Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

ΟΜΑΔΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ, ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ «ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ»!


 Η Κόρινθος είναι ένα τυπικό δείγμα ελληνικής επαρχιακής πόλης με όλα τα πολιτιστικά «συν» και «μείον» απέναντι στο κέντρο. Ενώ προσφέρει δηλαδή, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επαρχίας, υγιεινότερες και ανθρωπινότερες προϋποθέσεις διαβίωσης και εργασίας για τον μέσο άνθρωπο από την Αθήνα – πρέπει να δεχτούμε εδώ ότι το περιβάλλον αποτελεί πολιτισμικό παράγοντα ο οποίος δύσκολα μπορεί να υποτιμηθεί στις μέρες μας – από την άλλη πλευρά υστερεί σημαντικά απέναντι στην πρωτεύουσα σε πολιτιστικές και γενικότερα πνευματικές εκδηλώσεις.
Αυτό σαν δεδομένο οφείλεται στην στρεβλή και ανορθολογική οικονομική ανάπτυξη και στην νόθα αστικοποίησή της – η Κόρινθος είναι πόλη με αδιευκρίνιστη αστική τάξη και έντονο μικροαστικό στοιχείο –φαινόμενο γενικότερο της ελληνικής κοινωνίας. Τα ανωτέρω σε συνδυασμό με την υποβάθμιση του ιστορικού ρόλου της παράδοσης δεν επέτρεψαν να δημιουργηθούν ή να απελευθερωθούν εκείνες οι δυνάμεις που θα προωθούσαν και θα ενεθάρρυναν τέτοιες πρωτοβουλίες «πολιτισμού» δημιουργώντας παράλληλα τις προϋποθέσεις ευρύτερης γνωριμίας και αποδοχής από τον πολύ κόσμο όλων των μορφών της τέχνης ώστε να αποκτήσει η πόλη μας στέρεα και μόνιμη πολιτιστική υποδομή και αυτόνομη και αυτοδύναμη πολιτιστική ζωή.
 Μοιραία οι κυριότερες πολιτιστικές (και όχι μόνον) αναφορές των Κορινθίων είναι προς την κοντινή Αθήνα, ως γη της Επαγγελίας, ενώ στην ουσία και η πρωτεύουσα αποτελεί την πολιτιστική επαρχία της Ευρώπης παρά την μερική προς το καλύτερο αναστροφή της την τελευταία εικοσιπενταετία (Μ.Μ.Α. Ιδρύματα Πολιτισμού, Φεστιβάλ Αθηνών κλπ). Δηλαδή οι εκτός Αθηνών προσφεύγουμε στην Αθήνα επειδή αυτή διαθέτει μεγαλύτερη και αδικαιολόγητα διογκωμένη «αγορά» καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και πολιτιστικών συμβάντων αμφιβόλου πολλές φορές αξίας.
 Με αυτά τα δεδομένα οι προσπάθειες των γηγενών συμπολιτών μας που ερασιτεχνικά, ευγενικά και ανιδιοτελώς προσφέρουν και διοργανώνουν την όποια πολιτιστική ζωή στην πόλη μας, (με εκδηλώσεις μουσικής, χορού, θεάτρου, εκθέσεις ζωγραφικής και κάποιες διαλέξεις) είναι πέραν πάσης αμφιβολίας αξιέπαινες και γίνονται μάλιστα και αξιόλογες όταν απεμπλέκονται από πολιτικές και άλλες σκοπιμότητες γιατί η μεγαλύτερη ευεργεσία που προσφέρει η πραγματική τέχνη και η ενασχόληση μαζί της είναι ότι διδάσκει την ελευθερία φρονήματος και δημιουργίας.
 Τιμούμε λοιπόν κατ’ αρχάς όλους τους ανθρώπους που ασχολούνται με τα πολιτιστικά στην πόλη διότι με τα δεδομένα που ανέφερα και την έλλειψη των προϋποθέσεων και κυρίως την πενιχρότητα των μέσων θα ήταν εξαιρετικά μικρόψυχο να παρασυρθούμε σε κατ’ ιδίαν κριτική των προσπαθειών. Ο ερασιτέχνης, δηλαδή ο εραστής της τέχνης είναι βεβαίως πολύ αξιέπαινος και μας δίνει το έναυσμα για να γνωρίσουμε πράγματα, αλλά δυστυχώς η διαρκής επαφή μόνο με τα δημιουργήματά του σε κάθε τομέα της τέχνης δημιουργεί εσφαλμένα κριτήρια και ψευδοσυνείδηση αποδοχής και επιβράβευσης από τον μέσο πολίτη.
