΕΚΚΕ στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας έδειξε ότι η ελληνική κοινωνία είναι από τις πιο απαισιόδοξες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είμαστε απογοητευμένοι, οικονομικά ανασφαλείς και εντελώς απαισιόδοξοι για το μέλλον. Η ετήσια έρευνα της εταιρείας Public Issue έδειξε ότι το 2024 μόλις το 9 % είχε εμπιστοσύνη στα πολιτικά κόμματα. Μόλις το 27% είχε εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη, 26% στην ΕΥΠ και 43% για την αστυνομία. Οι αριθμοί αυτοί είναι συγκλονιστικά χαμηλοί. .
Το χειρότερο για την κυβέρνηση είναι ότι όλοι οι σχετικοί δείκτες επιδεινώθηκαν την περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Το 2018, την τελευταία χρονιά του Σύριζα, ο δείκτης εμπιστοσύνης για τα πολιτικά κόμματα ήταν στο 12%, για την δικαιοσύνη στο 53%, για την ΕΥΠ στο 43% και για την αστυνομία 72%. Όλοι αυτοί οι δείκτες χειροτέρευσαν.
Γιατί η Ελλάδα υστερεί τόσο πολύ στην εμπιστοσύνη; Η απάντηση είναι κατά τη γνώμη μου προφανής. Όταν συγκρίνουμε τους ελληνικούς θεσμούς με τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς, βλέπουμε ότι οι θεσμοί μας εδώ και πολύ καιρό είναι ανεπαρκείς και ίσως είναι – και σίγουρα φαίνονται – σαθροί. Αυτή ήταν και η διαπίστωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την περίοδο που επισκεπτόντουσαν τακτικά την Ελλάδα. Οι θεσμοί μας δείχνουν με γυμνό μάτι τουλάχιστον να έχουν διαβρωθεί από ολιγάρχες, επιχειρηματίες και από οργανωμένες ομάδες διαφθοράς και παρεοκρατίας. Τα ξένα μέσα ενημέρωσης δεν το σχολιάζουν αυτό ιδιαίτερα, διότι το θεωρούν μέρος του φυσικού περιβάλλοντος της ελληνικής κοινωνίας.
Η κοινή γνώμη έχει την ίδια εντύπωση. Ο κόσμος υποθέτει το χειρότερο, ότι τα κόμματα εξουσίας διαιωνίζουν το ρουσφέτι, την εύνοια προς φίλους, το πελατειακό κράτος για το δικό τους συμφέρον και αυτό της «παράταξης». Η εντύπωση αυτή δεν θα αλλάξει, αν δεν γίνουν δραματικές αλλαγές στην διακυβέρνηση της χώρας.
Τι θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά ο Πρωθυπουργός το 2019; Κατά τη γνώμη μου έπρεπε να δώσει ένα μήνυμα ριζικής αλλαγής νοοτροπίας, αλλά και να έχει παραδεχτεί την δυσκολία του εγχειρήματος. Οι μεγάλες αλλαγές χρειάζονται διακομματικές συναινέσεις και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Δυστυχώς, δεν έδωσε αυτά τα μηνύματα. Τι θα έπρεπε, πρακτικά, να έχει κάνει, αν ήθελε να φέρει την Ελλάδα πλησιέστερα στις πρακτικές της ΕΕ;
Πρώτον, έπρεπε να βάλει αμέσως στην πολιτική ζωή την διακομματική αναζήτηση των βαθύτερων αιτίων της χρεοκοπίας του 2010. Στην Ελλάδα δεν αναζητήσαμε σε βάθος να μάθουμε τι μας οδήγησε στην οικονομική καταστροφή και να μάθουμε από αυτό. Εκτός από τον Συνήγορο του Πολίτη δεν έχουμε κάν θεσμούς ανεξάρτητης και αμερόληπτης δημόσιας έρευνας. Στην Ιρλανδία για παράδειγμα η δική τους κρίση ήταν αντικείμενο έρευνας «Ειδικής Επιτροπής για την Τραπεζική Κρίση» (Banking Inquiry) που το 2016 εξιστόρησε με λεπτομέρειες πώς έγινε η κατάρρευση της Ιρλανδικής οικονομίας. Σε εμάς η κυβέρνηση δεν έκανε κάτι ούτε για να σταματήσει τις ανήκουστες ποινικές διώξεις κατά του Ανδρέα Γεωργίου, που αποκάλυψε τα προβλήματα των ελληνικών στατιστικών στοιχείων.
