Οι επίμονες αρνητικές σκέψεις μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο της ασθένειας του Alzheimer, σύμφωνα με μια νέα μελέτη, σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η επαναλαμβανόμενη αρνητική σκέψη (ΕΑΣ) συνδέεται με την γνωστική εξασθένηση, καθώς και την εναπόθεση των επιβλαβών πρωτεϊνών του εγκεφάλου που συνδέονται με τη νόσο του Αλτσχάιμερ.
Η ΕΑΣ θα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω ως πιθανός παράγοντας κινδύνου για την άνοια, και ψυχολογικά εργαλεία, όπως οι ασκήσεις πνευματικότητας ή διαλογισμού, θα πρέπει να μελετηθούν για να δούμε αν θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο άνοιας. «Η κατάθλιψη και το άγχος στη μέση ηλικία και το γήρας είναι ήδη γνωστό ότι είναι παράγοντες κινδύνου για την άνοια», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Natalie Marchant του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου. «Εδώ, διαπιστώσαμε ότι ορισμένα πρότυπα σκέψης που εμπλέκονται στην κατάθλιψη και το άγχος θα μπορούσαν να συντελέσουν αρνητικά ως προς αυτές τις διαταραχές και ότι είναι πιο πιθανό τα συγκεκριμένα άτομα να αναπτύξουν άνοια». «Παράλληλα με άλλες μελέτες, οι οποίες συνδέουν την κατάθλιψη και το άγχος με τον κίνδυνο άνοιας, αναμένουμε ότι η επαναλμβανόμενη αρνητική σκέψη για μεγάλο χρονικό διάστημα θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο άνοιας», συνέχισε. «Δεν πιστεύουμε ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι οι βραχυπρόθεσμες αρνητικές σκέψεις θα αυξήσουν τον κίνδυνο άνοιας. Ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη στρατηγικών για τη μείωση του κινδύνου άνοιας των ανθρώπων, βοηθώντας τους να μειώσουν τα αρνητικά μοτίβα σκέψης τους».
Σχετικά με τη μελέτη, η ερευνητική ομάδα από το UCL, INSERM, ένα ερευνητικό ίδρυμα στο Παρίσι, και το πανεπιστήμιο McGill στον Καναδά μελέτησαν 292 ανθρώπους άνω των 55 ετών που ήταν μέλοι του Prevent Alzheimer’s (PREVENT-AD) με μελέτη κοόρτης (είδος μελέτης παρατήρησης), και 68 άτομα από το the International Mind, Activities and Urban Places (IMAP+). Σε μια περίοδο δύο ετών, οι συμμετέχοντες στη μελέτη απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με το πώς συνήθως σκέφτονται τις αρνητικές τους εμπειρίες, εστιάζοντας σε πρότυπα ΕΑΣ όπως η αναμάσηση του παρελθόντος και η ανησυχία για το μέλλον. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ως προς την κατάθλιψη και τα συμπτωμάτα άγχους, σύμφωνα με τους ερευνητές. Η γνωστική λειτουργία αξιολογήθηκε, μετρώντας τη μνήμη, την προσοχή, τη χωρική διακριτότητα και τη γλώσσα.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι 113 από τους συμμετέχοντες υποβλήθηκαν επίσης σε σαρώσεις εγκεφάλου, μετρώντας τις ποσότητες tau και άμυλου, δύο πρωτεΐνες που προκαλούν τον πιο κοινό τύπο άνοιας, τη νόσο του Αλτσχάιμερ, όταν συσσωρεύονται στον εγκέφαλο. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που παρουσίασαν υψηλότερα πρότυπα ΕΑΣ παρουσίασαν μεγαλύτερη γνωστική εξασθένηση σε μια περίοδο τεσσάρων ετών, και μειωμένη μνήμη, και ταυτόχρονα ήταν πιο πιθανό να έχουν αμυλοειδείς και tau ποσότητες στον εγκέφαλό τους.
Η κατάθλιψη και το άγχος συσχετίστηκαν με επακόλουθη γνωστική εξασθένηση, αλλά όχι με τα αμυλοειδή ή τα tau, γεγονός που υποδηλώνει ότι ΕΑΣ θα μπορούσε να είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο η κατάθλιψη και το άγχος συμβάλλουν στον κίνδυνο της νόσου του Alzheimer. «Συμπεραίνουμε ότι η επαναλαμβανόμενη αρνητική σκέψη μπορεί να είναι ένας νέος παράγοντας κινδύνου για την άνοια, δεδομένου ότι θα μπορούσε να συμβάλει στην άνοια με έναν ιδιαίτερο τρόπο» προσθέτει η Marchant.
Οι ερευνητές καταλήγουν ότι ΕΑΣ μπορεί να συμβάλει στον κίνδυνο του Alzheimer μέσω του αντίκτυπου της στους δείκτες της πίεσης, όπως η υψηλή πίεση αίματος, δεδομένου ότι άλλες μελέτες έχουν ήδη διαπιστώσει ότι η φυσιολογική πίεση μπορεί να συμβάλει στην δημιουργία αμυλοειδώνς και tau. «Οι σκέψεις μας μπορούν να έχουν έναν βιολογικό αντίκτυπο στη φυσική υγεία μας, ο οποίος μπορεί να είναι είτε θετικός είτε αρνητικός» σύμφωνα με τον Δρ Gael Chételat INSERM και το Πανεπιστήμιο De Caen στη Νορμανδία. «Οι πρακτικές ψυχικής ανάτασης, όπως ο διαλογισμός, μπορεί να βοηθήσουν στη θετική σκέψη, ενώ ρυθμίζουν τα αρνητικά νοητικά σχήματα».
«Η φροντίδα της ψυχικής μας υγείας είναι σημαντική, και θα πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα για τη δημόσια υγεία, καθώς δεν είναι μόνο σημαντικό για την υγεία και την ευημερία των ανθρώπων βραχυπρόθεσμα, αλλά θα μπορεί να επηρεάσει εξίσου τον ενδεχόμενο κίνδυνο άνοιας». Οι ερευνητές ελπίζουν να ανακαλύψουν εάν η μείωση της ΕΑΣ, ενδεχομένως μέσω της κατάρτισης ενσυνειδητότητας ή της στοχοθετημένης ψυχοθεραπείας, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο άνοιας.
Οι Marchant και Chételat και άλλοι ευρωπαίοι ερευνητές εργάζονται σε ένα μεγάλο έργο για να δούμε αν παρεμβάσεις όπως ο διαλογισμός μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του κινδύνου άνοιας με την υποστήριξη της ψυχικής υγείας στα γηρατειά.
Η παρούσα μελέτη δημοσιεύθηκε στο Alzheimer & Dementia. Από τον Janice Wood
Πηγή: psychcentral.com
Πηγή: https://www.omorfizoi.gr