 Θα ήθελα όμως στο σημείο αυτό να κλείσω τις παρατηρήσεις μου με κάτι άλλο που εκφράζει μία γενική αλλά ουσιωδέστατης σημασίας για μένα επισήμανση:
Καλούμεθα δυστυχώς να μιλήσουμε για πολιτισμό ενώ είναι τελείως αμφίβολη η θέση που πραγματικά του δίνουμε στη ζωή μας. Τι ρόλο παίζει στις καθημερινές μας σχέσεις στη δουλειά μας και στην οικογένειά μας; Διέπει τη ζωή μας ύφος και ήθος πολιτισμού; Ποία θέση επιφυλάσσουμε σε τελευταία ανάλυση στην κοινωνία για την τέχνη; Πρωταρχική ή δευτερεύουσα; Νομίζω εν τοις πράγμασι δευτερεύουσα.
 Η τέχνη όμως δεν είναι και δεν πρέπει να είναι το αποκούμπι για τις όποιες ψυχολογικές, επαγγελματικές και κοινωνικές μας ανασφάλειες, ούτε ο μαϊντανός στη ζωή μας. Είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Δεν μπορούμε τις περισσότερες ώρες της ημέρας να εργαζόμεθα, να ευρισκόμεθα και να συναναστρεφόμεθα σε περιβάλλοντα κατ’ εξοχήν αντιπνευματικά, να είμεθα ξένοι προς το βιβλίο, εύκολοι καταναλωτές θεαμάτων ευτελών και μετά να έχουμε την απαίτηση να διαμορφώσουμε κριτήρια ευνοϊκής αποδοχής της τέχνης και του πολιτισμού. Είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο. 
 Όταν οργανώσουμε τον χρόνο μας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην θυσιάζουμε την ποιότητα στο βωμό της ποσότητας, όταν ξεχωρίζουμε ότι η οικονομική επιτυχία είναι μέσον για την ανθρώπινη ολοκλήρωση και δεν μπορεί η βιοτική μέριμνα να αποτελεί μόνιμο παράγοντα της αναστολής της ικανοποίησης των ανησυχιών μας και κυρίως όταν συνειδητοποιήσουμε ότι για να συμβάλουμε στην καλλιέργεια του συνόλου θα πρέπει να καλλιεργηθούμε πρώτα οι ίδιοι, πράγμα εξαιρετικά επίπονο, τότε θα μπορέσουμε εγκυρότερα να μιλήσουμε για τέχνη και πολιτισμό.
 Οι παραπάνω σκέψεις δεν παραγνωρίζουν τις αδήριτες ανάγκες και το οδυνηρό περιβάλλον που δημιουργήθηκε από την φοβερή πανδημία και τη συνακόλουθη για τους περισσοτέρους οικονομική δυσπραγία βάσει των οποίων βεβαίως κάποιος κάλλιστα μπορεί να ισχυρισθεί «πρώτα το ζειν και μετά το φιλοσοφείν»
 Παρόλο όμως ότι μπορεί να ισχύει η περίφημη ρήση του Ντάντε Αλιγκέρι «ω! πόσο πικρά η ανάμνησις ολβίων–δηλαδή ευτυχισμένων- ημερών εις στιγμάς δυστυχίας» (Θεία Κωμωδία – Κόλαση) φρονώ ότι και σε αυτή την περίοδο της ακραίας δοκιμασίας μας η ανάμνηση στιγμών μεγάλης και καθαρής τέχνης μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα στον ευκταίο αλλά και αιωνίως αναζητούμενο εξανθρωπισμό μας.

*Η Ομάδα Αυτογνωσίας, Πνεύματος και Πολιτισμού ¨Νέα Εποχή¨ έχει ζωντανή παρουσία και συνέχεια 40 ετών, με διάφορες μορφές, πάντα με εσωτερικές αναζητήσεις και πνευματικό περιεχόμενο. Αποτελείται από έναν ζεστό πυρήνα ανθρώπων που εργάζεται ομαδικά - συλλογικά για την Νέα Εποχή της ανθρωπότητας. Για περισσότερα άρθρα ακολουθήστε μας στην σελίδα μας στο Facebook στον σύνδεσμο: fb.me/omadaneaepoxh ή πληκτρολογώντας @omadaneaepoxh στην αναζήτηση του Facebook.