Δεύτερον, ο Πρωθυπουργός δημιούργησε εύλογες μεταρρυθμιστικές προσδοκίες όταν ζήτησε – πολύ σωστά – από την Επιτροπή Πισσαρίδη να προτείνει σχέδιο μεταρρυθμίσεων. Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, τον Νοέμβριο του 2020, η Επιτροπή ανέλυσε τις αποτυχίες των θεσμών μας στην διοίκηση, την δικαιοσύνη, την χωροταξία, την τοπική αυτοδιοίκηση, την υγεία κλπ. Το Μέγαρο Μαξίμου την παρουσίασε σε συνέντευξη τύπου και μετά την ξέχασε. Αν όμως οι πιο διαπρεπείς Έλληνες οικονομολόγοι χρησιμοποιούνται απλά ως ντεκόρ της εξουσίας, χωρίς ουσιαστικό λόγο στα πράγματα, τότε το μήνυμα που λαμβάνει η ελληνική κοινωνία και ο επιχειρηματικός κόσμος είναι ότι όλα τα θέματα θα τα λύσουν οι «πολιτικοί», με τους γνωστούς συνειρμούς.
Τρίτον, ο Πρωθυπουργός δεν έκανε ο,τιδήποτε για να μεταρρυθμίσει την εικόνα της δικαιοσύνης. Η ελληνική δικαιοσύνη – και ιδίως ο Άρειος Πάγος – είναι ίσως ο διαχρονικά πιο αποτυχημένος θεσμός μας. Όχι μόνο για τις καθυστερήσεις και την τυπολατρία της αλλά και για την ουσία της. Ένα δικαστήριο που έφτασε να προεδρεύεται από την Βασιλική Θάνου, μια δικαστή που έγινε γνωστή ως συνδικαλιστής και η οποία ως Πρόεδρος του Αρείου Πάγου έστελνε επιστολές στους ομολόγους της στην ΕΕ καλώντας τους να ασκήσουν πολιτική (και η οποία έκανε αγωγή στον Σταύρο Τσακυράκη όταν της θύμισε το ανάρμοστο της επιστολής αυτής), και μετά έγινε σύμβουλος του Πρωθυπουργού δέκα ημέρες μετά την αποχώρησή της από την δικαστική έδρα, ήταν προφανής ένδειξη ότι ως θεσμός ο Άρειος Πάγος είχε χάσει τον δρόμο του.
Την εικόνα ασυγχώρητης πολιτικοποίησης και ανωριμότητας της ελληνικής δικαιοσύνης επιτείνει η διαρκής λειτουργία του συνδικάτου δικαστών, της «Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων», του μόνου τέτοιου συνδικάτου στην Ευρώπη, η ηγεσία του οποίου δίνει την εικόνα διαρκούς πολιτικής ενασχόλησης και πολλών συνεννοήσεων με την πολιτική εξουσία. Πρέπει να υπάρξει διακομματική συναίνεση ώστε η Ένωση αυτή να αυτοδιαλυθεί, και να δημιουργηθεί ξανά μια επιστημονική ένωση δικαστών, όχι συνδικαλιστική.
Τέταρτον, ο Πρωθυπουργός έδωσε το παράδειγμα της ατιμωρησίας όταν η ποινική διερεύνηση άγγιξε την οικογένειά του. Η εμπλοκή του ανηψιού του στο σκάνδαλο των υποκλοπών, εφόσον τότε είχε την ευθύνη της ΕΥΠ, είναι κάτι τόσο γνωστό που δεν χρειάζεται άλλου σχολίου. Το γεγονός ότι ο κ. Δημητριάδης παραιτήθηκε για «προσωπικούς λόγους» και ότι ο πρωθυπουργός ποτέ δεν έχει εξηγήσει τι έγινε λάθος στην ΕΥΠ, κλόνισαν οριστικά την αξιοπιστία του ως υποστηρικτή του κράτους δικαίου. Η εντελώς πρώιμη απαλλαγή όλων των πολιτικών προσώπων από την «αναντίλεκτη» έρευνα της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου έστειλε άλλο ένα μήνυμα της ατιμωρησίας του στενού κύκλου.
Πέμπτον, ο Πρωθυπουργός έχει κάνει σημαία της πολιτικής του την «σκληρή αλλά δίκαιη» μεταναστευτική πολιτική του στα σύνορα. Το μήνυμα που στέλνει είναι ότι η κοινωνία μας είναι υπό επίθεση εξ Ανατολών, και ότι χρειάζεται να σπάσουμε αυγά για να λύσουμε τα προβλήματα με πυγμή. Δυστυχώς για την κυβέρνηση το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξέτασε λεπτομερώς τα δεδομένα και απέρριψε όλα τα επιχειρήματα της Ελληνικής κυβέρνησης για δήθεν «δίκαιη» πολιτική. Έκρινε πριν από δύο εβδομάδες, ομόφωνα, σε δύο αποφάσεις του ότι η Ελλάδα συστηματικά παραβιάζει το εσωτερικό και Ευρωπαϊκό δίκαιο, έχοντας δημιουργήσει ένα ιδιαίτερα βίαιο και αδίστακτο δίκτυο ανομίας στα σύνορα με παράλληλη συστηματική προσπάθεια συγκάλυψης των σχετικών ποινικών αδικημάτων. Το πιο συγκλονιστικό γεγονός για μένα δεν ήταν οι καταδίκες αυτές της Ελλάδας, που τις περίμεναν όλο όσοι γνωρίζουν το θέμα, αλλά η παγερή σιωπή της κυβέρνησης, του Υπουργού Δικαιοσύνης και σχεδόν όλου του φιλοκυβερνητικού τύπου.
Τα ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα στα σύνορα – και ειδικά η εξαιρετικά επικίνδυνη απαγωγή, λήστευση και εγκατάλειψη οικογενειών σε ακυβέρνητες λέμβους στη θάλασσα από μασκοφόρους με ευθύνη πολιτικών προσώπων – είναι κάτι που δεν θέλουμε να αγγίξουμε ακόμα και αν ενδέχεται να συνδέονται με τον θάνατο των 600 προσφύγων στο ναυάγιο του Αντριάνα. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί και το πρόσφατο πόρισμα του Συνήγορου του Πολίτη. Η αντίδραση της κυβέρνησης στις διαπιστώσεις αυτές ήταν η απόλυτη σιωπή. Η σιωπή των μεγάλων μέσων ενημέρωσης στις δικαστικές αυτές αποφάσεις ήταν κάτι πραγματικά ακατανόητο. Σε οποιοδήποτε άλλο Ευρωπαϊκό κράτος που γνωρίζω, οι δικαστικές αποφάσεις αυτές θα είχαν προκαλέσει πολιτική θύελλα.
Τι μένει λοιπόν να υποθέσει κανείς για τα Τέμπη; Ότι την κυβέρνηση την ενδιαφέρει η διερεύνηση της αλήθειας, χωρίς να ενδιαφέρεται για το πολιτικό κόστος και το μέλλον των πολιτικών ή επιχειρηματικών φίλων του Πρωθυπουργού; Πότε το έκανε για να το κάνει τώρα; Η κυβέρνηση δίνει διαρκώς το μήνυμα ότι η λογοδοσία και ο έλεγχος από εγχώρια ή διεθνή όργανα είναι ένδειξη πολιτικής αδυναμίας. Ότι όσοι είναι κοντά στην εξουσία πάντα κερδίζουν, ό,τι και να κάνουν. Ότι οι ανεξάρτητες αρχές θα παταχθούν. Αυτή η κυνική στρατηγική επίδειξης ισχύος είναι κατά τη γνώμη μου ο κύριος λόγος για τον οποίον ακόμα και φίλοι της κυβέρνησης έχουν απελπιστεί για την κατάσταση της χώρας.
Δικαιοσύνη και ισχύς δεν είναι όμως πράγματα αντίθετα. Το αντίστροφο ισχύει, η δικαιοσύνη προσθέτει ισχύ και αξιοπιστία. Αυτό δείχνει παντού η διεθνής εμπειρία – και για αυτήν την συγκριτική έρευνά τους κέρδισαν φέτος το βραβείο Νόμπελ οικονομίας οι Ατζεμόγλου και Ρόμπινσον. Αυτό νομίζω πιστεύει και η κοινή γνώμη. Το αίτημα για σοβαρούς θεσμούς, για λογοδοσία και αμερόληπτή και μη κομματικοποιημένη διοίκηση και δικαιοσύνη είναι υπαρκτό και πηγαίο.
Είναι αναγκαίο για όσους ενδιαφέρονται για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα να αναγνωρίσουν τα τεράστια και θεμελιώδη αυτά προβλήματα, που απαιτούν διακομματικές συναινέσεις για να ξεπεραστούν. Η Ελλάδα δεν μπορεί να κυβερνάται από ένα αυταρχικό, αδιαφανές, ανεξέλεγκτο συμβούλιο του Στέμματος, σαν να ήμασταν στην δεκαετία του 60.

Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής νομικής στα πανεπιστήμια της Νέας Υόρκης και Οξφόρδης. Ήταν στέλεχος και υποψήφιος με το Ποτάμι την περίοδο 2014-2016.

Πηγή: https://www.tovima.gr/2025/02/08/opinions/pos-xathike-i-aksiopistia/